Η αποσύνθεση του δικτατορικού καθεστώτος λόγω της κυπριακής τραγωδίας, όρισε και τον χαρακτήρα της Μεταπολίτευσης. Ήταν μια διαδικασία κορυφής, χωρίς τη συμμετοχή του αποκαλούμενου λαϊκού παράγοντα. Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Μετά την ανατροπή του καθεστώτος Παπαδόπουλου από τους ιωαννιδικούς αξιωματικούς -κάτι που σχεδίαζαν μεθοδικά από το καλοκαίρι του 1973- εξέλιπε κάθε ίχνος αντίστασης στην Ελλάδα.
Στο Πολυτεχνείο εξαντλήθηκε όλη η συσσωρευμένη δυναμική του έτους 1973. (Νομική, κίνημα Ναυτικού, μνημόσυνο Γεωργίου Παπανδρέου, Πολυτεχνείο). Συνεπώς, αν θα προέκυπτε κάποια αλλαγή αυτή θα ήταν αποτέλεσμα διεργασιών είτε μέσα στους κόλπους της νέας χούντας είτε από κάποιο απρόοπτο γεγονός.
Το πρώτο δεν μπορούσε να συμβεί γιατί οι αξιωματικοί που υποστήριζαν το καθεστώς και ήταν ιδεολογικά ομογενοποιημένοι και έλεγχαν πλήρως το στράτευμα. Συνεπώς οι ελπίδες για την ανατροπή της χούντας στρεφόταν στην έλευση ενός γεγονότος απρόβλεπτου. Και πάλι ουδείς γνώριζε τα χαρακτηριστικά αυτής της νέας κατάστασης που θα ερχόταν.
Όλοι πλέον γνωρίζουμε πως η μετάβαση στο δημοκρατικό καθεστώς αποφασίστηκε μέσα σε μια αίθουσα από δέκα ανθρώπους και η επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποφασίστηκε από τρεις ανθρώπους: Ε. Αβέρωφ, Φ. Γικιζίκη, Π. Αραπάκη. Έτσι γράφτηκε η Ιστορία.
Τελικά πάνω στην τραγωδία της Κύπρου κτίστηκε η Μεταπολίτευση. Είναι κοινότοπη πλέον η διαπίστωση πως αν ο Ιωαννίδης δεν αποτολμούσε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου η αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα θα καθυστερούσε -άγνωστο πόσο- και δε γνωρίζουμε τι μορφή θα είχε. Θα ήταν ελεγχόμενη από το απερχόμενο καθεστώς; Ανεξέλεγκτη και χαοτική; Ή μήπως η μετάβαση θα είχε μιαν ιδανική πορεία, σαν αυτή που ζήσαμε. Γιατί τελικά όλα κύλησαν στον ελλαδικό χώρο κατά τρόπο υποδειγματικό.
Το τίμημα που καταβάλλαμε είναι γνωστό. Και η πληγή δεν λέει να κλείσει.
Οι νοσταλγοί της δικτατορίας κατηγορούσαν και κατηγορούν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για το «η Κύπρος κείται μακράν», προσπαθώντας να μεταφέρουν τις ευθύνες της κυπριακής τραγωδίας από τον Αττίλα 1 στον Αττίλα 2. Πρώτα-πρώτα, ποτέ ο Καραμανλής δεν είπε κάτι τέτοιο. Την απόφαση να μην εμπλακούν οι ένοπλες δυνάμεις της Ελλάδας στην Κύπρο την εισηγήθηκαν με υπόμνημά τους προς τον πρωθυπουργό, στις 13 Αυγούστου 1974, οι Μπονάνος, Γαλατσάνος, Α/ΓΕΕΘΑ και Α/ΓΕΣ αντιστοίχως.
Δεν ήταν μόνο το φιάσκο της επιστράτευσης. Ήταν πρόδηλο πως η εμπλοκή των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην Κύπρο σήμαινε την κήρυξη ελληνοτουρκικού πολέμου, κάτι για το οποίο η Ελλάδα δεν ήταν προετοιμασμένη. Τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου ήταν αφύλακτα.* Κινδύνευε η πατρίδα μας, σε περίπτωση σύρραξης, με απώλεια εθνικού εδάφους, ενώ το μόνο που θα κατάφερνε στην Κύπρο θα ήταν όχι η εκδίωξη του εισβολέα, αλλά η μεγιστοποίηση των απωλειών του.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αντιλήφθηκε πως μαζί με την απώλεια εθνικού εδάφους θα κατέρρεε και η απόπειρα να εγκαθιδρυθεί στην Ελλάδα μια σύγχρονη δημοκρατία. Και έλαβε την απόφαση που έλαβε. Η δημοκρατία μας γεννήθηκε και στερεώθηκε με τις σωστές αποφάσεις της νέας πολιτικής ηγεσίας και με την ωριμότητα που επέδειξαν οι πολίτες στη συνέχεια.
* Γι αυτό τον λόγο αντιδρά τόσο έντονα η Τουρκία στην στρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Γιατί δεν έχει όμηρο την πατρίδα μας, όπως το 1974.