Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη και μίλησε το μεσημέρι στην εκδήλωση για το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία για Αστέγους», που διοργάνωσε το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ένα πρόγραμμα που έχει μετατραπεί από πιλοτικό σε μόνιμο εργαλείο κοινωνικής πολιτικής για τη στέγαση και την επαγγελματική αποκατάσταση ευάλωτων ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν σταθερή ή ασφαλή κατοικία.
«Το πρόγραμμα το οποίο είχαμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε σήμερα είναι η απάντηση της πολιτείας απέναντι σε όλους αυτούς οι οποίοι θεωρούν ότι είναι αόρατοι. Επειδή η δουλειά του οργανωμένου κράτους είναι να στρέφει την προσοχή του πρωτίστως στους συμπολίτες μας που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, σχεδιάσαμε το πρόγραμμα αυτό -και θέλω να συγχαρώ τον Υπουργό, την Υφυπουργό, τον Γενικό Γραμματέα, τα στελέχη του Υπουργείου, αλλά και την κοινωνία των πολιτών, τους Δήμους οι οποίοι συνεργάζονται- για να μπορέσουμε να δώσουμε μία διέξοδο και να μετατρέψουμε κάτι το οποίο ήταν ένα πιλοτικό πρόγραμμα σε ένα μόνιμο πρόγραμμα με μόνιμη χρηματοδότηση», ανέφερε κατά την τοποθέτησή του ο Πρωθυπουργός.
«Η πραγματική ευαισθησία μιας πολιτείας αποτυπώνεται στην ενέργεια και στους πόρους που διαθέτει για αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, είτε αυτοί είναι άστεγοι, είτε αυτοί είναι οροθετικοί, είτε αυτοί είναι ναρκομανείς, συμπολίτες μας οι οποίοι για διάφορους λόγους χρειάζονται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο την στήριξη του κράτους. Και η μεγάλη δύναμη αυτού του προγράμματος είναι ακριβώς ότι συνδυάζει τη στέγη, το να έχεις ένα ταβάνι πάνω από το κεφάλι σου, με την εργασία. Διότι τελικά η στέγη από μόνη της δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα αν δεν δώσουμε μια ευκαιρία σε αυτούς τους συμπολίτες μας να αισθανθούν ότι μπορούν να πατήσουν ξανά στα πόδια τους. Και τελικά η εργασία είναι αυτή η μόνη η οποία μπορεί να δώσει πίσω σε αυτούς τους συμπολίτες μας αξιοπρέπεια, την αξιοπρέπεια η οποία τους λείπει», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης δύο πολίτες που έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα, η κα. Διονυσία και ο κ. Φώτης, αφηγήθηκαν τις κακουχίες που έχουν βιώσει και εξέφρασαν την ελπίδα ότι κι άλλοι ευάλωτοι θα επωφεληθούν από τις πρόνοιές του. Στη συζήτηση έλαβε μέρος και ο εργοδότης της κας Διονυσίας, ο οποίος σημείωσε ότι κέρδισε μία εργαζόμενη που συνεχίζει να απασχολείται στην επιχείρησή του και μετά το πέρας της προβλεπόμενης κάλυψης.
«Το πρόγραμμα “Στέγαση και Εργασία” δεν είναι το μεγαλύτερο πρόγραμμα του Υπουργείου. Είναι όμως ενδεχομένως αυτό με τη μεγαλύτερη συναισθηματική αξία, γιατί αφορά σε αστέγους, σε συμπολίτες μας που έφτασαν σε αδιέξοδο την προσωπική και οικογενειακή τους ζωή και ζητούν μια στήριξη από την πολιτεία για να κάνουν μια επανεκκίνηση. Είναι ένα πρόγραμμα καινοτόμο για τα ελληνικά δεδομένα που συνδυάζει τη στέγαση με ευκαιρίες εργασίας για τους αστέγους, με πολύ συγκεκριμένο τρόπο και για τους δυο πυλώνες. Αυτή είναι η προστιθέμενη αξία του προγράμματος που δίνει πραγματική ελπίδα σε ευάλωτους συνανθρώπους μας που το έχουν περισσότερο ανάγκη», σημείωσε ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης.
«Καταπολεμούμε έμπρακτα την αστεγία. Γιατί για εμάς οι άστεγοι δεν είναι αθέατοι! Μέχρι τώρα, όλοι μας είχαμε συνηθίσει σε μεταβατικές λύσεις, όπως τα υπνωτήρια αστέγων, στα οποία οι άστεγοι έχουν την δυνατότητα να κοιμούνται το βράδυ, αλλά να αποχωρούν το πρωί. Επιτέλους με ενεργητικές πολιτικές στοχεύουμε στην πλήρη επανένταξη στην κοινωνία και την αγορά εργασίας, κάθε συμπολίτη μας που έχει μεγαλύτερη ανάγκη. Γι’ αυτό και μέσα σε δύο χρόνια καταφέραμε να τριπλασιάσουμε τους Δήμους που εντάσσονται στο πρόγραμμα καλύπτοντας τους μισούς καταγεγραμμένους άστεγους των μεγάλων αστικών κέντρων, με βάση την τελευταία καταγραφή του 2018. Συνεχίζουμε! Προσκαλούμε όλους τους Δήμους της χώρας μας να ενταχθούν στο πρόγραμμα», δήλωσε η Υφυπουργός για Θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου.
«Το πρόγραμμα “Στέγαση και Εργασία” εντάσσεται στο πλέγμα των δημόσιων πολιτικών που υλοποιούνται για την πρόληψη και καταπολέμηση της αστεγίας, με στόχο την παροχή κατάλληλης στέγης στους ευάλωτους συμπολίτες μας, την ψυχοκοινωνική τους στήριξη και την ενεργή ένταξη τους στην αγορά εργασίας και στον κοινωνικό ιστό. Το κράτος στέκεται έμπρακτα δίπλα στους συμπολίτες μας που τελούν σε συνθήκες έλλειψης στέγης, εφαρμόζοντας στην πράξη τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης και της παροχής ίσων ευκαιριών σε όλους, στοχεύοντας στην ενεργή κοινωνική τους συμπερίληψη, η οποία αντανακλά τη φιλοσοφία των πολιτικών μας επιλογών», σημείωσε από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας, Γιώργος Σταμάτης.
Μέριμνα, επανένταξη και στήριξη
Το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία για Αστέγους» έχει διττό στόχο τη διασφάλιση στέγης για άστεγους πολίτες και την επανένταξή τους στον κοινωνικό ιστό μέσω της εύρεσης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ενώ παράλληλα προβλέπεται παροχή ψυχοκοινωνικής στήριξης στους ωφελούμενους.
Εφαρμόστηκε πιλοτικά το 2014 όμως ενισχύθηκε, επεκτάθηκε και θεσμοθετήθηκε ως μόνιμη δημόσια πολιτική το 2021, με προϋπολογισμό 10 εκατομμύρια ευρώ ανά διετή κύκλο.
Στο σκέλος της στέγασης, το πρόγραμμα προβλέπει επιδότηση ενοικίου για 24 μήνες και κάλυψη δαπανών για οικοσκευή και λοιπές λειτουργικές ανάγκες, όπως οι χρεώσεις των ΔΕΚΟ.
Όσον αφορά την επαγγελματική αποκατάσταση των συμμετεχόντων, παρέχεται, μεταξύ άλλων, επιδότηση εργασίας για τους πρώτους 12 μήνες, επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζόμενου και του εργοδότη για έως 12 μήνες πέραν του πρώτου έτους, επιδότηση για τη δημιουργία επιχείρησης, την αυτοαπασχόληση ή την εργασία στον πρωτογενή τομέα και επιδότηση για την απόκτηση δεξιοτήτων ή ένταξη σε προγράμματα της ΔΥΠΑ.
Οι ωφελούμενοι έχουν επίσης πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξης, στις οποίες περιλαμβάνονται ατομικές και ομαδικές συνεδρίες συμβουλευτικής, δράσεις για την υγεία, την εκπαίδευση, την κατάρτιση και τον εθελοντισμό και βοήθεια στην κατάθεση αιτήσεων για προνοιακές - κοινωνικές παροχές, όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα.
Στην πιλοτική φάση το πρόγραμμα εφαρμόστηκε σε 14 Δήμους, όμως πλέον έχει επεκταθεί σε 43. Η υλοποίηση γίνεται μέσω 23 συμπράξεων Δήμων.
Στόχος, σε πρώτη φάση, είναι η επανένταξη 800 ωφελούμενων, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στους μισούς άστεγους που καταγράφηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα στην τελευταία μέτρηση, το 2018.
Στο πρόγραμμα μπορούν να ενταχθούν οικογένειες και άτομα που φιλοξενούνται σε Ξενώνες Μεταβατικής Φιλοξενίας Αστέγων και Υπνωτήρια, όσοι έχουν καταγραφεί από τις Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων ως άστεγοι και διαβιούν στο δρόμο ή σε ακατάλληλα καταλύματα, γυναίκες που φιλοξενούνται σε ξενώνες θυμάτων βίας και δεν έχουν πρόσβαση σε κατοικία, αλλά και άτομα που βρίσκονται σε Ξενώνες Προσωρινής Φιλοξενίας Μονάδων Κοινωνικής Επανένταξης Πιστοποιημένων Θεραπευτικών Προγραμμάτων Εξαρτημένων Ατόμων.
Αναλυτικά ολόκληρη η τοποθέτηση του Πρωθυπουργού
Κύριε Υπουργέ, κυρία Υφυπουργέ, κυρία και κύριοι Γενικοί Γραμματείς, κυρίες και κύριοι, αγαπητή Διονυσία, αγαπητέ Φώτη,
Νομίζω ότι όλοι αισθανόμαστε κάποια συγκίνηση σήμερα ακούγοντας πολύ δυνατές ανθρώπινες ιστορίες συμπολιτών μας, οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με καταστάσεις που, όπως είπατε, πολύ δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε. Με ανθρώπινες τραγωδίες, με πόνο, με μοναξιά, αντιμέτωποι με αισθήματα απόγνωσης βλέποντας όλα γύρω τους να είναι μαύρα και μη διαπιστώνοντας καμία δυνατότητα να ξεφύγουν από αυτή την κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει. Και, πράγματι, κάθε μία από τις ιστορίες αστεγίας που εγώ τουλάχιστον έχω συναντήσει, είναι μία ξεχωριστή και διαφορετική ιστορία περιπέτειας και πολύ μεγάλων δυσκολιών.
Το πρόγραμμα το οποίο είχαμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε σήμερα είναι η απάντηση της πολιτείας απέναντι σε όλους αυτούς οι οποίοι θεωρούν ότι είναι αόρατοι. Το είπατε καλά, κύριε Φώτη, αυτή είναι η σωστή λέξη την οποία πρέπει να χρησιμοποιήσουμε. Όλοι αυτοί τους οποίους συχνά γυρίζοντας από τη βραδινή μας διασκέδαση προσπερνάμε στο δρόμο όταν τους βλέπουμε να κοιμούνται κάτω ή σε ένα παγκάκι και συνήθως περπατάμε λίγο πιο γρήγορα. Φαντάζομαι το έχετε αισθανθεί αυτό, το έχετε βιώσει. Και δύσκολα προσπαθούμε να ταυτιστούμε με το πρόβλημά του άλλου, πόσο μάλλον να καταλάβουμε τι μπορούμε εμείς να κάνουμε για να βοηθήσουμε αυτούς τους συμπολίτες μας.
Επειδή όμως η δουλειά του οργανωμένου κράτους είναι να στρέφει την προσοχή του πρωτίστως στους συμπολίτες μας που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, σχεδιάσαμε το πρόγραμμα αυτό -και θέλω να συγχαρώ τον Υπουργό, την Υφυπουργό, τον Γενικό Γραμματέα, τα στελέχη του Υπουργείου, αλλά και την κοινωνία των πολιτών, τους Δήμους οι οποίοι συνεργάζονται- για να μπορέσουμε να δώσουμε μία διέξοδο και να μετατρέψουμε κάτι το οποίο ήταν ένα πιλοτικό πρόγραμμα σε ένα μόνιμο πρόγραμμα με μόνιμη χρηματοδότηση 10 εκατομμύρια ευρώ -800 συμπολίτες μας. Είχε δίκιο ο Κωστής όταν είπε ότι το νούμερο μπορεί να μη φαντάζει πολύ μεγάλο και σίγουρα η ενέργεια και ο χρόνος ο οποίος μπήκε από πλευράς Υπουργείου για να χτιστεί αυτό το πρόγραμμα το οποίο αφορά μια μικρή μερίδα συμπολιτών μας, ενδεχομένως με άλλα κριτήρια να έλεγε κανείς «θέλω να αφιερώσω την προσοχή μου κάπου αλλού».
Όχι, όμως. Η δική μου απάντηση, εξ αρχής όταν συζητούσαμε τα θέματα αυτά με το επιτελείο του Υπουργείου Εργασίας, είναι ότι η πραγματική ευαισθησία μιας πολιτείας αποτυπώνεται στην ενέργεια και στους πόρους που διαθέτει για αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, είτε αυτοί είναι άστεγοι, είτε αυτοί είναι οροθετικοί, είτε αυτοί είναι ναρκομανείς, συμπολίτες μας οι οποίοι για διάφορους λόγους χρειάζονται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο την στήριξη του κράτους. Και η μεγάλη δύναμη αυτού του προγράμματος είναι ακριβώς ότι συνδυάζει τη στέγη, το να έχεις ένα ταβάνι πάνω από το κεφάλι σου, με την εργασία.
Διότι τελικά η στέγη από μόνη της δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα αν δεν δώσουμε μια ευκαιρία σε αυτούς τους συμπολίτες μας να αισθανθούν ότι μπορούν να πατήσουν ξανά στα πόδια τους. Και τελικά η εργασία είναι αυτή η μόνη η οποία μπορεί να δώσει πίσω σε αυτούς τους συμπολίτες μας αξιοπρέπεια, την αξιοπρέπεια η οποία τους λείπει. Και είναι σίγουρα πολύ μεγαλύτερη η ικανοποίηση όταν αγοράζετε έναν ελληνικό καφέ με το δικό σας εισόδημα από ό,τι όταν σας τον προσφέρει κάποιος. Γι’ αυτό και η μεγάλη δυσκολία του προγράμματος -και εκεί θέλω πραγματικά να σας ζητήσω να εργαστούμε όλοι μαζί- είναι να έχουμε περισσότερες ιστορίες όπως αυτή της κας. Διονυσίας.
Αλλά για να το κάνουμε αυτό δεν χρειάζεται μόνο να βρούμε ένα διαμέρισμα. Αυτό θα έλεγα ότι είναι μάλλον το εύκολο κομμάτι. Είναι να βρούμε εργοδότες, όπως ο κ. Ζήσης, οι οποίοι θα πάρουν το ρίσκο ενδεχομένως και θα ξεπεράσουν την καχυποψία και θα προσλάβουν έναν συμπολίτη μας άστεγο, να του δώσουν αυτή την ευκαιρία. Και ξέρουμε πολύ καλά -έχετε δίκιο, το είπατε- ότι δεν θα είναι όλες οι ιστορίες, ιστορίες επιτυχίας.
Θέλουμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες, όμως, να μπορέσουμε να έχουμε περισσότερες ιστορίες όπως αυτή της κας Διονυσίας. Και βέβαια τελικά όλα εξαρτώνται και από τη δύναμη των συμπολιτών μας που βρέθηκαν σε μια δύσκολη κατάσταση να πατήσουν ξανά στα πόδια τους. Και όσο περισσότερες ιστορίες ανθρώπων που μπορούν να πιστέψουν ότι μπορούν να αλλάξουν τη ζωή τους προς το καλύτερο καταφέρουμε να μεταφέρουμε με όλα τα μέσα -δεν έχω καμία αμφιβολία ότι οι βασικοί ωφελημένοι του προγράμματος αυτού δεν περιμένουν να μας ακούσουν σήμερα από τα δελτία ειδήσεων ή από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θα μάθουν για το πρόγραμμα αυτό από το street work, από τους κοινωνικούς μας λειτουργούς, από ιστορίες ενδεχομένως που θα πάνε από στόμα σε στόμα. Αλλά όσες περισσότερες τέτοιες ιστορίες μπορέσουμε να μεταφέρουμε, τόσο θα υπάρχει ελπίδα τελικά. Ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο.
Και βέβαια χρειάζεται και κάτι ακόμα: χρειάζεται ανθρωπιά. Διότι και ο κάθε επιχειρηματίας σίγουρα δεν πρέπει να δει αυτή την επιλογή ως μια στεγνά τεχνοκρατική επιλογή. Έρχεται το κράτος και πληρώνει -πράγματι σημαντικό είναι να πληρώνεις σε κάποιον μισθό και εργοδοτικές εισφορές για ένα χρόνο- αλλά χρειάζεται και μια μεγαλύτερη υπέρβαση. Και ίσως αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι οι μικρές επιχειρήσεις που είναι πιο οικογενειακές, δίνουν τελικά περισσότερες ευκαιρίες σε συμπολίτες μας να εντάσσονται σε τέτοια προγράμματα. Χρειαζόμαστε, όμως, και από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις να κάνουν το βήμα αυτό. Κατ’ εξοχήν για αυτές θα έλεγα ότι είναι πιο εύκολο.
Μια κουβέντα για τις πολύ σημαντικές κοινωνικές υπηρεσίες που παρέχουν οι Δήμοι -ο Πειραιάς είναι πράγματι ένα πολύ επιτυχημένο παράδειγμα. Αλλά είναι σαφές -και νομίζω ότι αυτό αναδεικνύεται και από μία σειρά θεμάτων τα οποία έχουν αναδειχθεί στην επικαιρότητα- ότι χρειαζόμαστε περισσότερους κοινωνικούς λειτουργούς και όχι λιγότερους. Με ένα ευρύ πλέγμα δραστηριοτήτων. Και γι’ αυτό και έχουμε εγκρίνει περισσότερες τέτοιες προσλήψεις στο ετήσιο πρόγραμμα των προσλήψεων που εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, διότι τελικά οι κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ μιας σειράς κοινωνικών προβλημάτων και της οργανωμένης πολιτείας σε επίπεδο Αυτοδιοίκησης α’ βαθμού, β’ βαθμού και τελικά του κεντρικού κράτους.
Εύχομαι το πρόγραμμα αυτό να είναι πολύ πετυχημένο και να μπορέσουμε να δικαιολογήσουμε την εκταμίευση περισσότερων πόρων και θα το κάνουμε. Δεν έχουμε καμία δυσκολία όταν ένα πρόγραμμα είναι επιτυχημένο να μπορούμε να αυξάνουμε τη δυναμικότητά του σε επίπεδο πόρων.
Να τονίσω επίσης πόσο σημαντική είναι η διάσταση της ψυχολογικής υποστήριξης για τους συμπολίτες μας οι οποίοι βρίσκονται στην αστεγία, ειδικά για τις περιπτώσεις όπου έχουμε χρήστες, που τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα. Γι’ αυτό και έχει σημασία το πρόγραμμα να χτίζεται ως ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο το οποίο δίνει ουσιαστικά στέγη, δίνει εργασία αλλά δίνει και μία πρόσθετη υποστήριξη στους ανθρώπους οι οποίοι θα την χρειαστούν και θα την αναζητήσουν.
Επομένως, να ευχηθώ καλή επιτυχία στην ολοκλήρωση του προγράμματος, να έχουμε περισσότερες καλές και ωραίες ιστορίες όπως αυτές που ακούσαμε. Και μέσα στην τοξικότητα των ημερών και τη σκληρή, πολύ σκληρή αντιπαράθεση -μερικές φορές νομίζω ότι όλοι μας, όσοι προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας στα κοινά, σκεφτόμαστε, γυρνάμε το βράδυ στο σπίτι πολλές φορές με ένα κεφάλι καζάνι από όλα αυτά που έχουμε ακούσει- σήμερα είναι μία από αυτές τις μέρες που θα γυρίσει κανείς στο σπίτι του και θα πει: «Ναι, αξίζει τον κόπο αυτό το οποίο κάνουμε».
Σας ευχαριστώ πολύ.