Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Τον συνυπολογισμό των εσόδων από τα κέρδη του ευρωσυστήματος στο πλεόνασμα επιδιώκει η κυβέρνηση ως το πρώτο βήμα στην πορεία των συζητήσεων με τους θεσμούς για την μείωση των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που συμφώνησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν και επισήμως το Μέγαρο Μαξίμου δεν επιβεβαιώνει τις πληροφορίες ο στόχος αυτός είναι εφικτό να επιτευχθεί ακόμη και εντός του 2019 μειώνοντας επί της ουσίας το πλεόνασμα του 2020 από το 3,5% στο 2,9%.
Συγκεκριμένα, τα κέρδη των ομολόγων που επιστρέφονται στο ελληνικό υπουργείο Οικονομικών από την ΕΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, τα λεγόμενα ANFAs και SMPs, τα οποία ανέρχονται σε 1,2 δισ. ευρώ ανά έτος, θα μπορούσαν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στο να αποκτήσει η ελληνική κυβέρνηση μεγαλύτερη ευελιξία ως προς την επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Τα έσοδα αυτά, ενώ προσμετρώνται στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα από την Eurostat, εξαιρούνται λογιστικά από τα έσοδα που καθορίζουν το πλεόνασμα. Και αυτό γιατί με βάση τους κανόνες Ενισχυμένης Εποπτείας, οι Ευρωπαίοι εταίροι πίστεψαν ότι έτσι η ελληνική κυβέρνηση θα πιεστεί περαιτέρω για τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Εφόσον αυτό το δεδομένο αλλάξει, τότε ο στόχος για το πλεόνασμα του 2020 για την χώρα μας μπορεί να παραμείνει ο ίδιος, αλλά ουσιαστικά θα θέλουμε να πιάσουμε τον στόχο όχι του 3,5% αλλά του 2,9%. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση θα ξεκινάει από άλλη βάση έχοντας εξασφαλίσει το 0,6%, γεγονός που επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία στην οικονομική της πολιτική.
Όπως επιμένει καλά πληροφορημένη πηγή για να υλοποιηθεί αυτή η αλλαγή θα πρέπει να υπάρξει προηγουμένως σχετική απόφαση του συμβουλίου των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης μετά από σχετική εισήγηση του Euroworking Group κάτι που δεν αποκλείεται να συμβεί, με βάσει την προσπάθεια που γίνεται αλλά και τις συζητήσεις που υπάρχουν, ακόμη και εντός του Νοεμβρίου.
Στην περίπτωση που η προσπάθεια αυτή τελεσφορήσει, θα πρόκειται για μία εξέλιξη εξαιρετικά σημαντική τόσο ως προς την ουσία όσο και ως προς τον συμβολισμό. Άλλωστε μεταξύ των εταίρων διαμορφώνεται ένα απολύτως θετικό κλίμα για την Ελλάδα.
Ο στόχος της κυβέρνησης είναι διττός. Αφ ενός με τον τρόπο αυτό αίρει παραμέτρους της ενισχυμένης εποπτείας που έχουν αποφασίσει οι Θεσμοί για την χώρα μετά την ολοκλήρωση του 3ου μνημονίου αφ ετέρου προσθέτει «όπλα» στο οπλοστάσιο που θα χρησιμοποιηθεί εν όψει της κομβικης σημασίας συζήτηση που θα γίνει για την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές η Ελλάδα, με την προϋπόθεση ότι μέχρι τότε όλα θα έχουν κυλήσει ομαλά, προτίθεται να θέσει επισήμως το θέμα της μείωσης τον Απρίλιο του 2020 όταν θα έχουν δημοσιοποιηθεί και τα σχετικά στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ και την Eurostat.
Επιπλέον σύμμαχος σε αυτή την όχι και τόσο εύκολη προσπάθεια είναι τα τελευταία ενθαρρυντικά στοιχεία της τελευταίας περιόδου. Για παράδειγμα ο δείκτης οικονομικού κλίματος στη χώρα μας έχει βελτιωθεί σύμφωνα με την ευρωπαική επιτροπή: τον Αύγουστο, ο δείκτης αυτός διαμορφώθηκε στις 108,4 μονάδες, έναντι 105,3 μονάδων τον Ιούλιο και 101 μονάδων τον Ιούνιο. Αυτή είναι η καλύτερη επίδοση των τελευταίων 12 ετών. Γεγονός επίσης είναι ότι ο δείκτης κινείται πιο ψηλά από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Με άλλα λόγια ενώ ο δείκτης αισιοδοξίας στην Ευρωζώνη πέφτει, στην Ελλάδα ανεβαίνει.