Η κυβέρνηση διαχειρίζεται διαφορετικά αιτήματα με δίκαιο τρόπο, προσπαθώντας να επιτύχει την κατανομή περιορισμένων πόρων σε απεριόριστες ανάγκες, ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συζήτηση με τον πρόεδρο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου Νικόλαο Μπακατσέλο, στο πλαίσιο εκδήλωσης με τίτλο «Fostering a Sustainable Economic Future Amidst Global Challenges», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Ο πρωθυπουργός, αρχικά έκανε αναφορά στην εμπιστοσύνη των αγορών και στα στοιχεία που δείχνουν οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας, όπως και στις ολοένα και περισσότερες επενδύσεις που γίνονται, σημειώνοντας πως η χώρα μας «βγήκε πολύ τραυματισμένη από μία δεκαετή κρίση και χάσαμε το ένα τέταρτο του εθνικού εισοδήματος». «Κάναμε μεγάλη προσπάθεια να την κρατήσουμε όρθια», επισήμανε.
Για τις αγροτικές κινητοποιήσεις είπε ότι «γίνεται συζήτηση για τις αποζημιώσεις των αγροτών. Μέσω ΕΛΓΑ έχει δοθεί ένα δισ. ευρώ σε αγροτικές αποζημιώσεις. Ποσό πολύ μεγαλύτερο από τις εισφορές των αγροτών, συνεπώς ενίσχυση που προήλθε μέσα από τον προϋπολογισμό, κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν αν η οικονομία δεν πήγαινε καλά».
«Υπάρχει η στήριξη του εισοδήματος, αλλά και οι παραγωγικές επενδύσεις», τόνισε και υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα αποτελεί φωτεινό παράδειγμα ανάκαμψης και επανόδου».
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται μόνο αν υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη του πλούτου που παράγεται, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι «ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει και οι αυξήσεις των μισθών θα γίνουν», προσθέτοντας πως «υπάρχει μια υποχρέωση για τους εργοδότες: να αμείβετε καλύτερα τους εργαζόμενους».
Υπογράμμισε ότι προϋπόθεση για κάθε κυβερνητική πολιτική σχετίζεται με τη συνετή δημοσιονομική πολιτική και συνέπεια που έχει ως κεντρικό στόχο να «μειώνουμε χρέος, να παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα και να στηρίζουμε τους πιο αδύναμους συμπολίτες».
«Μειώσαμε την ανεργία, που πλέον είναι λίγο πάνω από 9%, ξεπαγώσαμε τις τριετίες πιο νωρίς», είπε και πρόσθεσε ότι η Ελλάδα προσφέρει ασφάλεια, ηγετικό ρόλο σε κλάδους όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, ένα εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό, που είναι απόφοιτοι των δημόσιων πανεπιστημίων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και περιφέρεια. Στα Γιάννενα π.χ. έγινε cluster μεγάλων εταιριών.
Διευκρίνισε ότι η πιο σημαντική προϋπόθεση, μιλώντας στους ξένους επενδυτές, «είναι η εμπιστοσύνη, η συνέπεια, η ειλικρίνεια» και αυτά, υπογράμμισε, αναγνωρίζονται σήμερα στη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στο μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης λέγοντας ότι «υπάρχει ισχυρή πολιτική νομιμοποίηση και διαφάνεια ως προς τις κυβερνητικές μας προθέσεις και κανείς να μην εκπλήσσεται γιατί φέραμε μια μεταρρύθμιση για τον τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών, γιατί φέρνουμε μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη και μια σημαντική μεταρρύθμιση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με ενίσχυση των δημοσίων ΑΕΙ και κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στα πανεπιστήμια».
Μίλησε για ένα μεγάλο αριθμό αλλαγών «που θα κρατήσουν τη χώρα μας σε τροχιά γρήγορης σύγκλισης με την Ευρώπη», διευκρινίζοντας ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί με προϋπόθεση τη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης
Χαρακτήρισε υποκριτική τη στάση των κομμάτων στη συζήτηση για την τροπολογία σχετικά με την επιστολική ψήφο και στις εθνικές εκλογές. «Αφού δοκιμαστεί, θα επανέλθουμε το επόμενο φθινόπωρο», επανέλαβε.
Για το ζήτημα της βίας των ανηλίκων και των εφήβων, είπε πως είναι ένα πολύ σύνθετο παγκόσμιο πρόβλημα. «Συγκροτούμε διεπιστημονική επιτροπή για τη μελέτη του φαινομένου», συμπλήρωσε.
Ξεκαθάρισε για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής ότι έχει μεγάλη σημασία να τηρείται ο νόμος παντού. «Δεν μπορεί κάποιος να είναι τζαμπατζής σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος, στόχος και με τη φοροδιαφυγή να στείλουμε το μήνυμα πως όλοι παίζουμε με τους ίδιους κανόνες», τόνισε.
Ως προς τη στήριξη της Ουκρανίας είπε αποτελεί μια σημαντική απόφαση της ΕΕ ενώ εξ αφορμή της καθυστέρησης που υπήρξε ως προς την τελική απόφαση σημείωσε ότι «πρέπει να συμφωνήσουμε και οι 27, δεν μπορούμε να έχουμε την ταχύτητα λήψης αποφάσεων όπως σε μία χώρα».
Για τις ευρωεκλογές επισήμανε ότι είναι καλό ότι γίνεται συζήτηση για τις προκλήσεις στην Ευρώπη και πως πρέπει να μας απασχολήσουν δύο τομείς: ζητήματα ανταγωνιστικότητας απέναντι σε ΗΠΑ και Κίνα και η κοινή άμυνας της ΕΕ.