Ψηφίζοντας τον νόμο για την απλή αναλογική ο Αλέξης Τσίπρας γνώριζε το ενδεχόμενο δημιουργίας συνθηκών ακυβερνησίας. Ευελπιστούσε όμως ότι μια κυβερνητική θητεία της σημερινής κυβερνώσας παράταξης θα επέτρεπε στον ίδιο και το κόμμα του να επανέλθουν στο προσκήνιο και να αποτελέσουν βασικό κορμό στις συζητήσεις για τη δημιουργία ενός κυβερνητικού σχήματος. Άλλωστε ο ίδιος βρέθηκε στη θέση του πρωθυπουργού χωρίς ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει αποκτήσει ποσοστά αυτοδυναμίας ακόμη και με το μπόνους των 50 εδρών που εκμεταλλεύθηκε από το εκλογικό σύστημα που ίσχυσε μέχρι και τις εκλογές του 2019.
Το ερώτημα είναι πλέον αν και κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα διακυβέρνησης της χώρας, χωρίς να συρθεί σε μια διαδικασία επαναληπτικών εκλογών που θα προκαλέσουν ζημία στην πορεία ανάπτυξης καθώς και στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, τμήμα των οποίων έμεινε πίσω ελέω πανδημίας. Η απλή αναλογική δημιουργεί συνθήκες ακυβερνησίας. Είναι όμως έτσι; Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι πολιτικοί αρχηγοί η ψήφος των πολιτών θα δείξει τον δρόμο για το τι θα ακολουθήσει της πρώτης Κυριακής των επόμενων εκλογών, τις οποίες σημειωτέον ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξακολουθεί να προσδιορίζει προς τη λήξη της συνταγματικής θητείας της σημερινής κυβέρνησης.
Αν οι Έλληνες ψηφοφόροι επιλέξουν να παίξουν ρουλέτα με τις επόμενες εκλογές και να επιλέξουν κόμματα που δύσκολα θα ξεπεράσουν το όριο του 3%, που υπάρχει και στην απλή αναλογική, και ως εκ τούτου δύσκολα θα μπουν στην επόμενη Βουλή τότε το ενδεχόμενο επαναληπτικών εκλογών με το σύστημα που προβλέπει την επαναφορά των μπόνους εδρών σε μικρότερο αριθμό φαντάζει πιο εφικτό.
Εφόσον όμως επιλέξουν να κινηθούν με γνώμονα τη διακυβέρνηση της χώρας τα δεδομένα μπορούν να διαμορφωθούν με τρόπο που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, χωρίς όμως να δίνεται η δυνατότητα δημιουργίας αυτοδύναμης κυβέρνησης. Και αυτό διότι για να υπάρξει αυτοδυναμία ενός κόμματος με την απλή αναλογική θα πρέπει να εμφανιστούν ποσοστά που ξεπερνούν το 45%. Ποσοστά που εμφανίσθηκαν στην ελληνική πολιτική σκηνή πριν τη χιλιετία που διανύουμε.
Απλή αναλογική
Η απλή αναλογική που θα εφαρμοστεί στις επόμενες εκλογές (την πρώτη Κυριακή αν τελικά οδηγηθεί η χώρα σε μια διπλή κάλπη) λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς την αυτοδυναμία ενός κόμματος. Ακόμη και αν ληφθεί υπόψη το ποσοστό που έλαβε η ΝΔ στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 με την απλή αναλογική θα λάβει περίπου 125 έδρες, ενώ και αν ξεπεράσει το 40%, όπως και όποιο άλλο κόμμα, τότε με βάση τα δεδομένα που διαμορφώνει ο ισχύων νόμος η δημιουργία αυτοδύναμης κυβέρνησης είναι αδύνατη
Πώς θα μπορούσε όμως να υπάρξει ένα κυβερνητικό σχήμα; Με τη συνεργασία μεταξύ κόμματων. Και με δεδομένο το γεγονός πως ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δε δύνανται να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε συνεργασία αφού η φιλοσοφία οι αρχές και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν κορυφαία ζητήματα (εθνικά και οικονομικά) απέχει παρασάγγας.
Στο πλαίσιο αυτό τα σχήματα που μπορούν να λειτουργήσουν είναι τα εξής:
- Συνεργασία πρώτου με τρίτο κόμμα. Στην περίπτωση της χώρας μας με βάση και τις σημερινές δημοσκοπήσεις αυτά είναι η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δήλωσε χθες πως «Από την πρώτη Κυριακή θα αγωνιστούμε να υπάρχει κυβέρνηση στη χώρα με τον δικό μας πολιτικό προσανατολισμό». Γνωρίζει όμως ότι για να επιτευχθεί μια κυβέρνηση συνεργασίας απαιτείται προγραμματική σύγκλιση και όχι η επιβολή του προσανατολισμού από το τρίτο κόμμα. Επίσης, έχει δηλώσει πως δεν προτίθεται να αποδεχθεί ως επικεφαλής τον αρχηγό του πρώτου κόμματος είτε αυτό είναι η ΝΔ είτε ο ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση όπως ο ίδιος έχει δηλώσει η ψήφος των πολιτών θα δώσει και το στίγμα. Σημειώνεται πως το ίδιος ισχύει αν για κάποιο λόγο πέσουν έξω όλες οι δημοσκοπήσεις και βγει πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ. Στην παρούσα φάση αυτό δείχνει ανεδαφικό. Πολύ, δε, περισσότερο τη στιγμή που η αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις παραμένοντας δέσμια σε μια ιδεοληπτική λογική που ταυτίζεται με τα όρια του λαϊκισμού σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις και αναζητεί την οργή του 2012 για να επανέλθει σε μια πορεία εξουσίας.
- Συνεργασία του δεύτερου κόμματος με τα… υπόλοιπα. Και δεδομένου ότι μια συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ Ελληνικής λύσης θα θύμιζε την περίοδο που ο Αλέξης Τσίπρας έγινε πρωθυπουργός με την ψήφο του Πάνου Καμμένου αυτό μπορεί και να αποκλειστεί. Για να γίνει όμως κυβέρνηση συνεργασία και όχι κυβέρνηση… ανοχής θα πρέπει να συνεργαστεί το δεύτερο κόμμα με το τρίτο καθώς και με το ΚΚΕ αλλά και τη ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη, εφόσον υπερβεί το κατώφλι του 3%. Και πάλι όμως με την απλή αναλογική το να συμπληρωθούν ψήφοι άνω των 150 φαντάζει με αυτή τη μορφή δύσκολο. Ακόμη και αν το ΚΚΕ αποφασίσει να μπει σε ένα κυβερνητικό σχήμα γεγονός αν όχι αδύνατο, που δείχνει να είναι, σχεδόν ακατόρθωτο.
Στο πλαίσιο αυτό μια κυβέρνηση συνεργασίας με τη χρήση της απλής αναλογικής μπορεί να υπάρξει, αφού βρεθεί και ένας κοινός τόπος, μεταξύ του πρώτου και του τρίτου κόμματος. Αν αυτό δεν καταστεί εφικτό τότε η δεύτερη Κυριακή των εκλογών είναι προ των πυλών σε μια περίοδο που ουδείς δύναται να προκαθορίσει ποια θα είναι τα δεδομένα της, τόσο γεωπολιτικά όσο και στον τομέα της οικονομίας και της καθημερινότητας
Ο εκλογικός νόμος με τα bonus των εδρών
Ο εκλογικός νόμος που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση, ο αποκαλούμενος νόμος Γεραπετρίτη, δύναται να δώσει λύση ως προς τη δημιουργία μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης. Μόνο που για να είναι πραγματικά αυτοδύναμη και να μην υπερβαίνει το όριο των 150 εδρών κατά μια, δύο ή τρεις το πολύ, οι συνδυασμοί των ποσοστών που πρέπει να λάβει το πρώτο κόμμα είναι επίσης υψηλοί και συνδέονται όπως και η απλή αναλογική με το πόσα κόμματα θα εισέλθουν στη βουλή καθώς και με το ποσοστό που θα πιάσουν όσα κατεβαίνουν στις εκλογές αλλά θα μείνουν εκτός Βουλής.
Ο νόμος Γεραπετρίτη κατεβάζοντας το μπόνους των 50 εδρών στις 40 και συνδέοντάς το με το ποσοστό που λαμβάνει το πρώτο κόμμα από το 25% και πάνω και μέχρι το 40% και πάνω (για να πάρει το σύνολο των 40 εδρών) δεν αποτελεί ένα απλό στοίχημα για τη δημιουργία αυτοδύναμης κυβέρνησης. Για παράδειγμα, η ΝΔ με το ποσοστό που έλαβε το 2019 στις επόμενες (δεύτερες εκλογές) με τον νόμο Γεραπετρίτη θα είχε 151 το πολύ 152 βουλευτές. Για να πάρει το σύνολο των εδρών bonus και να έχει μια ισχυρή κυβέρνηση στον αριθμό των βουλευτών που διαθέτει σήμερα θα έπρεπε να πάρει πάνω από 40%.
Η λογική του νόμου που θα ισχύσει στις επαναληπτικές εκλογές είναι συγκεκριμένη αφού προβλέπει ότι:
- Το πρώτο κόμμα, αν λάβει ποσοστό μεγαλύτερο ή ίσο του 25% των έγκυρων ψηφοδελτίων, τότε λαμβάνει μπόνους 20 έδρες. Ξεκινά δηλαδή με ένα bonus 20 εδρών και οι υπόλοιπες 280 έδρες εκ των 300 κατανέμονται αναλογικά μεταξύ των δικαιούμενων εδρών κομμάτων.
- Από το 25% και μετά το πρώτο κόμμα για κάθε ποσοστό 0,5% που λαμβάνει παίρνει και μια έδρα επιπλέον ως bonus. Για να λάβει το μάξιμουμ των εδρών θα πρέπει να πιάσει ποσοστό 40%.
- Περιπτώσεις συνασπισμού κομμάτων, εφόσον ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων που τον απαρτίζουν είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος, που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό εγκύρων ψηφοδελτίων δύνανται επίσης να τύχει των εδρών bonus.
Επί της ουσίας και ο νόμος Γεραπετρίτη δίνει καθαρές λύσεις μόνο εφόσον τα ποσοστά του πρώτου κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων με τις προβλέψεις που αναγράφονται παραπάνω, πετύχει ένα ποσοστό που αν μη τι άλλο δεν έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια. Ενδέχεται δε να οδηγήσει σε μια κυβέρνηση που θα κινείται οριακά ως προς την αυτοδυναμία της με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τον τρόπο που θα κινείται στο πλαίσιο των προβλημάτων που θα κληθεί να αντιμετωπίσει μελλοντικά. Και που σίγουρα με τα όσα έχουν γίνει και γίνονται δεν μπορεί να προβλεφθούν.
Το πολιτικό κλίμα
Οι εκλογικοί νόμοι που δύναται να εφαρμοστούν στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις πρέπει να τονιστεί πως συνδέονται και με το πολιτικό κλίμα. Ο λαϊκισμός και οι ακραίες αντιδράσεις μέρους του πολιτικού συστήματος αποτρέπουν αισιόδοξα μηνύματα ακόμη και για τις επαναληπτικές εκλογές όπου η πόλωση θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή.
Ήδη άλλωστε η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση έχει δείξει τις προθέσεις της. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίσθηκε να βλέπει στους πολίτες μέχρι και την «οργή» που επικρατούσε το 2012, ενώ οι θέσεις που εκφράζει τείνουν να οδηγήσουν σε ένα εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα κλίμα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μάλιστα από το βήμα του συνεδρίου της ΝΔ προειδοποίησε για το πως θα εξελιχθεί η αντιπαράθεση το επόμενο και μέχρι τις εκλογές διάστημα.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι το κλίμα πόλωσης είθισται να ευνοεί τα μεγαλύτερα κόμματα πολύ δε περισσότερο της στιγμή κατά την οποία ο αγώνας θα συνδέεται με το διακύβευμα της εξουσίας για την επομένη τετραετία.