Εκείνο που ενδιέφερε τη χαράκτρια Βάσω Κατράκη (1914-1988), όπως είχε σημειώσει, ήταν «να έρθω σε όσο γίνεται πληρέστερη επικοινωνία με τους ανθρώπους, να τους μιλήσω με τη γλώσσα τους». Η ανθρωποκεντρική δουλειά της επιβεβαιώνει την επιθυμία της, την οποία εκλαμβάνει το κοινό παρατηρώντας τα έργα της· σε κάθε ένα βρίσκει ένα στοιχείο, μία λεπτομέρεια, με τα οποία μπορεί να συνομιλήσει. Μία τέτοια ευκαιρία συνομιλίας δίνεται στους επισκέπτες της έκθεσης «Βάσω Κατράκη - Βίωμα & Ιστορία», η οποία φιλοξενείται έως τις 28 Αυγούστου στην Πινακοθήκη Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας και Διαποντίων Νήσων.
Η έκθεση διατρέχει τη δημιουργία της χαράκτριας από τα χρόνια της μαθητείας της στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας τη δεκαετία του 1930 έως τα τελευταία έργα της τη δεκαετία του 1980. Λόγω της μόνιμης θεματικής-αισθητικής επιλογής της, τα έργα πραγματεύονται την πρόσληψη και την απόδοση της ανθρώπινης μορφής που φέρει με αξιοπρέπεια και εγκαρτέρηση το βάρος της ύπαρξής της. Κάποια άλλα, όπως τα άλογα που προσπαθούν να σηκωθούν από το έδαφος, παραλληλίζονται με τον άνθρωπο που προσπαθεί να επιβιώσει των αντιξοοτήτων.
Η μοίρα του ανθρώπου στην οποία επικεντρώνεται, είναι περισσότερο έκδηλη μέσα από την υποβλητική αντίθεση του άσπρου και μαύρου χρώματος που χρησιμοποιεί, πλην ελαχίστων περιπτώσεων που υπάρχουν και άλλα χρώματα. Λόγου χάριν στο έργο «Σαρωνικός» (1962, χάραξη σε πέτρα), όπου, την αντίθεση μαύρου-άσπρου «σπα» η αποδοσμένη στο χρώμα του δέρματος γυναικεία μορφή, να μετακινεί την κουρτίνα για να αντικρίσει το Σαρωνικό. Η ματιά της σαν να προσμένει.
Προσμένουν και οι δύο καθιστές ανθρώπινες φιγούρες στο έργο «Επίσκεψη ΙΙ» (1919, υψιτυπία), αν και το βλέμμα των μορφών δεν κοιτά προς την ίδια πλευρά. Η μία από αυτές δίνει την αίσθηση ότι ανακαλεί, στρέφεται στο επέκεινα, ή απλώς διερωτάται για τη δική της ζωή. Προδίδεται από την έκφραση και την κλίση του προσώπου της, την όλη στάση του σώματός της, καθότι το σώμα σκέφτεται και μιλά μέσα από τα συμπτώματά του. Μία ειλικρινής, θα λέγαμε, καταγραφή, όπως και το σύνολο των μορφών που είχε φιλοτεχνήσει η Βάσω Κατράκη. Στην απόδοση της ειλικρίνειας υποστηρίζουμε ότι συμβάλει και η γύμνια με την οποία η Κατράκη έχει επιλέξει να «ντύσει» τις μορφές της.
Τα έργα που εκτίθενται στην έκθεση, προερχόμενα από τη συλλογή της οικογένειας Μαριάννας Κατράκη, μας υπενθυμίζουν ότι η ζωή, οι καταβολές, τα βιώματα και η εποχή κατά την οποία έζησε η Βάσω Κατράκη έχουν ενταχθεί στις δημιουργίες της. Μεταξύ άλλων, στα έργα της αναβιώνουν το Αιτωλικό και η λιμνοθάλασσα, ο πόλεμος και η κατοχή, η αντίσταση και ο εμφύλιος. Όσο για τις εκφραστικές της δυνατότητες, επιβεβαιώνουν ότι το «σώμα» της δουλειάς της αποτελεί σημείο αναφοράς, μια από τις πιο ολοκληρωμένες και τις πιο γόνιμες προτάσεις της ελληνικής τέχνης του 20ού αιώνα.