"Σε ένα κόσμο τόσο woke, δεν μπορείς να αστειευτείς", ("In a world so woke, you can't make a joke"), δήλωσε κάποτε πολύ εύστοχα ο μουσικός και dj Ντον Λετς.
Ο Λετς είναι Βρετανός με καταγωγή από την Τζαμάικα, οπότε είναι μαύρος - ή μήπως να πω έγχρωμος- και σίγουρα ξέρει καλά την έννοια της κουλτούρας woke από την καλή και την ανάποδη και απ' ό,τι φαίνεται δεν έχει χάσει την αίσθηση του χιούμορ! Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως "μαύρος", αλλά οποιοσδήποτε άλλος θα μπορούσε να κάνει cancel στο άρθρο μου επειδή τον χαρακτήρισα με αυτή την όχι πολιτικώς ορθή λέξη.
Ο Ουμπέρτο Έκο είχε πει ότι η πολιτική ορθότητα τείνει να εξελιχθεί σε μιας νέας μορφής φονταμενταλισμό. Αυτό δηλαδή που πριν κάποιες δεκαετίες ξεκίνησε ως η ευαισθητοποιήση για κάποιες ομάδες ατόμων που μειονεκτούσαν κοινωνικά αποφεύγοντας τις προσβλητικές εκφράσεις, εκφυλίστηκε τόσο ώστε να φτάσει να γίνει ένας αντίστροφος φασισμός απέναντι στο οφθαλμοφανές και πολλές φορές επιστημονικά αποδεδειγμένο.
Νεότερη τάση της εποχής το woke, υιοθετήθηκε ως λήμμα στο λεξικό της Οξφόρδης μόλις το 2017, ζητώντας πολύ δίκαια την επαγρύπνηση για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων φυλετικών και κοινωνικών μειονοτήτων, έφτασε κιόλας να χρησιμοποιείται το ίδιο ειρωνικά και μειωτικά όπως η έννοια της πολιτικής ορθότητας.
Μα πώς φτάσαμε να νιώθουμε άβολα όταν ακούμε ή λέμε δημοσίως "τι ωραία", "πήρα ένα ροζ μπλουζάκι για την κόρη μου", "διαβάζω Καραγάτση", "είναι κοντή" (επειδή το body shaming "θυματοποιεί" πιο πολύ τις γυναίκες) και άπειρες άλλες καθημερινές μας εκφράσεις που καμιά πρόθεση δεν έχουν να προσβάλλουν κάποιον/α ή να υπονοήσουν κάτι πέρα του οφθαλμοφανούς.
Οι λόγοι είναι διάφοροι και σύνθετοι μερικοί εκ των οποίων, η πολιτική εργαλειοποίηση των παραπάνω εννοιών τόσο από δεξιούς όσο και από αριστερούς, κυρίως σε ΗΠΑ και μετά Ευρώπη, αλλά και από το καταναλωτικό μάρκετινγκ στις αγορές των χωρών αυτών, και φυσικά η κατάχρησή τους στα ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα όπου έχει χαθεί κυριολεκτικά η μπάλα κάθε λογικής.
Πλέον φοβάται κάποιος να εκφράσει μια άποψη που παρεκκλίνει στο ελάχιστο από την πολιτική ορθότητα γιατί θα θεωρηθεί "φασίστας", "ακροδεξιός", "ομοφοβικός", "συντηρητικός" προκαλώντας κύμα επιθέσεων μίσους που κατά άλλα θα είναι πολιτικώς ορθές.
Αυτή είναι η νέα μορφή φονταμενταλισμού που ανέφερε ο Έκο, η οποία δεν επιτρέπει να εκφράζονται όσοι σκέφτονται κριτικά, αμφισβητούν, αναρωτιούνται, κάνουν προέκταση μιας κατάστασης στο μέλλον. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε ένα "ψαγμένο" εστιατόριο και ό,τι σου φέρνουν πρέπει να πεις ότι σου αρέσει.
Ακόμη κι όταν σου φέρουν την αποδομημένη τυρόπιτα και δηλώσεις ότι δεν σου αρέσει να τρως αλλού το φύλλο αλλού το τυρί, θα χαρακτηριστείς ως συντηρητικός και θα σου βρουν κάποια "κρυμμένη ατζέντα". Εδώ σε λίγο θα μας σερβίρουν αλλού το αλεύρι με το νερό και αλλού την πυτιά με το γάλα ως καινοτομία, εσύ θα είσαι είτε συντηρητικός δεξιός ή κομπλεξικός αριστερός στην καλύτερη, ομοφοβικός αν ο/η/το σεφ έχει δηλώσει ανοιχτά τις σεξουαλικές του προτιμήσεις στη χειρότερη.
Γιατί φυσικά τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας μαγειρεύουν πάντα καλά, οι απόψεις τους είναι ορθές, το ντύσιμό τους έχει στυλ και κάθε δημόσια δράση τους είναι υπεράνω κάθε κριτικής για όποιον σέβεται τα αυτονόητα δικαιώματά τους- κάθε άλλη περίπτωση λογίζεται ως ομοφοβική.
Είναι αναγκαίο πλέον τα μέλη της κοινότητας να διαχωρίσουν τη σεξουαλική τους προτίμηση από τη δημόσια δράση τους και να μην ταυτίζονται στη συνείδηση του κόσμου ως μέλη της ΛΟΑΤΚΙ, αλλά ως μέλη του κόσμου, ώστε να μην υπάρχουν τέτοιου είδους παρεξηγήσεις.
Ακόμη ένα θέμα είναι ότι όπου εμπλέκεται κάποιος μαύρος, είναι σίγουρα το θύμα ρατσιστικής επίθεσης. Επίσης σεβόμαστε κάθε αλλόθρησκο ή άθεο, αλλά όποιος δηλώσει ότι πάει στην Εκκλησία ως Χριστιανός αντιμετωπίζεται με καχυποψία ως ακροδεξιός. Η έννοια της "ακροδεξιάς" από την άλλη είναι ένα επιλεκτικό επίσης χαρακτηριστικό της πολιτικής ορθότητας, αφού ειδικά μετά την Εθνική Αντίσταση και τον Εμφύλιο, η αριστερά σχεδόν αγιοποιήθηκε και μόλις πολύ πρόσφατα ακούστηκε η φράση "άκρα αριστερά" χωρίς να έχει εντοπιστεί κάποιος "ακροαριστερός" ακόμη.
Το μεγάλο πάρτι γίνεται τα τελευταία χρόνια με τις απανωτές "ακυρώσεις", τα λεγόμενα cancel, στο πλαίσιο της woke κουλτούρας, λογοκρίνοντας σχεδόν όλα τα είδη τέχνης. Ό,τι βιβλίο, ταινία, πίνακας ζωγραφικής των περασμένων αιώνων δεν συνάδει με τις σημερινές αξίες "επαγρύπνησης", έχει καεί στην πυρά ενός σύγχρονου μεσαίωνα και φασισμού.
Από το "Όσα παίρνει ο άνεμος" μέχρι τη "Μεγάλη Χίμαιρα" του Καραγάτση και την "Τοσοδούλα" με τον "Κοντορεβυθούλη, η λογική της παραφροσύνης θέλει να σβήσει από την ανθρώπινη μνήμη καταρχάς κομμάτια της ιστορίας του. Επιβάλλει να περάσει στη λήθη όλη η κοινωνική εξέλιξη που έχει συντελεστεί μέσα από αιματηρούς αγώνες. Στην ουσία ακυρώνουν τον αγώνα όλων των ανθρώπων για τα δικαιώματα των οποίων κόπτονται.
Εν κατακλείδι, δεν θα είχε ανάγκη η ανθρωπότητα τέτοιου είδους κινήματα αν πραγματικά υπήρχε παιδεία και θεωρούνταν αυτονόητος ο σεβασμός σε οποιονδήποτε αποτελεί μειονότητα και διαφορετικότητα. Η υποκρισία που υποβόσκει μέσα σε τέτοιου είδους τάσεις, η αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα που θέλει να επιβάλει τους δικούς της όρους αργά ή γρήγορα εκδηλώνει φασιστικά χαρακτηριστικά. "Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους, άλλαζαν τη σημασία των λέξεων" είχε πει ο Θουκυδίδης. Και όπως είχε προβλέψει το 1940 ο Τόμας Μαν, "Αν κάποτε ο φασισμός έρθει στην Αμερική, θα έρθει στο όνομα της Ελευθερίας".
*Η Ρένα Καλπάκη είναι εκπαιδευτικός - αρθρογράφος.