Είσαι στην Κρήτη. Διακοπές στο χωριό. Πολυκοσμία στις παραλίες, βαβούρα στις βραδινές ταβέρνες, ψιλομούφα τα περιβόητα πανηγύρια, αλλά τουλάχιστον ξέρεις ότι θα φας καλά. Και υγιεινά αν αποφύγεις το σούπερ μάρκετ και απευθυνθείς στον γείτονα που καλλιεργεί μόνος του τις πατάτες του, τα κηπευτικά του, τα ζαρζαβατικά του για τις ανάγκες του νοικοκυριού του. «Νίκο, λίγα φασολάκια θέλω μωρέ» του λες. Χαμογελά μυστηριωδώς αυτός, χαμογελάς κι εσύ.
Ξέρεις ότι στο ποτιστικό χωραφάκι πίσω απ’ το σπίτι του, κάθε καλοκαίρι έχει τρεις-τέσσερις αυλακιές με φασολιές, ομορφοφτιαγμένες πάνω σε κατασκευές με όρθια και πλαγιαστά καλάμια, τόσο στοιχισμένες και ομοιόμορφες που φαντάζουν με διμοιρία φαντάρων σε παρέλαση. Κουνάει το κεφάλι του ο γείτονας ο Νίκος και σου απαντά. «Θα σε στενοχωρήσω φέτος. Πέντε αυλάκια έβαλα, ούτε ένα φασόλι για δείγμα δεν έβγαλα. Κανένας στην περιφέρεια. Δεν ξέρω τι έχει γίνει φέτος».
Αφήνεις τα φασόλια κατά μέρος ως παρένθεση, «κάποια αρρώστια θα έπεσε» σκέφτεσαι και πας παρακάτω, δίχως να βάλεις φέτος κοκκινιστά τσαουλιά με πατάτες στο τσουκάλι. «Δεν βαριέσαι» λες. Το απόγευμα όμως, μετά τον βαρύ μεσημεριανό ύπνο, ανοίγεις την αυλόπορτα και κατευθύνεσαι προς τη συκιά στην άκρη του χωραφιού. Αύγουστος γαρ, ο μήνας του σύκου. Κοιτάς δεξιά, κοιτάς αριστερά στα κλαδιά, κάνεις τον γύρου δέντρου, τίποτα.
Αντί για τα μεγάλα ζουμερά λαχταριστά ώριμα σύκα της περιόδου, βλέπεις κάτι συκαλάκια μικρά σαν το νύχι του χεριού σου. Τα ακουμπάς. Μικρά, σκληρά, άγουρα. «Τι διάολο, στον Μάιο βρισκόμαστε κι είναι τόσο μικρά τα σύκα;» αναρωτιέσαι. «Δεν μεγάλωσαν, δεν ωρίμασαν; Άλλες χρονιές τρώγαμε σύκα απ’ τον Ιούλιο και τώρα σχεδόν Δεκαπενταύγουστος κι ακόμα;» Ρωτάς τον πρώτο συγχωριανό που συναντάς. «Δεν ξέρω τι πάθανε φέτος τα σύκα. Αλλάξανε οι εποχές φαίνεται, άλλα αντί άλλων οι χειμώνες και τα καλοκαίρια, μπερδεύτηκαν ως κι συκιές και δεν ωρίμασαν ακόμα τα σύκα τους. Μυστήριο πράγμα.»
Το αφήνεις κι αυτό, πας τη βόλτα σου κατά μήκος του κεντρικού δρόμου. Χιλιάδες ελαιόδεντρα ως εκεί που φτάνει το μάτι σου κυκλώνουν το χωριό. Ευλογία η ελιά και το λάδι της. Μόνο που φέτος ψάχνεις για ελιές πάνω στα δέντρα και ελιές δεν βλέπεις. Απειροελάχιστες, μικρές και κακόμοιρες σαν το ψιλό πιπέρι, κάθε άλλο παρά καλή σοδειά και πλούτο εισοδημάτων αναγγέλλει. Με το φύλλωμα των δέντρων στριμμένο απ’ τη δίψα, σαν να ήταν φυτρωμένα σε θαλασσινή αμμούτσα κι όχι σε εύφορα χωράφια στις πλαγιές.
Κι όμως, μόλις προχθές στο καφενείο κόμπαζαν ότι η χονδρική στο λάδι πήρε επιτέλους καλή τιμή. Από τα τρία-τριάμισι ευρώ πέρυσι, έφτασε φέτος τα επτά και οκτώ. Ναι, αλλά η αιτία που στην Ισπανία και την Ιταλία οδήγησε την τιμή σ’ αυτό το δυσθεώρητο ύψος, έφτασε τώρα και στα δικά μας λιόφυτα. Τι θα πουλήσουν του χρόνου οι συγχωριανοί μου με δέκα ευρώ χονδρική, όταν δεν θα καταφέρουν να βγάλουν ούτε το λάδι για το δικό τους τραπέζι; Εδώ σε θέλω.
Ρίχνω μια ματιά και στις κληματαριές. Παλιά οι άνθρωποι δεν έβαζαν πέργκολες για να σκιάσουν τις αυλές των σπιτιών τους, κληματαριές έβαζαν. Και Αύγουστο μήνα έβλεπες τα σταφύλια να κρέμονται πάνω απ’ τα κεφάλια των νοικοκυρέων και των επισκεπτών, καλώντας τους να απλώσουν το χέρι και να κόψουν ένα τσαμπί. Πλην φέτος σταφύλια δεν κρέμονται. Άλλο μυστήριο πράγμα κι αυτό. Και οι κληματαριές όλες ανεξαιρέτως, κλαδεμένες, ψεκασμένες, φροντισμένες, αψέκαστες, εγκαταλειμμένες… όλες τους έχουν τα μισά τους φύλλα ξεραμένα. Γεμάτος τρύπες ο ίσκιος τους, άτεκνη η χρονιά τους.
Μα τι έγινε ρε παιδιά; Όλα κατεστραμμένα φέτος στο χωριό; Άρρωστες οι φασολιές, προβληματικές οι συκιές, διψασμένες οι ελιές, στέρφες οι κληματαριές. Τι διάολο, όλες οι πληγές του Φαραώ χτύπησαν το νησί; Κι όλες μαζί; Μήπως τα παραλέω; Εντάξει, μπορεί να το παρατραβάω, να μην είναι έτσι στο 100%. Αλλά η αλλαγή γύρω μου είναι οφθαλμοφανής, αναμφισβήτητη. Και κάθε χρόνο θα φαίνεται περισσότερο.
Και δεν πρόκειται για τις πληγές του Φαραώ. Είναι απλώς ο τρόπος που η πλανητική κλιματική κρίση χτυπά τη δική μας πόρτα. Δεν μας δείχνει το απεχθές της πρόσωπο μόνο με τηλεοπτικά πλάνα από πλημμύρες στο Πεκίνο, από φωτιές στη Χαβάη ή τουρίστες που τρέχουν πανικόβλητοι στη Ρόδο. Υπάρχουν και καταστροφές λιγότερο αστραπιαίες και εντυπωσιακές, αλλά εξίσου δραματικές και θανατηφόρες. Στο δέντρο της αυλής μας έφθασε η κλιματική κρίση και μας κελαηδάει το μοιρολόι της…