Εν μέσω έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων, τα τελευταία δυόμισι χρόνια - από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και από την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή τον Οκτώβριο του 2023 - η κυβέρνηση επιχειρεί να διατηρήσει στις «ράγες» το οικονομικό της πρόγραμμα, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει πληθωριστικές πιέσεις και ενεργειακή κρίση, με τρόπο τέτοιο, ώστε να κατορθώσει, οι όποιες απώλειες, σε επίπεδο εκλογικού σώματος, να περιοριστούν.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει - από την προεκλογική περίοδο του 2023 ακόμη - ότι η χώρα δεν πρόκειται να παρεκκλίνει κατ’ ελάχιστο από τους δημοσιονομικούς κανόνες και δεσμεύεται ότι η δημοσιονομική πειθαρχεία, στη βάση των κανόνων, που έχει επαναφέρει η Ευρωζώνη, θα τηρηθεί σε κάθε περίπτωση. Η ρήση «δεν θα αφήσουμε τη χώρα να επιστρέψει στις εποχές που ζούσε πάνω από τις δυνατότητές της» έχει ακουστεί πολλάκις δια στόματος πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση επαναφέρει σε πρώτο πλάνο την Οικονομία, την οποία ταυτίζει με τη σταθερότητα στη χώρα, τη στιγμή, μάλιστα που απέναντί της τα κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται σε τροχιά έντονων εσωκομματικών διεργασιών. Βασικό επιχείρημα των στοιχείων του προϋπολογισμού, όπως ο ρυθμός ανάπτυξης, είναι ότι η εφαρμογή του φέρνει τη χώρα πιο κοντά στην Ευρώπη, με τα εισοδήματα να αυξάνονται περισσότερο από τον πληθωρισμό, τους φόρους να ακολουθούν πτωτική πορεία, τομείς, όπως η υγεία και η παιδεία να ενισχύονται και η ανεργία να μειώνεται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανάρτησε βίντεο στα κοινωνικά δίκτυα, προσπαθώντας να περάσει το μήνυμα της οικονομικής ευταξίας και θετικής προοπτικής με κωδικοποιημένα τα βασικά στοιχεία του προϋπολογισμού. «Κάνει καλό στην τσέπη μας» αναφέρει ο πρωθυπουργός, εστιάζοντας σε 12 αυξήσεις αποδοχών και 12 μειώσεις φόρων, που όπως λέει περιλαμβάνονται σε αυτόν και «κλείνουν σταθερά την ψαλίδα που μας χωρίζει από τα ευρωπαϊκά εισοδήματα». Δεύτερο στοιχείο ότι, κατά τον κ.Μητσοτάκη, «νοικοκυρεύει κι άλλο το δημόσιο χρέος», αφού το «μειώνει κατά σχεδόν 5 μονάδες του ΑΕΠ αυξάνοντας επιπλέον τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας και ελαφρύνοντας τις επόμενες γενιές».
Στοιχείο τρίτο, «κάνει πιο ισχυρή και πιο ανθεκτική την οικονομία μας διότι στοχεύει στην αύξηση των εξαγωγών των ελληνικών προϊόντων και στη μείωση των εισαγωγών». Τέταρτο σημαντικό στοιχείο για το Μέγαρο Μαξίμου, ότι ο προϋπολογισμός του 2025 «κλείνει το επενδυτικό κενό που άφησε στην οικονομία μας η κρίση», καθώς συγκριτικά με το 2019 υπερδιπλασιάζει τις δημόσιες επενδύσεις σε υγεία, παιδεία, ασφάλεια και πολιτική προστασία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επαναλαμβάνει ότι «όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής σταθερότητας και υπευθυνότητας. Σε μία στιγμή που άλλες ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες είτε βρίσκονται σε ύφεση είτε έχουν υπερβολικά ελλείμματα», όπως λέει χαρακτηριστικά.
Στη σημερινή συγκυρία, η τήρηση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την επόμενη τετραετία, που η κυβέρνηση έχει υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι κομβικής σημασίας, όχι μόνο για να διατηρήσει η χώρα τις καλές «βαθμολογίες» των αγορών και των οίκων αξιολόγησης, αλλά και για να κατορθώσει η κυβέρνηση να τηρήσει τις δεσμεύσεις της απέναντι στους πολίτες, κυρίως, όταν η ίδια έχει ζητήσει να κριθεί από την υλοποίηση και αποτελεσματικότητά τους, στις επόμενες εθνικές εκλογές.
Άξονας αυτών των δεσμεύσεων είναι η αύξηση των εισοδημάτων, μισθωτών και συνταξιούχων, όπως και η μείωση της ανεργίας. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να τηρηθεί και η εκτέλεση του προϋπολογισμού, όπως ακριβώς προβλέπεται στο προσχέδιό του, που κατατέθηκε στη Βουλή τη Δευτέρα.
Η διατήρηση του ρυθμού ανάπτυξης κοντά στο 2,3% - και σίγουρα υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο - το πρωτογενές πλεόνασμα του 2,5% του ΑΕΠ, ο πληθωρισμός στο 2,1%, η περαιτέρω μείωση της ανεργίας στο 9,7%, η αύξηση των συντάξεων κατά 2,2% - 2,5%, το έκτακτο επίδομα στους συνταξιούχους, που λόγω προσωπικής διαφοράς δεν λαμβάνουν την αύξηση αυτή, η αναπροσαρμογή των μισθών στο Δημόσιο, ανάλογα με την αύξηση του κατώτατου μισθού, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1% την επόμενη χρονιά, αποτελούν απαραίτητο βήμα για να φθάσει η ελληνική οικονομική πραγματικότητα να παρουσιάσει κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ και μέσο μισθό στα 1500 ευρώ, το 2027, όπως έχει διακηρύξει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Για την κυβέρνηση, η «μάχη» που παραμένει σε εξέλιξη και εξακολουθεί να αφήνει το αποτύπωμά της στις δημοσκοπήσεις, είναι αυτή με την ακρίβεια. Τα κυβερνητικά στελέχη μιλούν για αποκλιμάκωση των τιμών στα σούπερ μάρκετ περίπου στο 2%, αναγνωρίζοντας, ωστόσο, ότι ο επίμονος πληθωρισμός, όπως λένε, δεν έχει αφήσει έως τώρα τους πολίτες να αντιληφθούν την αύξηση των εισοδημάτων, που έχει ήδη επιτευχθεί.
Για το ακροατήριο εκτός συνόρων, αυτό που θα μετρήσει είναι η πρόβλεψη για μείωση του δημόσιου χρέους στο 149,1% του ΑΕΠ και αύξηση των επενδύσεων κατά 8,4%. Η ανησυχία επικεντρώνεται πλέον στις επιπτώσεις, που μπορεί να προκαλέσει η κρίση στη Μέση Ανατολή, με την άνοδο στην τιμή του πετρελαίου να προκαλεί έντονο προβληματισμό.