Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Σε βασικό πολιτικό γνώρισμα τείνει να γίνει για τον ΣΥΡΙΖΑ η αλλαγή των πολιτικών του θέσεων, ανάλογα με τις περιστάσεις και τις συνθήκες. Παρά τη δημόσια ρητορική περί σταθερών απόψεων την οποία έχει υιοθετήσει από την πρώτη στιγμή ο κ.Τσίπρας, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, μια και οι θέσεις του κυβερνώντος κόμματος «αλλάζουν σαν τα πουκάμισα».
Και στο θέμα της τηλεμαχίας, το οποίο προέκυψε μετά απο σχετική πρωτοβουλία του Μεγάρου Μαξίμου, αποδεικνύεται ότι άλλα έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ μερικά χρόνια πριν ως ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ μάλιστα και άλλα λέει σήμερα ως κυβέρνηση.
Τί μεσολάβησε άραγε; Μα τί άλλο, από την αναρρίχησή του στην εξουσία και τη θέληση για παραμονή στη διακυβέρνηση της χώρας έστω και για λίγους μήνες παραπάνω. Με άλλα λόγια δηλαδή ανάλογα με τα ποσοστά που καταγράφει, το κόμμα του κ. Τσίπρα προσαρμόζει και τις θέσεις που εκφράζει.
Πιο συγκεκριμένα το κυβερνών κόμμα προκαλεί τον κ.Μητσοτάκη να συμμετάσχει σε τηλεμαχία με τον πρωθυπουργό ενόψει της ευρωκάλπης. Μία πρόσωπο με πρόσωπο «μονομαχία» με το βλέμμα στραμμένο στην 26η Μαΐου. Προσέξτε όμως την βασική λεπτομέρεια: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσκαλεί όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα (πλην ΧΑ) στο debate, παρά μόνο την ΝΔ. Δεν καλεί δηλαδή κανέναν άλλο κομματικό σχηματισμό παρά μόνο την αξιωματική αντιπολίτευση. Σαν οι επικείμενες εκλογές, οι οποίες επιπροσθέτως δεν είναι καν εθνικές, να αποτελούν ζήτημα δύο κομμάτων. Μία προσέγγιση αναμφίβολα καθόλου «αριστερή»...
«...Θεωρούμε ότι είναι μέγιστης πολιτικής σημασίας η εφ' όλης της ύλης και αναλυτική συζήτηση και αντιπαράθεση απόψεων και πολιτικών θέσεων, που θα συμβάλλει στην σφαιρική ενημέρωση των πολιτών για όλα τα μεγάλα ζητήματα και διλήμματα της περιόδου», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επιστολή της Ράνιας Σβίγκου προς την Σοφία Ζαχαράκη.
Πριν από εφτά χρόνια πάντως οι απόψεις ήταν εντελώς διαφορετικές στον ΣΥΡΙΖΑ, που ακόμα ήταν τότε ουσιαστικά Συνασπισμός, για το ποιοί θα πρέπει να συμμετάσχουν σε μία τηλεμαχία.
Στις 5 Απριλίου του 2012, παραμονές των εθνικών εκλογών, το σημερινό κυβερνών κόμμα, μακρυά ακόμα τότε από την εξουσία, αντιδρούσε με εξαιρετικά έντονο τρόπο στην συζήτηση περί τηλεμαχίας μεταξύ των δύο «μεγάλων» κομμάτων εκείνης της εποχής , της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Ο τότε Συνασπισμός μάλιστα είχε ως σημαία του την άποψη ότι οι εκλογές που έρχονταν (Μάιος 2012) θα έπρεπε να γίνουν με όρους δημοκρατίας και ισοτιμίας, άρα θα έπρεπε να συμμετάσχουν σε μία τηλεοπτική μονομαχία όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Ο τότε εκπρόσωπος του κόμματος Πάνος Σκουρλέτης, σε δημόσιες δηλώσεις του τόνιζε ότι ήταν απολύτως ακατανόητη και εκτός των κανόνων ενός ισότιμου και δημοκρατικού διαλόγου η πρόταση που είχε κατατεθεί εκ μέρους του κ. Βενιζέλου για «ντιμπέιτ» ανάμεσα στον ίδιο και τον κ. Σαμαρά.
«Τί διάλογος μπορεί να γίνει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που είναι γνωστό πως συμφωνούν σχεδόν σε όλα και έχουν δεσμευτεί στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου 2; Θα είναι σαν να διαλέγονται με τον καθρέφτη τους», αναρωτιόνταν ο τότε εκπρόσωπος τύπου Πάνος Σκουρλέτης.
Είναι προφανές λοιπόν, όσο καλόπιστος μπορεί να είναι κάποιος απέναντι στην τακτική που υιοθετεί κατά καιρούς ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι η επιχειρηματολογία του κυβερνώντος κόμματος προσαρμόζεται στα δεδομένα της στιγμής.
Αν αναλογιστούμε μάλιστα τον παλιό κανόνα της πολιτικής, σύμφωνα με τον οποίο την «τηλεμαχία» την ζητά με ένταση ο δεύτερος και όχι αυτός που προηγείται της κούρσας, τότε κάλλιστα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η πρόταση για ντιμπέιτ εντάσσεται σε μία ευρύτερη αναζήτηση αφηγήματος προκειμένου η κυβέρνηση να πάει τουλάχιστον μέχρι τις κρίσιμες ευρωεκλογές. Το αν θα το πετύχει τελικώς θα φανεί το βράδυ της 26ης Μαΐου...