Του Γιάννη Σιδέρη
Ο κ. Σταμάτης Μαλέλης έχει πηγαίο ταλέντο να δημιουργεί εκκωφαντικό θόρυβο με τη δράση του. Αυτό ήταν το προσόν του κατά τη θητεία του ως διευθυντής τηλεοπτικών ειδήσεων, όπου ως μύστης της επικοινωνίας κατάφερνε να υπερισχύει του ανταγωνισμού, θύοντας στον ελεγχόμενο κιτρινισμό των τηλεοπτικών παραθύρων, των ανάλαφρων ρεπορτάζ Μυκόνου και των ακκισμών της… μετεωρολόγου Πετρούλας.
Η στήλη από θέση αρχής δεν κρίνει το έργο δημοσιογράφων. Αυτοί κρίνονται από το κοινό τους και μόνο. Άλλωστε η κριτική μεταξύ επαγγελματιών της ενημέρωσης εμπεριέχει (και υποκρύπτει ) και μη ευγενή στοιχεία: Ο κρίνων ας πούμε, εμμέσως αποκαθάρει εαυτόν πλασάροντάς τον στη θέση του αψεγάδιαστου – ιδιότητα που δεν συναντάται στο… «ευγενές» επάγγελμά μας. Παράλληλα η κριτική μπορεί να υποκρύπτει δολιότερες προθέσεις, όπως επαγγελματική αντιζηλία και αθέμιτο ανταγωνισμό.
Ωστόσο τα ανωτέρω αίρονται, αφού ο εν λόγω πανίσχυρος διευθυντής αποφάσισε από παρατηρητής και καταγραφέας της δημόσιας ζωής, να γίνει συνδημιουργός της.
(Γράφαμε την Τρίτη 25 Δεκεμβρίου, επί λέξει: «Το ΚΙΝΑΛ παρουσιάζεται «δισυπόστατο». Από τη μια σε επίπεδο Κοινοβουλευτικής Ομάδας φέρνει στη Βουλή τεκμηριωμένα νομοσχέδια - προτάσεις. Από τη άλλη σε επίπεδο ηγεσίας (και υπευθύνου επικοινωνίας Μαλέλη), εκπέμπει έναν παλαιοπασοκικό λόγο, απομεινάρι του εκφραστικού στυλ της δεκαετίας του 80.
Έναν λόγο που ουδεμία σχέση έχει με τον Αντρεϊκό των αρχών της δεκαετίας του 90, τον εκσυγχρονιστικό του Σημίτη, ή τον μετανεωτερικό (ολίγον νεφελώδη και με αύρα από ΜΚΟ) λόγο του Γιώργου Παπανδρέου»)… Αμ έπος, αμ έργον. Σε δυο μέρες δικαιωθήκαμε!
Η θέση υπευθύνου επικοινωνίας αποτελεί την φωτισμένη βιτρίνα ενός κόμματος. Εκπέμπει - πρέπει να εκπέμπει – την συνολική εικόνα του, έτσι όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στα κείμενα και τις αποφάσεις των οργάνων του. Αποτελεί πάγκοινη αρχή ότι η βιτρίνα ενός κόμματος (του όποιου) δεν μπορεί να εκφράζει προσωπικές η μειοψηφικές απόψεις, οι οποίες ενδεχομένως να οφείλονται σε ιδεολογική καθήλωση ή θεωρητική υστέρηση (ως γενική παρατήρηση αυτό).
Παράλληλα δεν μπορεί να εκφράζει απόψεις που έλκουν την καταγωγή τους από τους μικρότερους εκ των συμβαλλομένων (εν προκειμένω ΔΗΜΑΡ- ΚΙΔΗΣΟ ), ή από περιθωριακά ρεύματα ιδεών που παρεπιδημούν στους κόλπους των κομμάτων. Αυτά πρέπει να υπάρχουν, αποτελούν υγεία, αλλά επ' ουδενί μπορούν να υποκαθιστούν την κεντρική πολιτική γραμμή.
Είναι γνωστό ότι ο κ. Παπανδρέου, τον οποίο ο Πρωθυπουργός στη Βουλή χαρακτήριζε ως Πινοσέτ ( πριν στην συνέχεια αποκαλέσει έτσι τον κ. Μητσοτάκη λόγω ασφαλιστικού), είναι υπέρ της σύγκλισης των «προοδευτικών δυνάμεων» – ακριβώς όπως και η ΔΗΜΑΡ από την οποία ο κ. Μαλέλης προέρχεται. Είναι επίσης γνωστό ότι στελέχη μικρότερης απήχησης κινούνται - και κάποια υποκινούνται από Πασόκους υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ – να σχηματίσουν ομάδες πίεσης για την ώσμωση των δύο χώρων.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι όρος επιβίωσης να διακινεί, και να διακονεί, απόψεις περί σύγκλισης «των προοδευτικών δυνάμεων» και περί «σταθερής μακροχρόνιας αριστερής προοδευτικής διακυβέρνησης», όπως καλωσόρισε τη δήλωση Μαλέλη ο Νίκος Παππάς. Και είναι γεγονός ότι οι απόψεις αυτές, που έχουν καθολική (καθότι ωφελιμιστική) απήχηση στον ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκουν συνήχηση και σε διάφορα σκόρπια τμήματα του ΚΙΝΑΛ:
Σε εκείνους που ζουν με τη νοσταλγία και ορέγονται εκ νέου την εξουσία, αλλά σεμνύονται να συγκυβερνήσουν με τη Δεξιά, και υποκρύπτονται χρησιμοποιώντας ως λεοντή το ιδεολόγημα των «προοδευτικών δυνάμεων».
Σε εκείνους - τους ανιδιοτελείς - που έχουν παραμείνει προσκολλημένοι στα παγιωμένα ιδεολογικά στερεότυπα αλλοτινών καιρών, τότε που τα πράγματα ήταν απλά, οι γραμμές καθαρές και οι αντίπαλοι ευκρινείς.
Και σε εκείνους που ενδεχομένως φιλοδοξούν να αναλάβουν υπερκομματικούς ρόλους εμβέλειας, και χρειάζονται μια μαζικότερη νομιμοποιητική βάση, την οποία δεν μπορεί να προσφέρει το καχεκτικό ποσοστό του ΚΙΝΑΛ.
Σε κάθε περίπτωση:
Ο αμείλικτος ρεαλισμός των αριθμών που απορρέει από τον εκλογικό νόμο, καταλήγει στο προφανές, ότι κυβέρνηση δεν συγκροτείται χωρίς την συμμετοχή του πρώτου κόμματος (που εν προκειμένω θα είναι η ΝΔ). Οι επαναληπτικές εκλογές με απλή αναλογική, θα είναι Καιάδας για την τραυματισμένη χώρα – και φυσικά για το ΚΙΝΑΛ που θα την σύρει σε τέτοια χαοτική επιλογή (πέραν του ότι είναι και αντιδημοκρατική στάση η αγνόηση της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος).
Το ΠΑΣΟΚ σε συνεργασία με τη ΝΔ έβγαλε τη χώρα έξω από το νερό, και την στιγμή που άρχισε να αναπνέει, ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ και την ξαναβύθισε. Γι' αυτό είναι μη κατανοητή η - κατ' επίφαση - τάση της ηγεσίας προς λήθη της συγκεκριμένης περιόδου.
Το ΚΙΝΑΛ (δηλ. το ΠΑΣΟΚ) πρέπει να επεξεργαστεί το τι θεωρεί σήμερα ως «προοδευτικό», υπό τις ιδιάζουσες συνθήκες χρεοκοπίας που βρισκόμαστε, και όχι υπό τις ιδεατές θεωρητικές κατασκευές του παρελθόντος, όταν η ευωχία της δανεικής ευημερίας επέτρεπε την πολυτέλεια πλασματικών διαχωρισμών (γιατί από τη δεκαετία του 90 και μετά θαρρούμε πως οι ιδεολογικοί διαχωρισμοί ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ήταν πλασματικοί, και οι μόνοι πραγματικοί αφορούσαν στην ικανότητα διακυβέρνησης των δύο - που και των δύο ήταν ανώτερη της παρούσης).
Να αποφασίσει επίσης εάν η σώφρων ανταπόκριση στις ανάγκες της χώρας υπερτερεί ή όχι των συγγενειών που απεικονίζει η πολιτική γεωγραφία. Και τέλος να παραδεχτεί ότι η σοσιαλιστική διανομή πλούτου προϋποθέτει την αυτογενή παραγωγή του.
Η παραδοχή αυτή και η απάντηση στο ερώτημα «Πως» θα το παραγάγει, ίσως από μόνη της θα απαντήσει και στο ερώτημα «με Ποιους».
Φωτογραφία intime news