Η συμμετοχή των πολιτών στην κάλπη του ΠΑΣΟΚ ήταν ενθαρρυντική για το μέλλον της δημοκρατικής παράταξης, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι ζούμε στα χρόνια της αποστασιοποίησης και της αποχής. Ταυτόχρονα, εκφράζει και τις προσδοκίες ενός σημαντικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας που επιθυμεί την παρουσία μιας υπεύθυνης και προγραμματικής - αξιωματικής ουσιαστικά - αντιπολίτευσης, τη στιγμή που η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση έχει κλονιστεί και ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοδιαλύεται ανίκανος να υπερβεί τις αγεφύρωτες εσωκομματικές του συγκρούσεις.
Το ερώτημα, αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αδράξει μια από τις σπάνιες, σύμφωνα με τον Κώστα Σημίτη, ευκαιρίες που του παρουσιάζεται, πλανήθηκε το τελευταίο διάστημα πάνω από την εκλογική διαδικασία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Το ίδιο ενθαρρυντικό ήταν και το μήνυμα που έστειλε το εκλογικό αποτέλεσμα μέσω των ποσοστών που έλαβαν οι υποψήφιοι. Ότι δηλαδή κανένας δεν εξουσιοδοτείται, όταν αναλάβει τα ηνία του κόμματος, να αγνοήσει τους συνυποψηφίους του και τα ποσοστά αποδοχής που συγκέντρωσε ο καθένας και τα οποία αποτελούν κομμάτια του παζλ μιας μεγάλης και ισχυρής δημοκρατικής παράταξης.
Η επιτυχία του ΠΑΣΟΚ θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητά του να καλύψει πολιτικά, εκτός από τους σοσιαλδημοκράτες, και τους πολίτες που τοποθετούνται από τον χώρο του πολιτικού Κέντρου έως και τον χώρο της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς. Η συγκρότηση μιας τέτοιας ευρείας πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας δεν αφήνει περιθώρια για περιχαρακώσεις και αποκλεισμούς.
Η κάλπη ανέδειξε και τις αντιφάσεις που εξακολουθούν να αποτυπώνουν τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του ΠΑΣΟΚ. Το γεγονός ότι οι δύο υποψήφιοι που θα αναμετρηθούν την ερχόμενη Κυριακή βρέθηκαν στην 3η και 4η θέση στις κάλπες της Αττικής καθρεφτίζει πιστά τις απογοητευτικές επιδόσεις του ΠΑΣΟΚ στην πολυπληθέστερη περιφέρεια της χώρας στις εθνικές εκλογές.
Επιδόσεις που απηχούν απόλυτα την έλλειψη πειστικών εναλλακτικών πολιτικών στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου οι πολίτες βιώνουν πιο επώδυνα τις συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής. Ουσιαστικά, δηλαδή, η κάλπη του πρώτου γύρου ανέδειξε δύο δίδυμα, ένα στην Αττική και ένα στην επαρχία. Είναι κι αυτός ένας ακόμα σοβαρός λόγος που απαιτεί τη μετεκλογική συνεργασία των υποψηφίων, ανεξαρτήτως του τελικού νικητή. Αλλιώς, η «τρύπα» της Αττικής - και όχι μόνον, θα διατηρηθεί αλλά και θα διευρυνθεί.
Ο δεύτερος γύρος θα είναι αμφίρροπος με βάση τα σημερινά δεδομένα. Κρίσιμος παράγοντας θα είναι η συμμετοχή των πολιτών που υποστήριξαν τους υποψήφιους που αποκλείστηκαν στον πρώτο γύρο για τη διασφάλιση της οποίας πρέπει να φροντίσουν και οι ίδιοι οι υποψήφιοι.
Ο Δήμαρχος Αθηναίων έχει να αντιμετωπίσει την απομυθοποίηση της αρχικής δυναμικής του καθώς και την εκκωφαντική αποδοκιμασία του από τους Αθηναίους ψηφοφόρους. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει να αντιμετωπίσει την αμφιβολία του κατά πόσον μπορεί να υπερβεί τον εαυτό του κάνοντας, σε μια ενδεχόμενη νέα ευκαιρία που θα του δοθεί, όσα δεν έκανε την πρώτη φορά: Συλλογική δουλειά και πνεύμα διεύρυνσης.
Η διαμόρφωση της - κατά γενική ομολογία - ατμόσφαιρας ενότητας και πολιτικού πολιτισμού, που επικράτησε στον πρώτο γύρο, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί και την τελευταία εβδομάδα της εσωκομματικής εκλογής. Και, κυρίως, μετά από αυτήν. Σε αντίθετη περίπτωση, θα χαθεί ακόμα μια, η τελευταία ίσως, ευκαιρία και το πάρτι της Νέας Δημοκρατίας θα συνεχιστεί έστω και χωρίς τους κ.κ. Καραμανλή και Σαμαρά.
* Ο Γιάννης Μεϊμάρογλου είναι εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού metarithmisi.gr