Του Γιάννη Σιδέρη
Παρουσίασαν ως τρόπαιό τους το ηθικό πλεονέκτημα. Ήταν το ματωμένο πλεονέκτημα αυτών που έτσι κι αλλιώς δεν τα κατάφεραν να καταλάβουν την εξουσία, και αντιμετωπίστηκαν από τους νικητές με αναίτια σκληρότητα όταν έχασαν τον αγώνα. Το ανέμιζαν ως φλάμπουρο, μόνο που δεν ήταν δικό τους, γι'' αυτό και δεν το σεβάστηκαν, το άφησαν σιγά σιγά να ξεθωριάσει και να καταρρακωθεί. Έτσι συμβαίνει με τα ακόπως κεκτημένα. Ποιος δεν θυμάται π.χ. τα ωραία του πρώην γραμματέα της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, που θεώρησε ως προσόν του για τον διορισμό του, αυτού και της οικογένειάς του, το γεγονός ότι είχε παππού δικαστή του ΕΑΜ;
Στην Ελλάδα η εξουσία ποτέ δεν είχε ηθικό πλεονέκτημα. Η εξουσία διαφθείρει αν αφεθείς στις θωπείες της. Και ο ΣΥΡΙΖΑ "παρα-αφέθηκε" και μάλιστα πολύ γρήγορα.
Στην αρχή - όταν όλοι οι άλλοι κατηγορούσαν – ο υποφαινόμενος είχε υποστηρίξει το δικαίωμα του Μαξίμου και των νέων υπουργών, να προσλάβουν συμβούλους της δικής τους ιδεολογίας, γιατί θα πρέπει στον πρωθυπουργικό αλλά και τα υπουργικά επιτελεία να υπάρχει ώσμωση, συναντίληψη, κοινό όραμα και κοινή γλώσσα. Φευ, γρήγορα δη διαδικασία ξεστράτισε. Ακολούθησε τη διεφθαρμένη πεπατημένη. Η επιλογή των αναγκαίων ομοϊδεατών - γιατί όχι και ομόσταυλων - συνεργατών, κατάντησε κοινό παλαιοκομματικό ρουσφέτι.
Όσοι έζησαν την πρώτη εποχή ΠΑΣΟΚ και δεν κοιτούν γεγονότα με παρωπίδες, θα θυμηθούν στα τρία –τέσσερα πρώτα χρόνια του, είχε ακόμη την ορμή του νεοφώτιστου «λαϊκού αγωνιστή». Μετά και σταδιακά αλλοιώθηκε. Μην υπάρξουν ύστερες σκέψεις για δήθεν σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από το παράδειγμα. Απλώς κάνουμε συγκριτική αναφορά, προκειμένου για να γίνει ανάγλυφη η εικόνα της διαφοράς και της ταχείας έκπτωσης του ΣΥΡΙΖΑ από το συννεφάκι του ηθικού πλεονεκτήματος.
Τελευταίο κρούσμα ο παρολίγον Διοικητής του ΕΦΚΑ, Ευστάθιος Μαρίνος, που πιάστηκε με τη γίδα στην πλάτη. Πρώην τεχνικός σύμβουλος στο γραφείο του Γραμματέα της Ζωής ως ΠτΒ, πρώην ειδικός συνεργάτης στον ΗΔΙΚΑ, όπου έδινε δημόσια έργα στον εαυτό του (!), ενώ μεταβίβασε την εταιρεία μια ημέρα πριν περάσει από ακρόαση στη Βουλή για να αναλάβει διοικητής του ΕΦΚΑ, με πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ (αυτό κάτι θυμίζει, έ κε Φλαμπουράρη;).
Ναι, στην Ελλάδα η εξουσία ποτέ δεν είχε ηθικό πλεονέκτημα, γιατί όλοι τη άσκησαν με τον πατροπαράδοτο κοτζαμπάσικο τρόπο. Δυστυχώς και ο ΣΥΡΙΖΑ, ή μάλλον δυστυχώς χειρότερα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι προηγούμενοι τουλάχιστον βρέθηκαν στις εποχές της οικονομικής ανθοφορίας, τα λεφτά από την κάποια ανάπτυξη, από την ΕΟΚ, και βέβαια από τα δανεικά… έτρεχαν από τα μπατζάκια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε σε εποχές δυσοίωνες, ισχνές, τις οποίες επιδείνωσε με την άφρονα τακτική του, ειδικά αυτή του πρώτου εξαμήνου. Είχε υποχρέωση να αποτινάξει τον παλαιοκομματισμό για δύο κυρίως λόγους:
α) Προς τον εαυτό του και την ιδεολογία του: Ισχυρίστηκε ότι είναι το καινούργιο. Αν όντως έφερνε το καινούργιο, αυτό θα γινόταν καθεστώς. Θα αναδεικνυόταν ως σημείο αναφοράς και σύγκρισης στο μέλλον. Θα έβαζε τον δικό του πήχη και οι επόμενοι θα ήταν υποχρεωμένοι να σταθούν στο ύψος του, αν όχι να τον ξεπεράσουν.
β) Προς τη χώρα: Ο,τι έγινε, έγινε με την αναξιοκρατία. Μια πτωχευμένη χώρα χρειάζεται πλέον να απορρίψει τις φθοροποιές μεθόδους, να επιστρατεύσει τους καλύτερους, ει δυνατόν τους άριστους (συγγνώμη κε Μπαλτά), προκειμένου να την επαναφέρουν στο δρόμο της κανονικότητας.
Δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν οικειοποιήθηκε μόνο τα χειρότερα στοιχεία του «παλιού πολιτικού συστήματος», όπως αρέσκεται να το αποκαλεί. Τα μιμήθηκε ταχύρυθμα και σωρηδόν. Από τις γάτες των Ιμαλαίων (όπου από δήθεν ορκισμένος εχθρός της διαπλοκής θέλησε να γίνει ο ηγεμονικός προνομιούχος πυρήνας της), μέχρι τα βοσκοτόπια ως ιδιοκτησιακή εγγύηση τηλεοπτικής επάρκειας, από τον πόλεμο στη Δικαιοσύνη μέχρι τον πόλεμο στον Δ/τη της Τράπεζας της Ελλάδας, από τις στημένες ατεκμηρίωτες κατηγορίες χρηματισμού (που δεν άντεξαν να παρουσιαστούν έστω και ως ανώνυμες ενώπιον της Βουλής), και το μαζικό ρουσφέτι που διενεργείται εν όψει εκλογών, μέχρι την παλαιολιθική προσπάθεια της κατάληψης του κράτους, επειδή τα παλιά κιτάπια λένε ότι έτσι καταλαμβάνεις και την εξουσία (αλλά εκείνα τα κιτάπια γράφτηκαν για κράτη της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης και τώρα βρισκόμαστε ενώπιον της τέταρτης).
Παρακολουθούμε ένα κακέκτυπο παλαιοκομματικής παλινδρόμησης που δεν το αξίζουν ούτε οι ανάγκες της χώρας, ούτε η εποχή μας, ούτε καν οι ιδέες της νέας Αριστεράς, που τόσο κακοποιούνται από τους ανεπίγνωστους νεαρούς αναβάτες της εξουσίας.
Αν η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κινηματογραφική ταινία, θα αναφωνούσαμε, εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε, το έργο το έχουμε ξαναδεί.