Η Μελίνα ζητούσε το 0,5% του κρατικού προϋπολογισμού για τον πολιτισμό, και δεν έπαυε να υπενθυμίζει πως ο Πολιτισμός χρειάζεται χρήματα. Αλλοι καιροί τότε, με την τέχνη καθημαγμένη από τη δικτατορία, οπότε οι θεσμοί που δημιούργησε επί θητείας της, όπως τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, μαζί και οι επιχορηγήσεις θιάσων έδιναν κάποια ανάσα σε δημιουργούς ανάμεσα στους οποίους ήταν ο μέγας Κάρολος Κουν αλλά και πολλοί άλλοι σπουδαίοι, σαν τον Σπύρο Ευαγγελάτο για να πούμε ένα όνομα.
Δεκαετίες μετά, ο κρατικός προϋπολογισμός για τον πολιτισμό δεν είναι μεγαλύτερος. Έχουν βέβαια προστεθεί κάποια εκατομμύρια ευρώ από τον τομέα των Δημοσίων έργων και από το Ταμείο Ανάκαμψης. Τριάντα από τον πρώτο και 50 από το δεύτερο, σημαίνουν πολλά, αλλά το σημαντικότερο είναι πως ο Πολιτισμός αντιμετωπίζεται, πλέον, και ως εργαλείο ανάπτυξης.
Αυτό δεν έχει αλλάξει, όπως ήδη είπαμε, τα ποσά. Στα οποία περιλαμβάνονται και οι προϋπολογισμοί των κρατικών σχημάτων και μουσείων τέχνης. Για το 2022 κάποιοι από αυτούς τους φορείς, είναι ελλειμματικοί. Βεβαίως, οφείλεται κατά βάση στην πανδημία, η οποία τους στέρησε εισιτήρια και επομένως έσοδα.
Το Εθνικό Θέατρο θα έχει φέτος 8,8 εκατ έσοδα και 11,06 εκατ έξοδα. Το έλλειμμα θα καλυφθεί από τα ταμειακώς διαθέσιμα του ίδιου του θεάτρου, όπως αναφέρεται στην υπουργική απόφαση για όλους τους ελλειμματικούς προϋπολογισμούς.
Μεγάλο θα είναι το «άνοιγμα» του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, με 3,76 εκατ, έσοδα και 9,38 εκατ έξοδα- όπως είπαμε θα καλυφθούν από τα ταμειακώς διαθέσιμα. «Ανοιγμα» θα έχει και το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, με 1 εκατ έσοδα και 1μ4 εκατ έξοδα. Όπως επίσης και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (7,5 εκατ έσοδα και 9,25 έξοδα). Τέλος και η Εθνική Πινακοθήκη- Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου θα έχει αρνητικό ισοζύγιο: 2,7 εκατ έσοδα και 4,38 έξοδα. (Η Πινακοθήκη έχει στο ταμείο της 4 εκατ από την προηγούμενη χρονιά).
Το Ελληνικό Φεστιβάλ προϋπολογίζει έσοδα 10,140 εκατ ευρώ και έξοδα 10,107 θα έχει δηλαδή μια μικρή απώλεια, της τάξης των 33.000 ευρώ.
Μικρή θα είναι η διαφορά αλλά υπέρ των εσόδων για το Ειδικό Ταμείο Οργάνωσης Συναυλιών της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (988 χιλιάδες έσοδα και 987 έξοδα) και αντίστοιχη είναι η κατάσταση στο Ειδικό Ταμείο Οργάνωσης Συναυλιών της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης (758 χιλιάδες έσοδα και 757 έξοδα).
Στο Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού προβλέπονται έσοδα 1,01 εκατ και έξοδα 982 χιλιάδων ευρώ. Για το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων προϋπολογίζονται 119 χιλιάδες έσοδα και 117 έξοδα. Μικρό θα είναι το έλλειμμα και στον Μητροπολιτικό Οργανισμό Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus) με 2,5 εκατ έσοδα και 2,7 έξοδα. Ομοίως και για το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου (2,63 εκατ έσοδα, 2,62 έξοδα).
Περίπου μισό εκατομμύριο θα είναι το έλλειμμα του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης (3 εκατ έσοδα, 3,45 έξοδα). Αρνητικό θα είναι το ισοζύγιο και για τον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (244 χιλιάδες εσοδα και 600 έξοδα).
Τέλος, θετικά ισοζύγια έχουν το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (4 εκατ έσοδα και 3,97 έξοδα) και το Τελλόγλειο Ιδρυμα Τεχνών (929 χιλιάδες έσοδα 919 έξοδα).
Πού μας οδηγεί αυτή η παρέλαση αριθμών; Σε πράγματα που τα γνωρίζαμε, όπως στο ότι ο πολιτισμός είναι ακριβός και πρέπει το κράτος να βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη κάθε χρόνο. Δεν έχουν προστεθεί για λόγους οικονομίας του κειμένου και οι επιχορηγήσεις σε δημοτικά περιφερειακά θέατρα, σε σωματεία, θιάσους, ομάδες χορού κ.α.
Ερμηνεύοντας, όμως, τα νούμερα υπό το πρίσμα των καιρών, θα δούμε ότι, πρώτον, όσο μεγάλοι και αν παρουσιάζονται μπροστά στη γενική κατάσταση κάποιοι προϋπολογισμοί, σε καμία περίπτωση δεν φτάνουν για τη σωστή παρουσία των κρατικών φορέων στις σκηνές. Οι περισσότεροι διευθυντές συμμαζεύονται, και καλά κάνουν, και πορεύονται σύμφωνα με τα χρήματα που διαθέτουν. Αλλά αυτό δεν βάζει την Ελλάδα σε διεθνή τροχιά- και πώς να γίνει, αφού έξω δαπανώνται δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια για κάθε παραγωγή;
Δεύτερη διαπίστωση είναι ότι εφόσον χρειάζονται περισσότερα χρήματα και εφόσον το κράτος θα δυσκολευτεί να τα δώσει- πάνε οι εποχές με τα λεφτόδεντρα- ο κάθε φορέας θα πρέπει να βρει τους δικούς του χορηγούς. Είτε είναι οι τοπικές επιχειρήσεις για τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, είτε άλλοι, όλοι, ακόμα και οι κρατικοί φορείς, θα πρέπει να μάθουν πως το κράτος φτάνει μέχρι κάπου. Όμως οι ίδιοι, πρέπει να προχωρήσουν πιο κάτω, άρα πρέπει να εξασφαλίσουν μόνοι τους και άλλα χρήματα.
Τρίτη διαπίστωση, από όσα διαβάζουμε, ακούμε και μαθαίνουμε όλα αυτά τα χρόνια, οι χορηγίες στην Ελλάδα θεωρούνται εξοβελιστέες και οι χορηγοί είναι… αντιπαθητικοί! Εξω οι χορηγοί από εδώ, έξω οι χορηγοί από εκεί, φωνάζουν κινήματα και σωματεία. Εν τέλει, πώς θα βρεθούν χρήματα; Από το κράτος, λένε, που είναι υποχρεωμένο. Το υποχρεωμένο κράτος είναι και υπερχρεωμένο βέβαια. Αρα, όλα βρίσκονται σε πτώση ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε θανατηφόρα ακινησία. Επομένως, αυτά τα περί κακών χορηγών θα έπρεπε κανονικά οι καλλιτέχνες να τα ακούνε βερεσέ. Κάνουν κακό στην τέχνη τους. Οποιος δεν το κατανοεί, ας μη διαμαρτύρεται τουλάχιστον.
Τέταρτη και τελευταία σημείωση: κάποιοι φορείς ωρίμασαν, μερικοί γέρασαν κιόλας. Ηρθε επιτέλους η ώρα, και ενώ κοντεύει μισός αιώνας από τη μεταπολίτευση, να σταματήσει το υπουργείο Πολιτισμού τις επιχορηγήσεις όπως τις δίνει. Είναι αδιανόητο καλλιτεχνικά σχήματα να παίρνουν κάθε χρόνο από το κράτος διάφορα ποσά. Θα πρέπει να μπει ένα τέρμα σε αυτές τις σχέσεις, που φυσικά καταντούν πελατειακές και να βοηθηθούν οι νεότεροι καλλιτέχνες αποκλειστικά. Για συγκεκριμένο, όχι μεγάλο, χρονικό διάστημα. Βεβαίως να επιχορηγείται η τέχνη. Αλλά μέχρις ενός ορίου. Είναι και θέμα Δημοκρατίας.