Του Τάσου Ευαγγελίου
Σε επικοινωνιακό πυροτέχνημα με στόχο τη δημιουργία εντυπώσεων, κυρίως όμως εσωκομματικών προβλημάτων σε κόμματα όπως το ΚΙΝΑΛ, μετατρέπει τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης ο Αλέξη Τσίπρας καλώντας σε διάλογο τους προέδρους των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή.
Σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει εντυπώσεις και να αλλάξει τη σε βάρος του πολιτική ατζέντα εμφανίζεται να καλεί όχι τους προέδρους των κομμάτων, που ενιαία μετείχαν, στις τελευταίες εκλογές αλλά ακόμη και τον Γ. Παπανδρέου που δεν είναι καν ο ίδιος βουλευτής ή την Κ. Παπακώστα και τον Νίκο Νικολόπουλο.
Συγκεκριμένα, η επιστολή του απευθύνεται στους Κυριάκο Μητσοτάκη, Φώφη Γεννηματά, Δημήτρη Κουτσούμπα, Πάνο Καμμένο, Βασίλη Λεβέντη και Σταύρο Θεοδωράκη, αλλά και στους Θεοχαρόπουλο, (Πρόεδρο ΔΗΜΑΡ), Κατερίνα Παπακώστα, (Πρόεδρο της Νέας Ελληνικής Ορμής) Γιώργο Παπανδρέου, (Πρόεδρο ΚΙΔΗΣΟ) και Νικόλαο Νικολόπουλο, (Πρόεδρο Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδας).
Με τον τρόπο αυτό επιδιώκει όπως όλα δείχνουν να υπάρξουν αντιδράσεις ώστε να εκμεταλλευτεί το γεγονός και να κατηγορήσει τα κόμματα της Αντιπολίτευσης ότι αρνούνται να μετάσχουν στην κορυφαία διαδικασία της αναθεώρησης.
Ακόμη και στην περίπτωση που αποδεχτούν την έναρξη της συζήτησης με τη διευρυμένη αυτή σύνθεση θα έχει καταφέρει να γείρει υπέρ του τη ζυγαριά.
Βασικός του στόχος και σε αυτή την περίπτωση φαίνεται να είναι η πρόκληση εσωκομματικών προβλημάτων ειδικά στο ΚΙΝΑΛ αφού καλεί πέραν της προέδρου Φώφης Γεννηματά, όχι μόνον τον Θανάση Θεοχαρόπουλο ως πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ αλλά και τον Γ. Παπανδρέου ως πρόεδρο του ΚΙΔΗΣΟ.
Θεωρεί πως έτσι θα αναδειχθούν διαφορετικές θέσεις στα θέματα που έχει θέσει προς συζήτηση κάτι που θα χρησιμοποιήσει για να εκθέσει την Φώφη Γεννημάτα και να την κατηγορήσει, για μια ακόμη φορά, πως συμπλέει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σημειώνεται πως το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να πλήξει το ΚΙΝΑΛ διαπιστώνοντας πως συμβάλλει το τελευταίο διάστημα στην αφαίμαξη ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Ακολουθεί η επιστολή του Αλέξη Τσίπρα:
«Η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και η λήξη της περιόδου των Μνημονίων με τη συμφωνία για την ρύθμιση του ελληνικού χρέους και την καθαρή έξοδο στις 21 Αυγούστου 2018, έχουν δημιουργήσει νέες προκλήσεις για τη δημοκρατία, τους κρατικούς θεσμούς, την προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
H οκταετία των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής δεν έπληξε μόνο μέρος της οικονομικής μας κυριαρχίας, αλλά απαξίωσε θεσμούς αντιπροσώπευσης και πολιτικούς φορείς, διέρρηξε σε μεγάλο βαθμό την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το πολιτικό μας σύστημα, αλλά κλόνισε και την πίστη πολλών εξ' αυτών στην ίδια τη δημοκρατία.
Τώρα που αφήνουμε πίσω μας αυτή τη σκληρή εποχή, οφείλουμε όλοι χωρίς να παραμερίζουμε τις πολιτικές διαφορές μας, να αναλογιστούμε τι πρέπει να αλλάξουμε για να ξανακερδίσει το πολιτικό μας σύστημα την εμπιστοσύνη των πολιτών και να ενισχύσουμε τη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία.
Και κορυφαία πρωτοβουλία σε αυτή την κατεύθυνση είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος που αποτελεί ώριμη απαίτηση και ανάγκη, τόσο της ελληνικής κοινωνίας όσο και του πολιτικού κόσμου.
Η νέα αρχιτεκτονική του πολιτεύματος και η επέκταση λαϊκών θεσμών συμμετοχής, οι διακριτοί ρόλοι κράτους και εκκλησίας, η ενίσχυση του κράτους δικαίου, η τροποποίηση της διάταξης για την ποινική ευθύνη των μελών της Κυβέρνησης και η θεσμική θωράκιση της Πολιτείας από τη διαφθορά, η ενίσχυση της προστασίας των κοινών αγαθών, αποτελούν αιτήματα που έχουν πια ωριμάσει στη συνείδηση των πολιτών και άρα μπορούν να αποτελέσουν αφετηρία ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών συναινέσεων.
Η ευθύνη όλων των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού φάσματος, απέναντι στους πολίτες είναι να μη χάσουμε μια ακόμη ευκαιρία να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες και τη βούλησή τους.
Να μην αφήσουμε στις καλένδες της επόμενης πενταετίας, ώριμες αλλαγές στο Σύνταγμά μας, που θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος και να ενισχύσουν τη δημοκρατική λειτουργία του Πολιτεύματος.
Και τούτο είναι εφικτό, αρκεί να επιδείξουμε την ευθύνη να κρατήσουμε τη διαδικασία της αναθεώρησης μακριά από τις σκοπιμότητες και τις δουλείες του βραχέος πολιτικού χρόνου.
Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να σας καλέσω, με συναίσθηση του θεσμικού βάρους του Συντάγματος, να συμβάλετε εποικοδομητικά στη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης που η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να εκκινήσει στη Βουλή, τις αμέσως επόμενες μέρες, καταθέτοντας τους δικούς της προβληματισμούς, θέσεις και προτάσεις.
Θα ήθελα, τέλος, να σας υπενθυμίσω ότι από τον Ιούλιο του 2016 κατέθεσα συγκεκριμένες θέσεις στο δημόσιο διάλογο.
Στη συνέχεια οι θέσεις αυτές έγιναν μεταξύ άλλων αντικείμενο του εκτεταμένου και συμμετοχικού εθνικού διαλόγου με ευθύνη της Επιτροπής Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Οι προβληματισμοί και τα συμπεράσματα αυτού του διαλόγου αποτελούν το αντικείμενο του τόμου, υπό τον τίτλο: Έκθεση Δημόσιας Διαβούλευσης για την Συνταγματική Αναθεώρηση, τον οποίο και σας επισυνάπτω στην παρούσα επιστολή, με την ελπίδα ότι αυτά θα ληφθούν υπόψη στις τοποθετήσεις και στις προτάσεις που θα καταθέσετε»