Κακά τα ψέματα, αλλά…
Όποια και αν είναι η ρητορική, τα θέματα και τα προγράμματα που αναδεικνύουν τα κόμματα της εκάστοτε αντιπολίτευσης… Ακόμη, δε, και σημαντικούς ελκυστικούς παράγοντες να εμπεριέχουν αυτά…
Συνήθως η ψήφος στην κάλπη του εκλογικού σώματος καθορίζεται πρωτίστως από την αξιολόγηση της κυβερνητικής πολιτικής… Ως επιβράβευσή της ή ως εκδήλωση τιμωρητικής διάθεσης…
Με πέντε, λοιπόν, σχεδόν πλήρη χρόνια εξουσίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η (ευρω)κάλπη της 9ης Ιουνίου κατεξοχήν προσφέρεται προς αποτύπωση της λαϊκής κρίσης επί των πεπραγμένων της. Από την πλευρά μας, λοιπόν, ουδέν διεκδικούντες πέραν της αποτύπωσης της υποκειμενικότητάς μας, θα λέγαμε…
Α. Τα υπέρ…
Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως η κυβέρνηση αυτή αναβάθμισε τη διεθνή εικόνα και το κύρος της χώρας;
Ποιος ότι προσέλκυσε επενδύσεις, δίνοντας αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία, και ότι περιόρισε την ανεργία (έστω και αν, με βάση τον ιδανικό κόσμο που «διασφαλίζουν» οι εκάστοτε αντιπολιτευτικές δυνάμεις, «έχουμε σκανδιναβικές τιμές και βουλγαρικές αμοιβές);
Ποιος ότι, σε κάποιο βαθμό έστω, περιόρισε τη «μπαχαλοκρατία» (έκφανση της οποίας ήταν και ο ανεμπόδιστος, σε δημόσιους χώρους, βιασμός της υπόλοιπης κοινωνίας από τους καπνιστές, τομέας όμως στον οποίο έχει πλέον αισθητά ατονήσει ο κυβερνητικός ζήλος);
Ποιος ότι, σε κάποιο βαθμό έστω, ανθίσταται στην πλειοδοσία ανέξοδου πατριωτισμού των -συνήθως λειτουργούντων ως ολετήρων- εθνοκάπηλων, διαχειριζόμενη με σχετική σοβαρότητα και αυτοσυγκράτηση τα εθνικά ζητήματα;
Ποιος, ακόμη, ότι κάνει κάποιες -μέτριας μέχρι στιγμής επιτυχίας- προσπάθειες περιορισμού των προβλημάτων και των δυσλειτουργιών στη δημόσια υγεία (όπου οφείλει να ανταγωνίζεται τις πολύ ψηλότερες αμοιβές που προσφέρουν στους λειτουργούς αυτού του κλάδου άλλες δυτικές χώρες), στη δημόσια παιδεία, ακόμη και στην πολύπαθη και εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Δικαιοσύνη, τουλάχιστον στη δεύτερη κυβερνητική τετραετία της, αφότου έπαψε να έχει υπουργό …ειδικό -όχι στη δίωξη του εγκλήματος, αλλά- των μικροβίων;
Και ποιος, γενικότερα μιλώντας, ότι σε γενικές γραμμές συμπεριφέρεται μάλλον σαν συγκροτημένη κυβέρνηση παρά ως ανέμελο μπουλούκι όπως το προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα;
Από την άλλη και κατά τα λοιπά…
Β. Τα κατά…
Πώς μπορεί αυτή η κυβέρνηση να μην ντρέπεται για το φιάσκο της πανεπιστημιακής αστυνομίας και για το δημοσιονομικό κόστος της;
Πώς μπορεί, ακόμη, αυτή η κυβέρνηση να κοιτάζει κατά πρόσωπο τα τόσα θύματα της εγκληματικότητας, όταν η αντίδραση στη δολοφονία αστυνομικού έξω από γήπεδο -και η συνακόλουθη εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης- έδειξε πόσο αποτελεσματικοί μπορεί να καθίστανται οι διωκτικοί μηχανισμοί με τα σύγχρονα μέσα που διαθέτουν, όταν κινητροδοτηθούν επαρκώς για να φύγουν από τη δημοσιοϋπαλληλική τους αποχαύνωση; (Και εδώ, όμως, παραμένει το ερώτημα πόσο ψηλά και πόσο «χοντρά» θα μπει το μαχαίρι, αναζητώντας τους «εργοδότες» των μικρονοϊκών εγκληματιών…)
Πώς μπορεί να μην ντρέπεται για τους μηχανισμούς παρακολούθησης πολιτικών αντιπάλων;
Ή για την παντελή αδράνειά της σε θεσμικές πρωτοβουλίες που θα έδιναν κάποια ουσία στο ιδεολόγημα της «ανεξάρτητης» δικαιοσύνης: Π.χ. τη νομοθετική απαγόρευση κατάληψης από αφυπηρετούντες δικαστές, για κάποια χρόνια, εξαιρετικά προνομιούχων θέσεων;
Πώς μπορεί ο επικεφαλής της να διερωτάται από πού θα μπορούσαν να προκύψουν περιθώρια για κοινωνικές παροχές όταν -έστω και αν η σημασία του μέτρου είναι δευτερευόντως δημοσιονομική και πρωτίστως συναρτώμενη με την κοινωνική κινητικότητα ή έστω και καθαρά συμβολική- ανέβασε το συνολικό αφορολόγητο της ενδοοικογενειακής μεταβίβασης περιουσιών πολύ κοντά στα 5 εκατομμύρια ευρώ;
Και κυρίως…
Πώς μπορεί το κυβερνών κόμμα να «σεμνύνεται» δημοσίως για το καταρτισθέν ευρωψηφοδέλτιο της ντροπής (με συμμετοχή ατόμων ανίκανων, κατά κυριολεξία, για να κάνουν βασικές αριθμητικές πράξεις ή άλλων που θα διεκδικήσουν το νόμπελ δημαγωγίας και ευτελούς λαϊκισμού, μόλις αυτό θεσμοθετηθεί);
Ακόμη περισσότερο δε πώς μπορεί χωρίς ερυθρίαση να αναφέρει πως, πίσω από τους «σελεμπριτάδες», υπάρχουν υποψήφιοι με ποιοτικά βιογραφικά, όταν είναι προφανές πως η εκλογή έχει ήδη γίνει στα πρωινάδικα, τα μεσημεριανάδικα, στα τηλεπαιχνίδια, αν όχι στα τηλεπορνεία πάντως στις πασαρέλες, στα γήπεδα και τους λοιπούς αγωνιστικούς χώρους κ.ο.κ.; Θα ψάξει κανείς να βρει τον Θανάση Εξαδάκτυλο ή τον Μιχάλη Αγγελόπουλο;
Βέβαια, ο καθένας θα σταθμίσει αν ο κυβερνητικός ισολογισμός είναι τελικά θετικός. Πάντως, στη θέση των κυβερνητικών στελεχών προσωπικά θα προσευχόμουν οι εκλογείς, αντί να συγκρίνουν τα θετικά με τα αρνητικά του έργου τους, να συγκρίνουν τον συνολικό απολογισμό τους, ακόμη και αν τον βρίσκουν ελαφρώς αρνητικό, με την αξιοπιστία και τις προοπτικές που ενσαρκώνουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Και επίσης, στη θέση τους θα προσευχόμουν, οι εκλογείς να σκεφθούν πως αφού, αυτή η κυβέρνηση θα παραμείνει επί τρία ακόμη χρόνια, καλό είναι να μην προστεθούν εμπόδια στον δρόμο της, δια της εξώθησης των «άλλων» να βγουν στους δρόμους…
* Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «ΧΩΡΙΣ ΣΤΕΜΜΑ, Η Αβασίλευτη του Μεσοπολέμου», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη.