Ανοίγει σιγά - σιγά η βεντάλια των υποψηφιοτήτων για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αφού μετά την κυρία Έφη Αχτσιόγλου, ανακοίνωσε και τη δική του ο κ. Ε. Τσακαλώτος. Αναμένεται σήμερα, η ανακοίνωση του κ. Ν. Παππά (13-0) και ίσως του κ. Π. Πολάκη.
Εκείνο που παραμένει εισέτι ασαφές, είναι το ιδεολογικό στίγμα των δύο, μέχρι στιγμής υποψηφίων, αφού αμφότεροι στις ανακοινώσεις τους περιέλαβαν πολλές γενικότητες και αοριστίες. Κατανοητό από μία πλευρά, αφού ανάγκα και θεοί πείθονται. Οι υποψήφιοι απευθύνονται σε ένα ευρύτερο του κομματικού, ακροατήριο και θέλουν να γοητεύσουν όσους περισσότερους μπορούν. Θα ήταν δε ιδανικό, αν δεν το έκαναν μετά από μία εκλογική συντριβή και μία ιδεολογική ήττα μνημειωδών διαστάσεων. Κατά τα ψέματα, στις πρόσφατες διπλές εκλογές, δεν ηττήθηκε απλά ένα πολιτικό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μία ολόκληρη ιδεολογία, η οποία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στα μεταπολιτευτικά χρόνια, είτε ασκούσε εξουσία, είτε όχι.
Ηττήθηκε ο τρόπος με τον οποίο κάποιοι έβλεπαν την κοινωνία, ηττήθηκε και η αντίληψη του πολιτικού βολονταρισμού, όταν πολλοί θεωρούσαν πως αρκεί μία απόφαση κάποιου κόμματος, για να αλλάξει ρου η ιστορία. Παράλληλα, ηττήθηκε και διαλύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη ο μύθος περί ηθικού πλεονεκτήματος κάποιων έναντι άλλων και, κυρίως, ηττήθηκε η αλαζονεία της «πολιτικής καθαρότητας».
Μέσα από τον μετεκλογικό ερειπιώνα, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να απαντήσει σε μια σειρά ερωτήματα, τα οποία έχουν θεμελιώδη και υπαρξιακό χαρακτήρα. Φερ’ ειπείν, ποιες κοινωνικές ανάγκες εκφράζει; Ποια κοινωνικά στρώματα και τάξεις, θέλει να εκφράσει; Ποιο είναι το μοντέλο της οικονομίας που προκρίνει, γιατί και με ποιες πολιτικές θα το επιτύχει; Θα επιδιώξει κοινωνικές συμμαχίες, με ποιους και με βάση ποιες αρχές; Θα συνεχίσει να μιλάει για κάποιον άλλο δρόμο ή θα ενστερνιστεί, επιτέλους, τις ιδέες και τις αξίες του δυτικού πολιτισμού και πως αυτές θα διαμορφώσουν το γεωπολιτικό του δόγμα; Θα συνεχίσει να φλερτάρει με τον πολιτικό και κοινωνικό περιθώριο, το οποίο μας το παρουσίαζε σχεδόν σαν σύγχρονους Ρομπέν των δασών;
Εννοείται, πως υπάρχει κι ένα ακόμη μεγάλο πλήθος ερωτήσεων, στις οποίες καλείται να απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αν θέλει να επανέλθει στο πολιτικό παιχνίδι με αξιώσεις.
Μέχρι στιγμής, πάντως, από τις «προεδρικές» διακηρύξεις των υποψηφίων, απαντήσεις δεν παίρνουμε, παρά μόνο βλέπουμε μια νεφελώδη διακήρυξη περί «αριστερής σοσιαλδημοκρατίας σε συμμαχίες με τους Πράσινους» (Τσακαλώτος) ή το «θα είμαστε με τους πολλούς» (Αχτσιόγλου). Ως προς τον πρώτο, θα πρέπει να ερωτηθεί και η σοσιαλδημοκρατία αλλά και οι Πράσινοι αν τον θέλουν στην παρέα τους με όλες εκείνες τις λατινοαμερικανικές ονειρώξεις που μας είχαν συνηθίσει όλα αυτά τα χρόνια. Ως προς το «πολλούς» το ερώτημα - και πάλι - είναι ποιοι είναι αυτοί οι πολλοί και, κατ’ επέκταση, ποιοι είναι οι «λίγοι». Στους τελευταίους συμπεριλαμβάνονται και οι ολιγάρχες που στήριξαν το «όνειρο της δραχμής» του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ή όχι;
Εκπλήξεις δεν πρέπει να περιμένουμε ούτε από τους άλλους δύο. Ο μεν 13-0 θα φέρει πάντοτε την βαριά καταδίκη για ένα βαρύτατο έγκλημα, αν και λίγο - πολύ μας είναι γνωστές οι θέσεις του. Το γεγονός ότι «ανακάλυψε» όψιμα την μεσαία τάξη και το κοινωνικό κέντρο, κάθε άλλο παρά αποτελεί εχέγγυο μιας σύγχρονης ματιάς στα πράγματα. Πιο πολύ θυμίζει τη στάχτη που ρίχνουν στα μάτια των άλλων. Ο δε, αψίκορος γιο της Μεγαλονήσου, με θητεία σε δραχμολαγνικά σχήματα πριν την ένταξη του στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με πολιτικές απόψεις που θυμίζουν νεοαυταρχικά καθεστώτα της Ανατολής, μάλλον κατεβαίνει στις εκλογές για να διασφαλίσει τη θέση του από πιθανές εκκαθαρίσεις του επόμενου αρχηγού, ο οποίος, φυσικά, δεν θα χρειάζεται βαρίδια στο νέο του ξεκίνημα.
Με τούτα και μ’ αυτά, όμως, η διαδικασία εκλογής νέου ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζει περισσότερο μια πληκτική παράσταση, στην οποία όλοι πηγαίνουν από υποχρέωση σε κάποιον από τους συντελεστές της, γνωρίζοντας από πριν το ιλαροτραγικό της τέλος.