Του Γαβριήλ Σερέτη
Γεμάτος από άτομα κάθε ηλικίας απ όλη την Ελλάδα, είναι και σήμερα ο χώρος του Metropolitan Expo κοντά στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος όπου διεξάγεται το 13ο Συνέδριο της ΝΔ. Εντύπωση προκαλεί ο αριθμός των νέων συνέδρων και των γυναικών καθώς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το κυβερνών κόμμα, το 50% των συμμετεχόντων είναι ηλικίας 25-44 ετών και το 33,5% είναι γυναίκες.
Οι σημερινές εργασίες ξεκίνησαν με χαιρετισμούς εκπροσώπων κομμάτων. Από το ΣΥΡΙΖΑ απεύθυνε χαιρετισμό η γραμματέας της ΚΟ του κόμματος, Όλγα Γεροβασίλη, από το Κίνημα Αλλαγής ο εκπρόσωπος τύπου του κόμματος, Παύλος Χρηστίδης, από το ΚΚΕ ο βουλευτής και υπεύθυνος του γραφείου τύπου, Γιάννης Γκιόκας και από το ΜΕΡΑ25 η βουλευτίνα, Σοφία Σακοράφα.
Εκ μέρους της ΝΔ ο Γενικός Διευθυντής του κόμματος Γ. Μπρατάκος αναφέρθηκε στον ψηφιακό μετασχηματισμό και τόνισε την ανάγκη η χώρα μας να κάνει άλματα για να φτάσει τον διεθνή ανταγωνισμό. Υπενθύμισε δε την αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΕΠΕ, σύμφωνα με την οποία ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν είναι μια τεχνοκρατική προσέγγιση αλλά μια συνειδητή πολιτική επιλογή που πρέπει να λειτουργήσει στο όνομα των πολλών, με στόχο την ευημερία των πολιτών.
Η βιώσιμη ανάπτυξη που βασίζεται στην τεχνολογία και την καινοτομία, σημείωσε ο κ. Μπρατάκος, μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη προστιθέμενη αξία, εξαγώγιμα προϊόντα και υπηρεσίες, καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Η χώρα διαθέτει αξιοσημείωτο επιστημονικό προσωπικό, αλλά, η παραγόμενη γνώση δεν μετατρέπεται σε επιχειρηματική δραστηριότητα και άρα σε ανάπτυξη της οικονομίας. Πολύ περισσότερο που οι δομές καινοτομίας είναι, στην ουσία, αδόμητες και χωρίς συνέχεια, χωρίς στρατηγική.
Από την πλευρά του ο Γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ, Γ. Στεργίου, υπογράμμισε την ανάγκη το κυβερνών κόμμα, με δουλειά και αποτελεσματικότητα, να πείσει τόσο τους καλοπροαίρετους όσο και τους απογοητευμένους πολίτες ότι δεν ισχύει το «τίποτε και ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει. Αλλά και να διαψεύσει όλους εκείνους που, ως σύγχρονοι Λουδίτες, επιδιώκουν εδώ και χρόνια, «τίποτε και ποτέ να μην αλλάξει». Γιατί έτσι εξυπηρετούνται καλύτερα τα στενά μικροσυμφέροντα και οι ιδεοληπτικές αγκυλώσεις τους.
Ο κ. Στεργίου ανέφερε ότι η Αριστερά, όταν γίνεται κυβερνώσα, ούτε καλή κυβέρνηση είναι, ούτε Αριστερά παραμένει. Και προέβλεψε ότι η συρρίκνωσή της θα ενταθεί το επόμενο διάστημα. Θα είναι σταθερή, γρήγορη και αναπόδραστη, είπε χαρακτηριστικά.
Ο Γραμματέας της Π.Ε, τόνισε πως για να βγει οριστικά η χώρα από την εντατική, απαιτείται να οικοδομηθούν ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες και η εκλογική πολυσυλλεκτικότητα που επέδειξε η ΝΔ στις τελευταίες εκλογές, καθώς και η θετική αποδοχή του κυβερνητικού έργου, αποδεικνύουν ότι υπάρχει γόνιμο έδαφος. Η πολιτική μας επιδίωξη, δήλωσε ο κ. Στεργίου, είναι να δημιουργήσουμε έναν ευρύ Συνασπισμό του μέτρου και της λογικής. Έναν συνασπισμό που , με επικεφαλής τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα μεταβάλλει τους πολιτικούς συσχετισμούς και θα αλλάξει τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Το ζητούμενο, πρόσθεσε, είναι μια Εθνική Συνισταμένη απέναντι στις διχαστικές συνιστώσες που ζήσαμε. Και το Συνέδριο της ΝΔ, μπορεί να βάλει τις βάσεις για ένα σύγχρονο, Φιλελεύθερο και Προοδευτικό Μανιφέστο, απέναντι στον εγχώριο αριστερό συντηρητισμό και στον υπεραπλουστευτισμό της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς. |
Ο Γ. Στεργίου χρησιμοποίησε επίσης ως παράδειγμα την περίπτωση της ΔΕΗ, όπου η στάση των συνδικαλιστών τους αφαιρεί και το τελευταίο φύλλο συκής για την προηγούμενη αφωνία τους.
Ο γενικός Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ Στ. Καλαφάτης, στην ομιλία του, εστίασε στα εθνικά θέματα και εκτίμησε πως οι τελευταίες ενέργειες της Τουρκίας πυκνώνουν τα σύννεφα αυξάνοντας τον κίνδυνο ατυχήματος. Διεμήνυσε ωστόσο, ότι συστάσεις για υποχωρήσεις στα εθνικά μας ζητήματα δεν γίνονται δεκτές. Αναφερθείς στο προσφυγικό ο κ. Καλαφάτης σημείωσε ότι με τις νομοθετικές κυρίως παρεμβάσεις της κυβέρνησης, η Ελλάδα άλλαξε πολιτική και, τώρα, « απαιτούμε από τους εταίρους μας υπευθυνότητα και αλληλεγγύη. Δεν μπορεί κάποιοι να επωφελούνται των κοινών πλεονεκτημάτων της Ένωσης και κάποιοι να σηκώνουν μόνοι το βάρος των κοινών προβλημάτων».