Το χειρότερο για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ο εγκλωβισμός στο σύνδρομο του σκαντζόχοιρου που τον αποκλείει από τη γνώση των παραστάσεων που έχει η κοινωνία γι’ αυτούς.
Ο κόσμος όπως τον προσλαμβάνουν, είναι ένα εχθρικό τοπίο γεμάτο σκιερές εχθρικές γωνιές, όπου κρύβονται με το μαχαίρι στο χέρι όσοι τους επιβουλεύονται. Δηλαδή τα συμφέροντα που βυσσοδομούν εναντίον τους και τα πληρωμένα πιστόλια των ΜΜΕ, που λέει τους κάνουν κριτική, όχι επειδή αυτοί δίνουν τέτοιο δικαίωμα, αλλά γιατί θέλουν να εξαφανίσουν το κόμμα των λαϊκών συμφερόντων (με αυτή την ιδιότητα διαφωνεί και το ΚΚΕ).
Σε αυτό που ως γκρίζο σύννεφο σκιάζει το τοπίο τους, δηλαδή τη σταδιακή, μικρή και σταθερή καθίζηση, συμπληρώνεται με την ανάδυση, του ΚΙΝΑΛ. Μόνιμη ή περιστασιακή, πάντως αποσταθεροποιεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Στις δυσκολίες και αβελτηρίες της κυβέρνησης δεν έχει να αντιτάξει κάτι διαφορετικό, και όταν το επιχειρεί δημιουργεί μειδίαμα.
Όπως χθες ο Τσίπρας που έκανε προτάσεις για την ψηφιακή πολιτική! Σαφώς έχει θεσμικό δικαίωμα και πολιτική υποχρέωση να το κάνει. Απλώς ακούγεται κενό σαν πρόταση και χιουμοριστικό όταν απέναντί του υπάρχει ο Πιερρακάκης (πάντα ηχούν ως κενές οι προτάσεις όταν η βιωμένη πραγματικότητα τις ξεπερνά).
Ως διαφυγή, η μόνη δική του πρόταση παραμένει το αίτημα των εκλογών. Βέβαια, η στήριξη του αιτήματος ενίοτε αποδυναμώνεται από τα επιχειρήματα με τα οποία ενδύεται.
Ο Πολάκης ας πούμε πέραν του ότι καταλόγισε στις δημοσκοπήσεις ότι «η αξία χρήσης τους δεν είναι μεγαλύτερη από του χρησιμοποιημένου χαρτιού υγείας», μετέφερε και τις εντυπώσεις του από τα καφενεία:
«Όποιος γυρνάει και κάθεται στα καφενεία, βλέπει πως ο Μητσοτάκης κατρακυλά χωρίς επιστροφή, ο Ανδρουλάκης προξενεί από μειδίαμα μέχρι αδιαφορία, ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ από χθες (που ζήτησε εκλογές) είναι όλα αλλιώς». Και προκαλεί γενναίως: «ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΩΡΑ, αν έχετε τα σκώτια».
Ο Μητσοτάκης… δεν έχει «τα σκώτια» και δεν ανταποκρίθηκε. Αλλά δεν είναι θέμα Πολάκη. Εκφράζει με τα δικά του εκφραστικά μέσα, τη γραμμή Τσίπρα, ο οποίος στην ανάγκη να σταθεροποιήσει τα εκ δεξιών ερείσματα που φαίνεται ρευστοποιούνται με την έλευση Ανδρουλάκη, κάνει τις εκλογές αιχμή του αντιπολιτευτικού του δόρατος.
Βέβαια, το αίτημα κινδυνεύει να μην είναι καθόλου πειστικό, και αντί να προκαλεί ο Ανδρουλάκης «από μειδίαμα μέχρι αδιαφορία», να προκαλούν οι Συριζαίοι όταν το διατυπώνουν και με τα επιχειρήματα που το στηρίζουν.
Γιατί σίγουρα προκαλεί μειδίαμα το επιχείρημα του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Νάσου Ηλιόπουλου πως «το πέμπτο κύμα της πανδημίας δεν πρέπει να μας βρει με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη».
Μα αν έρθει το πέμπτο κύμα, θα είναι μέσα στον Ιανουάριο, κατά τους ειδικούς. Άρα με τον Μητσοτάκη θα μας βρει ακόμη και αν κηρύξει εκλογές αμέσως μετά τις γιορτές. Οπότε ποια η αξία του επιχειρήματος;
Επίσης, είναι τόσο επιβαρυμένο το μητρώο του ΣΥΡΙΖΑ στον φάκελο «πανδημία» (από τις εποχές των «ανύπαρκτων εμβολίων», των «αδοκίμαστων εμβολίων», του «ξεστοκαρίσματος», της «στοχοποίησης της νεολαίας», της «προαιρετικής υποχρεωτικότητας»), ώστε η πανδημία θα ήταν το τελευταίο που θα μπορούσε να επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ ως αίτημα εκλογών.
Το σύνδρομο του σκατζόχοιρου δεν τους αφήνει να έχουν συναίσθηση της εικόνας που έχει γι’ αυτούς ο κόσμος και αυτοαναπαράγουν ιδεολογήματα ερήμην της εικόνας τους. Ο Γραμματέας του κόμματος Δημήτρης Τζανακόπουλος αφού χαρακτήρισε τον Μητσοτάκη «Λουδοβίκο από τα πανέρια» (για τη γλαφυρότητα της έκφρασης το αναφέρουμε) ζήτησε να φύγει ο Λουδοβίκος πριν προκαλέσει κι άλλο πόνο, και άλλη καταστροφή, και άλλους νεκρούς».
Αν το πιστεύουν, αν δεν είναι επικοινωνιακή προσπάθεια να ισοσταθμίσουν τους νεκρούς του κορονοϊού με αυτούς του Ματιού και της Μάνδρας (που αποτελούν τη διαχρονική αχίλλειο πτέρνα του ΣΥΡΙΖΑ), είναι λάθος εκτίμηση. Ασχέτως αν τα πάει καλά, κακά ή χείριστα, η κυβέρνηση, ουδείς πιστεύει ότι με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η χώρα θα τα πήγαινε καλύτερα. Μπορεί να είναι άδικο αυτό, αλλά είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Όπως είναι λάθος και η εμμονή τους με το ΚΙΝΑΛ. Ο Τζανακόπουλος έθεσε πάλι δίλημμα χθες στο ΚΙΝΑΛ, αν συμμερίζεται την ανάγκη να διαμορφωθεί «ένα πλατύ δημοκρατικό ρεύμα αριστερών και προοδευτικών λύσεων» για να φύγει ο Μητσοτάκης.
Ούτε σε αυτή τους την εμμονή, να νομίζουν ότι ασκούν πίεση στο ΚΙΝΑΛ, έχουν συνείδηση της εικόνας. Όταν μόνο το 10% των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ θέλει συνεργασία μαζί τους και το υπόλοιπο ποσοστό τους απεχθάνεται, ποια πίεση νομίζουν ότι μπορούν να ασκήσουν στον Ανδρουλάκη;
Η πολιτική αυτή του ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίνεται σε μια προηγούμενη και μακρινή χρονική φάση, όταν πασόκοι και συριζαίοι θεωρούσαν εαυτούς φίλιες δημοκρατικές δυνάμεις. Αυτό όμως έχει τελειώσει από το 2015. Επιμένουν επειδή δεν έχουν επίγνωση της κατάστασης: Της εχθρότητας με την οποία τους αντιμετωπίζουν οι Πασόκοι.