Toυ Ανδρέα Ζαμπούκα
Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, η Θεσσαλονίκη ντύνεται... ψηφοφόρος. Βάζει τα καλά της και κάθεται απέναντι σε υποψήφιους πρωθυπουργούς για να ακούσει τις υποσχέσεις τους. Παλιά συνήθεια που κάποτε πρέπει να σταματήσει. Εκφυλισμένη πλέον, παράδοση που οδηγεί σε καπηλεία της παρηκμασμένης ΔΕΘ. Μιας Έκθεσης- παρωδίας που προσπαθεί με το ζόρι να παραμείνει «διεθνής», αφού το κράτος συνεχίζει να πατρονάρει την διοργάνωσή της.
Ας ελπίσουμε ότι κάποτε, η ΔΕΘ θα ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες της και πως θα βρεθεί κάποιος – ιδιώτης υποθέτω - που θα απαγορεύσει την είσοδο στους πολιτικούς δια παντός.
Παρ'' όλα αυτά, το διήμερο του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μιας και υπήρξε ξεχωριστό, έναντι των προηγουμένων. Αλλά αυτό ακριβώς, είναι και το μεγάλο πρόβλημα, πλέον για τον ίδιο. Γιατί το να σπάει κανείς παραδόσεις και «έθιμα» δεκαετιών, είναι συνήθως, επίφοβο.
Προσέξτε τι έκανε: Δεν ασχολήθηκε με δημοσίους υπαλλήλους, με συνταξιούχους, με σώματα ασφαλείας, με «αδύναμους» και «αναξιοπαθούντες». Δεν είπε τίποτα για παροχές. Ούτε για φοιτητικές «ελαφρύνσεις». Δεν μίλησε για επιδόματα, δεν προσδιόρισε ποιος βασικός μισθός είναι «καλός» για τους Έλληνες. Γενικότερα, έκανε τα πάντα για να μην δώσει καμία απολύτως ελπίδα «προστασίας» στους ανθρώπους που απογοητεύτηκαν από τον Τσίπρα. Για τον οποίο δεν έκανε ούτε μία αναφορά στην ομιλία του Σαββάτου στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έμπλεξε άσχημα αυτή τη φορά στη ΔΕΘ. Στην πραγματικότητα, ανέλαβε ένα τεράστιο ρίσκο που κανείς δεν ξέρει αν θα του βγει σε καλό. Μπορούσε όμως, να κάνει διαφορετικά; Mπορούσε να στηρίξει φοιτητές που κλέβουν εργασίες; Μπορούσε να εγγυηθεί στους συνταξιούχους αυξήσεις; Μπορούσε να «γονατίσει» μπροστά στον «βασανισμένο» δημόσιο υπάλληλο, κλείνοντας το μάτι για ισόβια εξασφάλιση;
Μόνο ένας ανερμάτιστος και εντελώς αμοραλιστής πολιτικός θα είχε το θράσος να επαναλάβει το σενάριο της Μεταπολίτευσης, στη ΔΕΘ. Για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή τα κλειδιά του «αγιοβασιλιάτικου» ταμείου τα έχουν πλέον άλλοι και δεύτερον γιατί η απάτη είναι πια, για την κοινωνία, μια ιδιότυπη πολυτέλεια, για διεστραμμένες προσωπικότητες.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα: Έχει σημασία ποιος είσαι και τι λαό θέλεις να διοικείς. Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου, όταν θα κυβερνάς: Πάτρωνα ή ηγέτη; «Φιλεύσπλαχνο» δωρητή (με ξένα λεφτά) ή συνθέτη και εγγυητή της δημιουργικότητας;
Είναι φανερό ότι η χώρα δεν έχει κανένα απολύτως περιθώριο ούτε για «προγράμματα Θεσσαλονίκης» ούτε και για νέους «Αϊβασίληδες» από το βήμα της ΔΕΘ. Μπορεί μια μεγάλη μερίδα του κόσμου να ορέγεται ακόμα, μύθους, «ποιήματα» και «αγαθοεργίες» αλλά μόνο ένας τρελός υποψήφιος πρωθυπουργός θα συνέχιζε να αντιγράφει τους παλιούς λόγους του Σεπτεμβρίου στην Έκθεση.
Από όλα όσα είπε ο Κυριάκος το Σαββατοκύριακο, κρατώ το πιο σημαντικό στη συνέντευξη τύπου: Όταν του είπαν ότι υπάρχει ρεύμα πλειοψηφίας για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, απάντησε ότι, και να μην υπήρχε, εκείνος θα προσπαθούσε να πείσει την κοινωνία, να αποδεχτεί την αλλαγή! Κι εδώ ακριβώς φαίνεται η διαφορά με το σύνηθες: Nα μην ακολουθείς το ρεύμα αλλά ο ίδιος να το δημιουργείς.
Δεν ξέρω αν είναι θέμα Μητσοτάκη. Δεν ξέρω ακόμα αν μπορεί να υποστηρίξει τον πόλεμο που θα κηρυχτεί – εκ των πραγμάτων - όποτε και αν πάρει την εξουσία. Εκείνο που μπορώ να δω με σιγουριά είναι, πως έμπλεξε άσχημα σε μία δίνη αλήθειας που σπανίως οι Έλληνες αποδέχτηκαν ως ορθό πολιτικό δρόμο, στην παράξενη ιστορία τους.
Από εκεί και πέρα, νομίζω ότι άλλο σενάριο δεν υπάρχει. Ήδη μας έφυγαν 100 δις για πανάκριβα μαθήματα αλήθειας. Τουλάχιστον, ο Μητσοτάκης μας κάνει τα πρώτα, τζάμπα και πρόθυμα. Αρκεί βέβαια, να μας κόψει και αποδείξεις, όταν θα έρθει η ώρα να πληρώσουμε τα επόμενα…
Φωτογραφία: Sooc