Απαιτείται ιδιαίτερη δεξιοτεχνία να γίνεις ο στόχος του βέλους που στέλνεις να πλήξει τον αντίπαλο. Και το βέλος αυτό ήταν η κορυφαία θεσμική πράξη που παρέχεται στην αντιπολίτευση, η κατάθεση προτάσεως μομφής.
Στιγμή ήττας κατά τη διαδικασία ήταν όταν ο Μητσοτάκης υπενθύμισε στον αποσβολωμένο θεατή της συνεδρίασης,ότι ο Ανδρουλάκης είχε επισκεφθεί ο ίδιος τον τόπο του τρομερού δυστυχήματος, και είχε ενημερωθεί από την πυροσβεστική για την ανάγκη να σηκώσουν κάποια βαγόνια.
Ο Ανδρουλάκης στο σχετικό βίντεο που κυκλοφόρησε, βρίσκεται στον τόπο της τραγωδίας και στις δηλώσεις του αναρωτιέται γιατί ενώ υπάρχουν οι τεχνικές δυνατότητες «να κρέμονται τόσες ζωές σε ένα ανθρώπινο χέρι».
Τότε το εξέλαβε ως τραγικό λάθος ενός ανθρώπου - του σταθμάρχη. Στη συνέχεια υπό το βάρος των μεγάλων συλλαλητηρίων, προσχώρησε στην προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ, της Ζωής και του Βελόπουλου.
Στην πρόταση μομφής έγραφε ότι «στις 3 Μαρτίου 2023 επήλθε παράνομη αλλοίωση του τόπου της τραγωδίας με τη μεταφορά των βαγονιών των δύο συρμών, το μπάζωμα και την εκχέρσωση της περιοχής, με αποτέλεσμα την καταστροφή πολύτιμων για τις έρευνες αποδεικτικών στοιχείων».
Και καλά το «μπάζωμα ήρθε κανά δυο ημέρες αργότερα. Δεν το περίμενε. Στη μεταφορά των βαγονιών όμως γιατί δεν εξέφρασε αντίρρηση στον αξιωματικό της πυροσβεστικής; Προφανώς, γιατί είχε κατανοήσει ότι ήταν επιβεβλημένο αφού κάτω από τα βαγόνια θα μπορούσαν να βρίσκονται πληγωμένοι ή νεκροί που θα έπρεπε να ανασυρθούν.
Ύστερα ήρθε η εργαλειοποίηση του τραγικού συμβάντος από το ΣΥΡΙΖΑ, στα σόσιαλ μίντια, στα φιλικά του έντυπα και στις επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου όπου παρουσίαζε (περιέφερε με κυνικότητα) την Καρυστιανού. Άρχισαν να ακούγονται και οι στεντόρειες έως υστερικές, φωνές της Ζωής, ενώ το δικό τους χρώμα έδωσαν τα δύο μεγάλα συλλαλητήρια.
Έδειξαν ότι υπάρχει μια σε πολιτικό επίπεδο ακατέραστη κοινωνική μάζα που είναι πρόσφορη προς αλίευση. Και ο Ανδρουλάκης, πιεζόμενος από τα δημοσκοπικά ποσοστά, υιοθέτησε το αλύχτισμα των εξ αριστερών του κομμάτων.
Έτσι το «ανθρώπινο χέρι» που ήταν η αρχική του εντύπωση, έγινε «έγκλημα» και το σημείο του δυστυχήματος «τόπος εγκλήματος». Όσο για τις υπηρεσιακές αποφάσεις, όπως φάνηκε από την ενημέρωση που του έκανε ο αξιωματικός της Πυροσβεστικής, μεταμορφώθηκαν σε παράβαση καθήκοντος και υπόθαλψη εγκληματία»!
Και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που υποτίθεται θα έφερνε έναν αέρα θεσμικής ευπρέπειας, πολιτικής μετριοπάθειας και προγραμματικής σοβαρότητας στόχων, ώστε να ελκύσει απογοητευμένους ψηφοφόρους και από τη ΝΔ, μετατράπηκε σε έξαλλο ηχείο του ΣΥΡΙΖΑ και της Κωνσταντοπούλου.
Η οποία Ζωή σαφώς έχει επαρκή νομική κατάρτιση, αλλά και τέτοια λαϊκίστικη συμπεριφορά, που έλκει τους κάθε λογής «θυμωμένους» με το Σύστημα, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει ορμητικά στις δημοσκοπήσεις.
Αν κατορθώσει να τον ισοσκελίσει ή να τον υπερβεί, ερχόμενη δεύτερη (στη ρευστότητα των καιρών τίποτε δεν αποκλείεται), ας μην αιτιάται το εκλογικό κοινό ο Ανδρουλάκης. Ούτε τη ΝΔ. Ας αιτιάται εαυτόν αφού τη «νομιμοποίησε» αναδεικνύοντάς την ως ισότιμη κοινοβουλευτική συνιστώσα, συνυπογράφοντας μαζί της την πρόταση μομφής.
Γεγονός που δημιούργησε μεγάλη δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, όπως διεφάνη και στην ομιλία του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου: «Στο ΠΑΣΟΚ δεν αγωνιστήκαμε να μείνει όρθια η χώρα για να ζήσουμε εποχές Ραχήλ Μακρή (κολλητή τότε της Ζωής) Δεν θα το επιτρέψουμε».
Δόθηκε η ευκαιρία στην ηγεσία της απολιτίκ «αντισυστημικότητας» με τον ακραίο και τοξικό λόγο, να διευρύνει τον ζωτικό της χώρο στα χωράφια της κεντροαριστεράς. Αφού την αποδέχεται ο αρχηγός γιατί να μην την αποδεχθούν και οι ψηφοφόροι; Ειδικά οι ψηφοφόροι των συλλαλητηρίων.
Γιατί η μεγάλη μάζα των πασοκικών ψηφοφόρων δεν έχει αποδεχθεί την κατηγορία του εγκλήματος και της συγκάλυψης. Θεωρεί ότι η μακάβρια σύγκρουση ήταν αποτέλεσμα των διαχρονικών παθογενειών του ελληνικού κράτους, μεταξύ των οποίων οι αλλεπάλληλες, ενδεχομένως συμφεροντολογικές, αναβολές της περίφημης 717, του διαχρονικού ρουσφετιού (σταθμάρχης, προϊσταμένη ΡΑΣ), στο οποίο υποπίπτουν όλες οι κυβερνήσεις, της δημοσιοϋπαλληλικής αδιαφορίας (απόντες από τη βάρδιά τους σταθμάρχες), και της χαλαρότητας κανόνων ασφαλείας (η εκτός πρωτοκόλλου συνομιλία σταθμάρχη μηχανοδηγού).
Και φυσικά, μετά το δυστύχημα, η παλαιοκομματική αντίδραση της κυβέρνησης για να ξεμπερδέψει όπως όπως με την… «στραβή» που της έτυχε στη βάρδιά της που θα έλεγε και η Δούρου, έδωσε χώρο για υποψίες.
Έρχεται και η προανακριτική για τον Τριαντόπουλο, όπου η Ζωή με το θεατρικά άτεγκτο ήθος και το δάκτυλο υψωμένο ως ρομφαία Δικαιοσύνης, θα κλέψει την παράσταση. Όχι σε όλους αλλά σίγουρα σε αυτό το κοινό που πήγε να ψαρέψει και ο Ανδρουλάκης. Ένα κοινό στο οποίο δεν μπορεί να έχει συνήχηση το ΠΑΣΟΚ.