Ανέκρουσε πρύμναν ο Αλέξης Τσίπρας στη πρότασή του για τη δημιουργία Επιτροπής Δεοντολογίας η οποία θα επιλαμβανόταν του συνετισμού και της απόδοση ποινών σε όποια στελέχη παρέκκλιναν της ορθόδοξης κομματικής γραμμής.
Την ευθύνη «φόρτωσε» στο δίδυμο των Γραμματέων: Του Δημήτρη Τζανακόπουλου ως γραμματέως του κόμματος, ο οποίος θα ασχολείται με τα ολισθήματα των κομματικών στελεχών, ενώ από πλευράς Κ.Ο. η γραμματέας Ολγα Γεροβασίλη, θα είναι αρμόδια για τα παραστρατήματα των βουλευτών. Ηταν άλλωστε αυτή που επιφορτίστηκε να καλέσει για εξηγήσεις την Θεοδώρα Τζακρη που χαρακτήρισε τον Μητσοτάκη άπατρι και διεθνιστή.
Ο ρόλος της κας Γεροβασίλη θα είναι εύκολος φυσικά όταν θα έχει να αντιμετωπίσει παρεκτροπές στελεχών μεγέθους Τζάκρη, ίσως και Πολάκη, ωστόσο καθίσταται δυσχερής για στελέχη της τάξεως Τσακαλώτου π.χ.. Σε κάθε περίπτωση τις όποιες κυρώσεις θα τις εισηγούνται οι δύο γραμματείς και τις αποφάσεις θα λαμβάνει ο Πρόεδρος.
Η ατμόσφαιρα στην συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου δεν είχε τον ηλεκτρισμό που αναμενόταν. Την αποφόρτισε ο ίδιος Τσίπρας που πήγε με αλλαγμένη την απόφαση για το Πειθαρχικό. Ο μόνος που φέρεται να αναφέρθηκε στην ένταση της προηγουμένης εβδομάδας ήταν ο Τσακαλώτος, με τον Τσίπρα να του επισημαίνει ότι «έκανε λάθος».
Ο Τσακαλώτος υπεραμύνθηκε της θέσης του και επεσήμανε ότι πριν αξιοποιήσει η αντιπολίτευση τον σχολιασμό του περί τον απατεώνα Μητσοτάκη, το θέμα είχε αρχίσει να αξιοποιείται από εσωκομματικά κέντρα.
Σίγουρα ο Τσίπρας παρότι θέλει δεν μπορεί να είναι Αντρέας και δεν θα μπορούσε να έχει δίπλα του έναν συλλογικό… Παγορόπουλο, εφ΄ όσον δεν το προέβλεπε το καταστατικό. Δεν οφείλεται μόνο σε αδυναμία του ιδίου αλλά και στην φύση του ΣΥΡΙΖΑ. Υπό την πίεση των αναγκών που προέβαλε η εξουσία, το κόμμα του είχε δώσει την απόλυση ελευθερία στις πολιτικές του επιλογές, αλλά σε ζητήματα καταστατικής τάξεως διατηρούνται ακόμη τα προσχήματα. Σε θέματα καταστατικής ευταξίας δηλαδή, ο Τσίπρας δεν είναι ο απόλυτος άρχων. Είναι απλός ο Πρόεδρος.
Στο πλαίσιο της πανσπερμίας που αποτελεί αυτή την στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ, αποφασίστηκε οι οργανώσεις να ολοκληρώσουν νομαρχιακές συνελεύσεις μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, προκειμένου να ενοποιηθεί το κόμμα.
Κατά τα άλλα, στην απόφαση που εξέδωσε το Π.Σ. αναφέρεται στο σύνολο των οξυμμένων προβλημάτων που ταλανίζουν τη χώρα, όπως η πανδημία, η οικονομία, οι μισθοί, τα λουκέτα, τα Μέσα Μεταφοράς, οι καταλήψεις, κλπ.
Η απόλυτη αλήθεια ποτέ δεν είναι από τη μία πλευρά, έτσι σε κάποια από αυτά θα μπορούσε να του αναγνωριστεί ένα ποσοστό δίκιου στην κριτική του, όπως ας πούμε στο θέμα των δημοσίων συγκοινωνιών.
Ωστόσο πάλι το χάνει με την υπερδραματοποίηση, τους ανορθολογικούς ισχυρισμούς και την συνεχή επανάληψη σε κάθε φράση του όρου «νεοφιλελευθερισμού» που αποδίδει στην κυβερνητική πολιτική.
Δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα μοντέλο σκέψης που το χρησιμοποιεί ως μάνιουαλ ως πασπαρτού σε κάθε πρόβλημα, είτε είναι Ιανουάριος του 20 είτε ο Σεπτέμβριος της πανδημίας. Τα προβλήματα εξελίσσονται, η κυβερνητική πολιτική δείχνει ευλυγισία που εκτείνεται πέραν των ιδεολογικών της αρχών, αλλά για τον ΣΥΡΙΖΑ ένα θέμα υπάρχει: Ο κυβερνητικός νεοφιλελευθερισμός!
Όσο για την επίσκεψη Πομπέο, διατείνεται ότι αυτή εντείνει παρά αμβλύνει την εκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ ότι η κυβέρνηση εγκαταλείπει το δόγμα της ενεργητικής και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, αντικαθιστώντας με το δόγμα του «προβλέψιμου συμμάχου». Ισχυρίζεται μάλιστα ότι η επίσκεψη «δεν φαίνεται να διασφαλίζει ουσιαστική στήριξη απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα» (μάλλον μοναδική άποψη!).
Στο προσφυγικό υποστηρίζει πάλι ότι η κυβέρνηση μετέτρεψε τα νησιά υποδοχής σε «Ασπίδα της Ευρώπης» υιοθετώντας τις πιο ακραίες ευρωπαϊκές τάσεις - ενώ ίσως θα μπορούσε να τους αφήνει να «εξαφανίζονται», ενώ για τις καταλήψεις το μόνο που έχει να πει είναι ότι κυβέρνηση επιτίθεται στη νεολαία!
Πάντως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια ακαταμάχητη αισιοδοξία. Διαπιστώνει «διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης».
Άρα καλά τα πάει και ας λένε οι δημοσκοπήσεις ό,τι θέλουν...
Διαβάστε ακόμα:
Ο Τσίπρας «μάλωσε» τον Τσακαλώτο – Πήρε πίσω τα περί επιτροπής Δεοντολογίας