Τα τελευταία χρόνια της πολύπλευρης κρίσης και νιώθοντας τον κίνδυνο για τη χώρα, αρκετοί πολίτες αποφάσισαν να εκφράζουν δημόσια την άποψη τους για τα πολιτικά δρώμενα.
Πολίτες που ήταν συνήθως αφοσιωμένοι στην εργασία τους, στην τέχνη τους, στην επιστήμη τους, στους μαθητές και φοιτητές τους, στην υπηρέτηση της δημόσιας υγείας, που ο δημόσιος λόγος τους εστίαζε μόνο στα θέματα επαγγελματικής δραστηριότητας τους. Ένιωσαν όμως, προφανώς όχι αδικαιολόγητα, ότι ο τόπος όδευε προς την καταστροφή.
Το βίωναν στην εργασία τους, στη γειτονιά τους, στην καθημερινότητα τους. Οι πολίτες αυτοί αποφάσισαν να εκφράζουν την άποψη τους για την πολιτική κατάσταση δίχως στρογγυλέματα, δίχως το φίλτρο της πολιτικής ορθότητας ή κομματικής στενότητας και επιτήδευσης, μιας και οι περισσότεροι δεν είχαν βλέψεις για κομματικά ή πολιτικά οφίτσια. Γνώρισα πολλούς τέτοιους συμπολίτες την τελευταία δεκαετία.
Η δύσκολη δημόσια διαδρομή τους όμως περιγράφει τα στοιχεία γιατί οι περισσότεροι από αυτούς τους πολίτες με γνώση, με εμπειρία, με υπευθυνότητα και κοινωνική ενσυναίσθηση δεν θέλουν καν να ακούσουν για την αιρετή συμμετοχή τους στα κοινά.
Η έκφραση αληθινά ελεύθερης δημόσιας γνώμης για τα κοινά μετατρέπεται δυστυχώς σήμερα σε πηγή προσωπικού κινδύνου, στοχοποίησης, ή και δολοφονίας χαρακτήρα.
Ένα σχετικό επίκαιρο παράδειγμα είναι το θέμα της νομοθέτησης του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών με το οποίο στη βάση του συμφωνώ.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των πολιτών αλλά και πολλοί πολιτικοί που θα νομοθετήσουν χρειάζονται περισσότερο χρόνο για την ενημέρωση και κατανόηση της σημασίας του.
Ενός θέματος που οι άμεσα ενδιαφερόμενοι είναι πρωτίστως αυτοί που χρήζουν της ευρύτερης ενσυνείδητης στήριξης της κοινωνίας και όχι διχαστικών διλημμάτων.
Δυστυχώς, υπήρξε στοχοποίηση αυτών των φωνών ως ομοφοβικών. Το πολιτικό σύστημα, πρωτίστως το κυβερνών κόμμα, οφείλει να συμμερίζεται αυτές τις ανησυχίες των πολιτών και να ενδιαφέρεται για την ομαλή κοινωνική ένταξη των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και των παιδιών που τα συνοδεύουν.
Και η στοχοποίηση των άλλων φωνών, η σπουδή νομοθέτησης ουδόλως βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, αντίθετα διχάζουν με το τίμημα να καταβάλεται τελικά από τις ομόφυλες οικογένειες.
Οι πηγές αντίδρασης και στοχοποίησης της άλλης άποψης που αναδείχθηκαν την τελευταία δεκαετία είναι πολλές και αποτελούν κίνδυνο για τη δημοκρατία μας:
- Οι πολιτικά ορθοί, οι κατ’ επίφαση φιλελεύθεροι ή προοδευτικοί πεφωτισμένοι θεωρούν κάθε αντίθετη με τη δικη τους άποψη ανούσια και επικίνδυνη, τη χαρακτηρίζουν αβίαστα ως συντηρητική, ρατσιστική, ομοφοβική, σεξιστική και στοχοποιούν τους εκφραστές της που οδηγούνται στην πυρά της μεθοδευμένης απαξίωσης. Στρατιές υπηκόων των πεφωτισμένων αναλαμβάνουν τη δημόσια εκτέλεση.
- Οι αναξιοποίητοι του πολιτικού συστήματος που νιώθουν αδικημένοι παρά την αυτοαεπικαλούμενη μεγαλοσύνη τους επιτίθενται σε όποιον διαφαίνεται, σε αντίθεση με αυτούς, να απολαμβάνει της προσοχής του συστήματος και της αξιοποίησης του.
- Οι οικονομικοί παράγοντες με μέσα επιβολής των συμφερόντων τους στη δημόσια και πολιτική σφαίρα, όπως ο αθλητισμός και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η μη συμφέρουσα, διαφορετική άποψη στοχοποιείται και απομονώνεται από τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης που ελέγχουν. Επιπλέον, οι μισθωτοί τους αναλαμβάνουν την δημόσια στοχοποίηση και τον εξοστρακισμό της διαφορετικής άποψης και των εκφραστών της.
- Οι καθεστωτικοί των δημοσίων σχέσεων, αυτοί που εμφανίζονται ως επαΐοντες διότι έχουν πείσει για την σοφία τους στα κλειστά σαλόνια αυτούς που αποφασίζουν αν και έχουν εμφανές έλλειμα ουσιαστικής γνώσης και εμπειρίας.
- Οι αλαζόνες πολιτικοί που δεν δέχονται παρά μόνο υπηκόους, πολίτες που έχουν μόνο θετικές κρίσεις για τις πολιτικές τους απόψεις. Η τεκμηριωμένα αρνητική κριτική τους είναι ενοχλητική με αποτέλεσμα την κοινωνική και πολιτική μόνωση της.
Οι παραπάνω συνθήκες περιορίζουν δραστικά την ανανέωση του δημοσίου, πολιτικού χώρου.
Οι περισσότεροι πολίτες με γνώση, οι αντικειμενικά επιτυχημένοι μέσω των πεπραγμένων τους, αυτοί με ηθική δόμηση, οι ευπατρίδες αποφεύγουν να εκφράσουν δημόσια άποψη, αυτολογοκρίνονται ώστε να διαφυλάξουν τον παραγωγικό τους χώρο, πόσω μάλλον να προσπαθήσουν για μια αιρετή θέση δημόσιας ευθύνης.
Έτσι, η ελεγχόμενη αυτή ανανέωση περιορίζει τη συμμετοχή των ελεύθερων προσωπικοτήτων, αντίθετα προωθεί αυτές με διάθεση συμβιβασμού.
Τα ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν συμβάλει καθοριστικά κυρίως στην επίπλευση των φελλών, των δήθεν, των επιτηδευμένων.
Μια έντιμη παρατήρηση της διαχρονικής ποιότητας των δημοσίων και πολιτικών προσώπων δείχνει σήμερα το μεγάλο πρόβλημα του κοινωνικού και πολιτικού χώρου.
Η δυστοκία της πλειοψηφίας του πολιτικού συστήματος να ξεφύγει από τους αναχρονισμούς και τις εμμονές του παρελθόντος, τα τοτέμ της Μεταπολίτευσης και να εκφράσει το μέλλον, προτάσεις για τον νέο κόσμο που διαμορφώνεται βίαια αποδεικνύει το μεγάλο του πρόβλημα.
Το εμφανές έλλειμμα της αντιπολίτευσης σε πρόσωπα, προτάσεις και ιδέες δοκιμάζει το πολιτικό σύστημα και υπογραμμίζει την αδήριτη αναγκαιότητα εναλλακτικών νέων πολιτικών εκφράσεων.
Η ύπαρξη ενός και μόνο κυβερνητικού πόλου σε αντίθεση με τον κατακερματισμένο, στα όρια του γραφικού αντιπολιτευόμενο βάζει σε δοκιμασία το μέλλον του πολιτικού μας συστήματος και της ποιότητας της δημοκρατίας μας.
Οι δημιουργικές δυνάμεις της χώρας με άποψη οφείλουν να βρουν δρόμους να ξεπεράσουν τις πηγές καθεστωτικής αντίδρασης και στοχοποίησης και να εκφραστούν, εγχείρημα καθόλου εύκολο.
* Ο Αχιλλέας Γραβάνης είναι Καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.