Η πρόσφατη παρουσία του τουρκικού πολεμικού ναυτικού έξω ακριβώς από τα χωρικά ύδατα της νήσου Κάσου, αποτελεί μία εξίσου σοβαρή τουρκική πρόκληση και αμφισβήτηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, μετά την πρόσφατη πρωτοφανή τουρκική πολεμική εμφάνιση στα κατεχόμενα της Κύπρου.
Αναμφισβήτητα, σε τέτοιες περιπτώσεις έντασης, ο πρωταρχικός στόχος είναι η αποκλιμάκωση για την αποφυγή ενός θερμού επεισοδίου, που μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες ανθρώπινων ζωών.
Ωστόσο, η συνολική και λεπτομερής αξιολόγηση και εκτίμηση του εν λόγω περιστατικού, καταδεικνύει για μια ακόμη φορά την ελληνική υποχωρητικότητα απέναντι στις συνεχώς επιδεινούμενες τουρκικές διεκδικήσεις σε βάρος ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Εν προκειμένω, λοιπόν, η προκλητική παρουσία τουρκικών πολεμικών πλοίων σε απόσταση 6,1 ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Κάσου για την επιτήρηση του ιταλικού πλοίου που εκτελούσε έρευνα για την πόντιση καλωδίου ηλεκτρικής σύνδεσης Κύπρου-Κρήτης, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ως δήθεν δικαίωμα της Τουρκίας, όπως αφέθηκε να εννοηθεί σε κάποιες πολιτικές και δημοσιογραφικές προσεγγίσεις.
Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας προβλέπει ρητά ότι τα νησιά έχουν χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων, όπως επίσης υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Το γεγονός βέβαια ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που δεν έχει προβεί στην επέκταση των χωρικών της υδάτων από τα 6 ναυτικά μίλια στα 12, επειδή η Τουρκία θεωρεί μία τέτοια ενέργεια ως casus belli, αποτελεί την πρώτη και ιδιαιτέρως σοβαρή υποχώρηση της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, οι συνέπειες της οποίας είναι ήδη ορατές και επώδυνες.
Η Τουρκία, ειρήσθω εν παρόδω, έχει αυξήσει τα θαλάσσια σύνορα της στο Αιγαίο από τα τρία μίλια που προβλέπονταν από τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 στα έξι ναυτικά μίλια, χωρίς την παραμικρή αντίδραση από ελληνικής πλευράς, ενώ στον Εύξεινο πόντο και στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει αυξήσει τα χωρικά της ύδατα σε 12 ναυτικά μίλια.
Δεν σταματούν όμως εδώ οι υποχωρήσεις από ελληνικής πλευράς. Στην περίπτωση της Κάσου, τα τουρκικά πολεμικά πλοία μπορεί να έμειναν έξω από τα χωρικά ύδατα, αλλά η παραμονή τους εκεί εκδήλωνε την τουρκική αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ, όπως ορίστηκε με τη συμφωνία Ελλάδας - Αιγύπτου.
Ταυτόχρονα, η παρουσία των τουρκικών πολεμικών πλοίων εντός της ελληνικής ΑΟΖ στην Κάσο επιβεβαιώνει τη σθεναρή υποστήριξη της Τουρκίας στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, καθώς επίσης και τις διεκδικήσεις της Τουρκίας ανατολικά του 28ου μεσημβρινού, ένα τεράστιο κενό που άφησε ο καθορισμός της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, δηλωτικό μιας ακόμη σοβαρής ελληνικής υποχώρησης στις τουρκικές διεκδικήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Εν κατακλείδι, καλή και ευπρόσδεκτη η διπλωματική διαμεσολάβηση και ο συνεχής διάλογος για την άμβλυνση των εντάσεων που συχνά πυκνά προκαλεί εσκεμμένως η Τουρκία στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο, ωστόσο η ελληνική υποχωρητικότητα επί σειρά ετών είναι μία σκληρή πραγματικότητα, οι συνέπειες της οποίας θα είναι τραγικές στο μέλλον αν η Ελλάδα δεν αλλάξει πολιτική και κυρίως αν δεν αποκτήσει εθνική στρατηγική.
*Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστήμιου, Υποστράτηγος ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος των Σχολών Εθνικής Άμυνας και Εθνικής Ασφάλειας.