Αύριο Δευτέρα θα γίνει η συνάντηση Κασσελάκη - Ανδρουλάκη στη Βουλή, χωρίς ουδεμία πολιτική σημασία. Δε σηματοδοτεί προείκασμα μελλοντικής σύμπραξης, συνεργασίας και συμμαχίας. Αυτά θα υπάρχουν εν μέρει και σε επί μέρους θέματα, όπως ας πούμε η επικαιρότητα της φορολογίας των ελευθέρων επαγγελματιών και οι υποκλοπές, όπου μάλιστα διαγκωνίζονται ποιος θα είναι πλέον καταγγελτικός.
Ενίοτε λαμβάνει και μορφή… εφηβικού ανταγωνισμού. Όπως π.χ. το απόγευμα της Πέμπτης που ο Ανδρουλάκης εισήλθε στην αίθουσα όπου διεξαγόταν η συζήτηση για τις συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές.
Ω του θαύματος, λίγο αργότερα προσήλθε και ο Κασσελάκης, προφανώς ειδοποιημένος από τον Σωκράτη Φάμελλο που ήταν παρών ως εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έπρεπε να αφήσει στον Ανδρουλάκη όλη τη… δόξα της υπεράσπισης των ανεξάρτητων αρχών.
Και όμως, το εν λόγω θέμα είναι και το μόνο που θα μπορούσαν να ασκήσουν ένα είδος δικαιολογημένης αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση, με πρωτεργάτη το ΠΑΣΟΚ ως άμεσα ενδιαφερόμενο, καθώς ήταν το κόμμα που καθιέρωσε και υπερασπίστηκε τις ανεξάρτητες αρχές.
Αλλά ο Ανδρουλάκης φρόντισε να το κάψει μόνος του. Επί μακρόν ήταν η μονοθεματική αντιπολιτευτική κραυγή του, σε σημείο να υπονομεύει εαυτόν, εστιάζοντας υπερβολικά στην παρακολούθησή του από την ΕΥΠ και ψευδόμενος. Αφενός η παρακολούθηση - καλώς ή κακώς, δεν γνωρίζουμε - είχε την έγκριση εισαγγελέως, άρα ήταν νόμιμη. Αφετέρου ισχυριζόταν ότι η κυβέρνηση παρακολουθούσε τον αρχηγό του τρίτου κόμματος της Βουλής.
Ψευδής ισχυρισμός αφού όταν έγινε αρχηγός η παρακολούθηση αμέσως σταμάτησε (εάν δεν υπήρχαν βάσιμοι λόγοι κακώς ξεκίνησε, αν υπήρχαν κακώς σταμάτησε με το αρχηγιλίκι). Παράλληλα διέσπειρε μόνος του υποψίες, λέγοντας ότι στο εξής θα είναι εκβιαζόμενος. Εθεσε δηλαδή ο ίδιος εαυτόν υπό αμφισβήτηση, ωθώντας τους πολίτες να διαπορούν: Για ποιο λόγο να νοιώθει εκβιαζόμενος; Τι έχει κάνει;
Δεν υπονοούμε κάτι, θεωρούμε τη φράση ως γλωσσικό ολίσθημα. Ωστόσο, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απευθύνεται σε ένα κοινό αρκετά πιο μετριοπαθές, ώριμο και λελογισμένο από το αντίστοιχο των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι λειτουργούν με ιδεολογικό φανατισμό και παρωχημένη αντιδεξιά εχθροπάθεια.
Όμως όπως έδειξαν και οι εκλογές του 2019 και του 2023, δεν πουλάει πλέον η αντιδεξιά καταγγελία. Άλλωστε, η πλειοψηφία των πολιτών εξέλαβε τη μονοθεματική καταγγελτική ενασχόληση του Ανδρουλάκη με την παρακολούθησή του, ως αδιαφορία για τα υπόλοιπα προβλήματα της χώρας. Το αποτέλεσμα το έδειξαν οι εκλογές...
Παράλληλα το ΠΑΣΟΚ, ενώ ως κόμμα έχει τα πιο ικανά στελέχη σε επίπεδο κυβερνησιμότητας, συχνά αντιπολιτεύεται λαϊκίστικά με το βλέμμα στραμμένο στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που κάποτε ήταν ΠΑΣΟΚ, μήπως τους πείσει να «γυρίσουν σπίτι». Με τέτοια στόχευση χάνει τον σοβαρό μεσαίο χώρο, στέλνοντάς στον Μητσοτάκη!
Γιατί τι άλλο πετυχαίνει και με την καταγγελία ότι η κυβέρνηση είναι ανακόλουθη γιατί είχε υποσχεθεί ότι δεν θα βάλει κανένα νέο φόρο και τώρα βάζει; Σκοπίμως συγχέει τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης με νέους φόρους. Παρόμοια σύγχυση, από σκοπιμότητα ή άγνοια, είχε κάνει και η Αχτσιόγλου ως υπεύθυνη οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ. Μπέρδεψε τα φορολογικά έσοδα με αύξηση της φορολογίας. Το εκλογικό αποτέλεσμα απάντησε.
Σαφώς η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να συλλάβει τη φοροδιαφυγή όπως, δεν μπόρεσαν και όλες οι κυβερνήσεις της χώρας. Αυτός ήταν ο λόγος που εδώ και 45 χρόνια, από το 1977 θεσπίστηκαν τα «τεκμήρια».
Αν κάτι έσωσε το ΠΑΣΟΚ, ήταν η ανερμάτιστη και ανεύθυνη «δέσμευση» Κασσελάκη στους ελεύθερους επαγγελματίες, ότι μέχρι 10.000 ευρώ ο φόρος τους θα είναι μηδέν. Ο άνθρωπος νομίζει ότι βρίσκεται στις ΗΠΑ, όπου το δηλωθέν εισόδημα είναι συνήθως και πραγματικό!
Η ΝΔ δε θα είχε τέτοιο εκλογικό και δημοσκοπικό προβάδισμα αν οι αρχηγοί των δύο κομμάτων ενέπνεαν. Όμως ο ένας ενέπνευσε μόνο τα πρωϊνάδικα και τώρα που προσπαθεί να αρθρώσει πολιτικό λόγο είναι «όσα παίρνει ο άνεμος». Ο άλλος ανασκαλεύει αντιδεξιές αναμνήσεις παλιού ΠΑΣΟΚ, συμπαθητικές μεν, αλλά εκτός εποχής και της συγκεκριμένης Δεξιάς.
Εν προκειμένω και οι δυο εμφανίστηκαν να υπερασπίζονται τη φοροδιαφυγή των ελευθέρων επαγγελματιών, αδιαφορώντας για τα πραγματικά (και περισσότερο πενόμενα) φορολογικά υποζύγια, τους μισθωτούς. Αν αυτοί τους καταψηφίσουν, θα φταίνε «τα πετσωμένα ΜΜΕ που στηρίζουν Μητσοτάκη» και όχι η δική τους ελαφρότητα...