Νέο κεφάλαιο στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις - Η επικοινωνία με Τραμπ και τα «καυτά» μέτωπα
AP Photo/Alex Brandon
AP Photo/Alex Brandon

Νέο κεφάλαιο στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις - Η επικοινωνία με Τραμπ και τα «καυτά» μέτωπα

Λίγη ώρα μετά την πρώτη του τηλεφωνική επικοινωνία με τον επανεκλεγέντα πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσε, έστω και εμμέσως, να παρουσιάσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθούν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις, στο νέο κεφάλαιο που ανοίγει με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο.

Ο πρωθυπουργός επέμεινε σε τρεις βασικούς άξονες. Πρώτον, στο «πολύ καλό επίπεδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, το οποίο είχε ήδη διαμορφωθεί από την πρώτη θητεία (Τραμπ)», δεύτερον, στο γεγονός ότι ο ίδιος είναι πλέον «από τους παλαιότερους ηγέτες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και από τους λίγους που έχουν θεσμική μνήμη συζητήσεων με τον Πρόεδρο Τραμπ», τρίτον στον διαχωρισμό των ελληνοαμερικανικών σχέσεων από τις ευρωαμερικανικές, με την διαφορά, που προσδίδει στις σχέσεις Αθήνας-Ουάσιγκτον ο στρατηγικός τους χαρακτήρας, όπως κατοχυρώνεται από την Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας.

Από το Μέγαρο Μαξίμου επιβεβαίωναν αμέσως μετά το τηλεφώνημα των δέκα λεπτών, το θετικό κλίμα της συνομιλίας των δύο ηγετών, που οδήγησε, μάλιστα, στην πρόσκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον Ντόναλντ Τραμπ να επισκεφθεί την Ελλάδα, στο πλαίσιο κάποιας περιοδείας του. Με το επιτελείο του νέου προέδρου των ΗΠΑ να βρίσκεται ακόμη υπό διαμόρφωση και από όσα έχουν γίνει γνωστά έως τώρα, σε αυτό να μην περιλαμβάνονται πρόσωπα από το παρελθόν, το καλό κλίμα στην απευθείας επικοινωνία των δύο μόνο να προσφέρει έχει στη δημιουργία ενός νέου διαύλου επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών που καθίσταται αναγκαία.

Το Μέγαρο Μαξίμου και ο πρωθυπουργός εμφανίζονται βέβαιοι ότι και το νέο κεφάλαιο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων θα συνεχίσει να είναι ανέφελο. Όχι μόνο γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επαφές με σημαίνοντα πρόσωπα τόσο των Ρεπουμπλικανών, όσο και των Δημοκρατικών, όπως επισημαίνεται, ούτε γιατί στην Ελλάδα βρίσκονται η Σούδα και η Αλεξανδρούπολη και είναι σε εξέλιξη, μεταξύ άλλων το εξοπλιστικό πρόγραμμα απόκτησης των F35, αλλά διότι, όπως τονίζουν, οι σχέσεις Αθήνας- Ουάσιγκτον στηρίζονται στο αμοιβαίο συμφέρον.

Το είπε και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, «είναι σχέσεις οι οποίες δεν στηρίζονται απλά σε ένα αξιακό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ δύο ιστορικών Δημοκρατιών που πάντα βρέθηκαν από τη σωστή πλευρά της Ιστορίας, είναι και σχέσεις που στηρίζονται στο αμοιβαίο συμφέρον, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν στη χρησιμότητα της στήριξης των ελληνοαμερικανικών σχέσεων». Για την ελληνική κυβέρνηση, το γεγονός ότι η χώρα αποτελεί έναν παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή, έχει αποκτήσει ένα ειδικό βάρος και συνομιλεί με όλους τους εμπλεκόμενους ώστε να μπορεί να συμβάλει, στον βαθμό που της αναλογεί, στη διαμόρφωση των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, αποτελούν «συν» στη διατήρηση των στενών και εποικοδομητικών σχέσεων.

Η Αθήνα προφανώς αναμένει τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας αμερικανικής κυβέρνησης απέναντι στα θέματα άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος. Η πορεία των σχέσεων Ουάσιγκτον - Άγκυρας, η στάση των ΗΠΑ το επόμενο διάστημα στον πόλεμο της Ουκρανίας – όπου η Ελλάδα δηλώνει υπέρ του αμυνόμενου χωρίς αστερίσκους – και στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής, οι κινήσεις της απέναντι στο ΝΑΤΟ και, κυρίως, η σχέση με την ΕΕ, απασχολούν ως προς την εξέλιξή τους.

Έως τώρα, η ελληνική κυβέρνηση διαχωρίζει τις ελληνοαμερικανικές από τις ευρωαμερικανικές σχέσεις, που ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε «λίγο πιο σύνθετες, με τον ίδιο να στρέφει το ενδιαφέρον του περισσότερο στις κινήσεις των Βρυξελλών, επισημαίνοντας με κάθε ευκαιρία ότι η Ευρώπη «πρέπει να ξυπνήσει από τον λήθαργο γεωπολιτικής αφέλειας στον οποίο έχει εισέλθει εδώ και πολλά χρόνια» και δίνοντας «δίκιο» στην παρέμβαση Τραμπ το 2018, όταν είχε διαμηνύσει στα μέλη του ΝΑΤΟ ότι δεν μπορούν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εγγυώνται την ασφάλεια όλων των ευρωπαϊκών χωρών και η Ευρώπη να μην φτάνει στις αμυντικές δαπάνες που είναι καθορισμένες από το ΝΑΤΟ, δηλαδή στο 2%.

Το συγκεκριμένο επιχείρημα Τραμπ, άλλωστε, δεν αφορούσε στην Ελλάδα, που πλέον δαπανά το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνα και ζητά αυξημένες αμυντικές δαπάνες και από την υπόλοιπη Ευρώπη βάζοντας στο «τραπέζι» τον στόχος της στρατηγικής της αυτονομίας.

Το κεφάλαιο της οικονομίας και των οικονομικών σχέσεων Ευρώπης - ΗΠΑ είναι ξεχωριστό και «αγγίζει» χωρίς αμφιβολία την Ελλάδα, έστω και «δια της τεθλασμένης». Η Ελλάδα μιλά για την ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, θέμα στο οποίο δίνει χαρακτηριστικά κατεπείγοντα, με τον πρωθυπουργό να ζητά και στο τελευταίο άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να βρεθεί στο μικροσκόπιο των Βρυξελλών η έκθεση Draghi, ευελπιστώντας, ταυτόχρονα, να υπάρξει τελικά πεδίο συνεννόησης σε ό,τι αφορά την πολιτική των δασμών, που θα ακολουθήσει ο Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στην Ευρώπη.

Η νέα πορεία των ελληνοαμερικανικών και ευρωαμερικανικών σχέσεων ξεκινά τον Ιανουάριο, με κρίσιμο, έως τότε, για την Αθήνα να έχουν εγκαθιδρυθεί καταρχάς οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Ουάσιγκτον και το Κογκρέσο.