Του Σάκη Μουμτζή
Οι συνωμότες της υπόθεσης Novartis εκπόνησαν ένα τέλειο σχέδιο παραπλάνησης της κοινής γνώμης, το οποίο διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά μιας στρατηγικής. Αντικειμενικός σκοπός αυτού του σχεδίου ήταν να βρίσκεται διαρκώς η υπόθεσης Novartis στην επικαιρότητα, με κατασκευασμένες ειδήσεις που παρουσίαζαν όμως μιαν αληθοφάνεια. Ήταν πειστικές και επεδίωκαν να συντηρούν ένα δυσμενές κλίμα για τους, φερόμενους ως εμπλεκόμενους, πολιτικούς.
Σε αυτήν την στρατηγική της παραπλάνησης συνήργησαν και δημοσιογράφοι. Οι καταθέσεις σε βάρος τους είναι συντριπτικές.
Βέβαια, δεν είναι μόνον οι καταθέσεις που τους «καίνε». Είναι και οι δηλητηριώδεις ειδήσεις που διακινούσαν σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων του συγκροτήματος εξουσίας που κυβερνούσε την Ελλάδα και που ουδεμία επαληθεύτηκε.
( Μετά λόγου γνώσεως, δεν μιλώ μόνον για διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αλλά για συγκρότημα εξουσίας.)
Ποιος δεν θυμάται για τα 13.000.000 ευρώ που βρέθηκαν σε λογαριασμό υπουργού; Ποιος δεν θυμάται για την προφυλάκιση του Α. Γεωργιάδη που μετατίθετο –προς μεγάλη θλίψη της εφημερίδος της 5ης φάλαγγας-- από εβδομάδα σε εβδομάδα;
Ποιος δεν θυμάται για τα συντριπτικά στοιχεία που, οσονούπω, θα ερχόταν από το FBI;
Ποιος δεν θυμάται τα εκατομμύρια που βρέθηκαν σε λογαριασμό γραμματέως υπουργού;
Ποιος δεν θυμάται την δημοσίευση σε κυριακάτικη εφημερίδα, φίλα προσκείμενη στον ΣΥΡΙΖΑ, κατάθεσης που δόθηκε στους εισαγγελείς μετά από τρεις ημέρες;
Όλα αυτά, δεν τα έβγαζαν από το μυαλό τους οι δημοσιογράφοι. Επειδή ήταν και αυτοί συμμέτοχοι στην σκευωρία, ήταν συνειδητά «βαποράκια» ψευδών πληροφοριών που τους έδιναν οι δικαστικοί λειτουργοί.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι ένα: μα δεν γνώριζαν πως τα ψέμματα τους πολύ σύντομα θα αποκαλύπτονταν; Αφού οι ίδιοι διοχέτευαν στους δημοσιογράφους τις ψευδείς ειδήσεις, θα γνώριζαν πως ουδέποτε θα επιβεβαιωνόταν.
Δεν τους ενδιέφερε αυτό.
Επεδίωκαν να παραπέμψουν για τα περαιτέρω, συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα και να σπιλώσουν άλλα, ώστε να επιτευχθούν οι διττοί στόχοι του συγκροτήματος εξουσίας.
Εκλογές με υπό κατηγορία αντιπάλους και περιορισμό της λίστας των υποψηφίων Προέδρων της Δημοκρατίας.
Ας μην λησμονούμε πως, όταν εκτυλισσόταν η σκευωρία, δεν ήταν δεδομένη η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας ούτε ήταν γνωστό πως, με την επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα εκλεγόταν και με 151 ψήφους.
Ας μην το ξεχνάμε αυτό.
Γι΄αυτό και οι πιέσεις του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης. Δεν πίεζε, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις του κ.Αγγελή και της κυρίας Ράικου, για επιτάχυνση της έρευνας—κάτι που και αυτό θα ήταν παράνομο—αλλά πίεζε για παραπομπές συγκεκριμένων πολιτικών.
Απόδειξη τούτου, η πρόθεση της κυρίας Τουλουπάκη να ανακοινώσει στους Αμερικάνους στην Βιέννη—τον Δεκέμβριο του 2018-- την δίωξη τριών πρώην υπουργών, βασισμένη αποκλειστικά στις καταθέσεις των προστατευομένων μαρτύρων.
Εκ των οποίων βέβαια ο ένας δήλωσε δημοσίως πως εκβιάστηκε να «δώσει» συγκεκριμένα στελέχη της τότε αντιπολιτεύσεως και ο άλλος δήλωσε πως ουδέποτε αναφέρθηκε σε πολιτικά πρόσωπα.
Σήμερα, η υπόθεση πήρε τον δρόμο της, με την παραπομπή σε προανακριτική επιτροπή του κ. Δ. Παπαγγελλόπουλου για τέσσερα αδικήματα.
Μένει ανοικτό το θέμα για τους δημοσιογράφους που διακινούσαν τις ψευδείς ειδήσεις, καθώς και για την «γκρίζα εξοχότητα» που κινούσε τα νήματα της σκευωρίας.
Γι΄αυτήν μπορεί να μην μάθουμε ποτέ, τίποτα.