Το ΥΠΕΝ σκοπεύει να προχωρήσει σε μια μεγάλη αναμόρφωση στη διαχείριση της βιομάζας από τα δάση με πρόσθετο στόχο τον περιορισμό των πυρκαγιών, ανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης μιλώντας σήμερα σε συνέδριο που διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας.
Ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι υπάρχουν 4,4 εκατ. εκτάρια στην Ελλάδα σε δάση και τα μισά δεν τελούν υπό διαχείριση. «Θα επιδοτήσουμε την απομάκρυνση βιομάζας, κάτι που θα αλλάξει τη δασική οικονομία. Θα εισάγουμε carbon credits στα πλαίσια ενός εντελώς νέου τρόπου διαχείρισης δασών. Πρόκειται για μια τεράστια ευκαιρία για αγορές όπως της βιομάζας».
«Χρειάζονται δέκα χρόνια για να τεθεί σε λειτουργία ένα υπεράκτιο αιολικό πάρκο, κυρίως λόγω γραφειοκρατίας. Δεν είναι αυτός ο τρόπος να κάνεις την ενεργειακή μετάβαση, δέκα χρόνια είναι πολύ μεγάλο διάστημα για μια σημαντική νέα τεχνολογία.
Πρέπει να καταλάβουμε στην ΕΕ ότι πρέπει να κινηθούμε ταχύτερα και να βρούμε λύσεις. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα χωρίς κόστος. Τα πράγματα δεν αλλάζουν με ωραία λόγια και καλές προθέσεις. Το βέβαιο είναι ότι οι ανανεώσιμες πηγές είναι η φθηνότερο πηγή ενέργειας», πρόσθεσε ο υπουργός.
Απαντώντας σε ερωτήσεις αναφορικά με τα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας ανέφερε ότι θα γίνουν τεχνολογικά ουδέτερα, ώστε να ενσωματώνονται νέες τεχνολογίες, ενώ θα λαμβάνουν περισσότερο υπόψη τις διαφορετικές ενεργειακές ανάγκες που υπάρχουν ανά περιοχή.
Αναφορικά εξάλλου με το μοντέλο λειτουργίας της αγοράς σημείωσε ότι παρά το γεγονός ότι δεν απέδωσε ικανοποιητικά κατά τη διάρκεια της κρίσης, ωστόσο δεν αναμένονται μεγάλες αλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
«Η ΕΕ παίρνει χρόνο για να κάνει αλλαγές, ιδίως σε θέματα που υπάρχουν διαφορετικά συμφέροντα», τόνισε.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Διαχειριστή Ανανεώσιμων Πηγών και Εγγυήσεων Προέλευσης Γιάννης Γιαρέντης εκτίμησε ότι ο λογαριασμός χρηματοδότησης των ΑΠΕ θα εμφανίσει στο τέλος του χρόνου μικρό έλλειμμα της τάξης των 20 εκατ. ευρώ το οποίο θα διορθωθεί όπως είπε με μικρή αύξηση του εσόδου από τον λογαριασμό για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Το μέγεθος αυτό, διευκρίνισε, προκύπτει ύστερα από ενσωμάτωση των δύο υπολογαριασμών (για παλιά και νέα έργα) που υπάρχουν σήμερα, σε έναν ενιαίο λογαριασμό, κάτι που στην πράξη λειτουργεί ήδη.