Μία από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η κοινωνία νοσεί είναι όταν μη υγιείς πράξεις της ελίτ καλύπτονται με τη συναίνεση άλλης εξουσίας και με στόχο το κέρδος. Πόσω μάλλον όταν ο λόγος για τον οποίο η κοινωνία νοσεί είναι η επιβολή από την πατριαρχία και το έγκλημα έχει τη μορφή κακοποίησης διπλής «επίθεσης»: σωματικής και ψυχικής.
Η πατριαρχία έχει σαθρές βάσεις, η εξουσία της δεν είναι δικαιωματική ούτε νόμιμη, οι πράξεις της ενίοτε επιστρέφουν στους ασκούντες την εξουσία, ενίοτε κατονομάζονται από εκείνους που την έχουν επωμιστεί. Τα θύματα είναι σιωπηλές κραυγές ώσπου αντιδρούν, η τίσις θα επέλθει ακόμη κι αν καθυστερήσει.
Αναφέρομαι στο θεατρικό έργο «Οικογένεια Τσέντσι» των Ιόλης Ανδρεάδη και Άρη Ασπρούλη, οι οποίοι ξετυλίγουν ένα γεγονός του 16ου αιώνα στο σήμερα, με έναν τρόπο διαμεσολαβημένο και χωροταξικά περιορισμένο, τοποθετώντας τους ήρωες εγκλωβισμένους σε μια ιδεατή βιτρίνα, η οποία τους προσδίδει κύρος, αλλά τους αφαιρεί κάθε διέξοδο φυγής. Αν μη τι άλλο, η πτώση για τους ασκούντες την εξουσία είναι συντριπτική και σαν αυτή επέλθει, δεν ανέρχονται.
Εμπνευσμένο από την πραγματική ιστορία της οικογένειας Τσέντσι, τους «Τσέντσι» του Αντωνέν Αρτώ (1896-1948), το έργο των Ανδρεάδη και Ασπρούλη ξετυλίγεται στη Ρώμη, το 1599. Στον πλουσιότερο άνδρα της εποχής, τον Κόμη Τσέντσι προτείνεται (από τον διαπραγματευτή του Πάπα) να πληρώσει με χρυσό ώστε να μείνουν στην αφάνεια τα μέχρι τώρα εγκλήματά του. Όρια δεν υπάρχουν, ο Κόμης σκοτώνει τους δυο του γιους και βιάζει την ανήλικη κόρη του, Βεατρίκη – το συμβάν μαθαίνει και η μητέρα της. Η δικαιοσύνη είναι άφαντη, η ντροπή ζητά εκδίκηση, ο Κόμης βρίσκεται δολοφονημένος με ένα στιλέτο στο μάτι έχοντας πρώτα δολοφονήσει την ψυχή της κόρης του.
Στην περίπτωση που η υπόθεση προκαλεί την αποστροφή μέρους του κοινού εκτιμούμε ότι κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να γίνεται· η πραγματικότητα και περιστατικά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας καταδεικνύουν ότι η κοινωνία νοσεί και μαζί με αυτή ορισμένα μέλη της πορεύονται με συντροφιά το αδιέξοδο. Εκείνο το οποίο θα έπρεπε να προβληματίζει είναι η συχνότητα περιστατικών κακοποίησης, τα πρόσωπα εκείνα που συγκαλύπτουν τα περιστατικά και οι μηχανισμοί που επιτρέπουν να συνεχίζεται η συγκάλυψη – συνεπώς και η κακοποίηση.
Από την παράσταση «Οικογένεια Τσέντσι». Φωτ.: Σταύρος Χαμπάκης
Σκοπός του θεάτρου είναι να μας αφυπνίσει, να μας ταρακουνήσει ώστε να γίνουμε καλύτεροι ως οντότητες. Σκοπός του είναι επίσης να καταδείξει και τα στηλιτεύσει τα κακώς κείμενα, όπως, στην προκειμένη, με την «Οικογένεια Τσέντσι». Ο λόγος του θεατρικού αυτού έργου των Ανδρεάδη - Ασπρούλη είναι ευθύς, η μαύρη ενδυμασία των τριών προσώπων (σ.σ όταν είχαμε παρακολουθήσει την παράσταση το φθινόπωρο 2022) συμβολική: τόσο για την κακοποιητική πράξη όσο και για τα συναισθήματα που προκαλεί.
Για την άρτια σύλληψή της, η παράσταση ανέβηκε (2-4 Μαΐου 2024) στο The Tank Theater της Νέας Υόρκης, με την Ιόλη Ανδρεάδη να σημειώνει μία ακόμη διάκριση για το ελληνικό θέατρο· υπενθυμίζεται ότι την άνοιξη του 2023, στο ίδιο θέατρο, είχε σημειώσει τριπλό sold out το πρότζεκτ «The Artaud Diptych».
Στο ανέβασμα του έργου «Οικογένεια Τσέντσι» στο αμερικανικό θέατρο μετείχαν οι ηθοποιοί Κωνσταντίνα Τάκαλου, Ιφιγένεια Καραμήτρου και Θάνος Κόνιαρης. Η παράσταση πραγματοποιήθηκε με την ευγενική χορηγία του Κοινωφελούς Ιδρύματος Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια και υπό την αιγίδα του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη.
Ιόλη Ανδρεάδη και Άρης Ασπρούλης
Η «Οικογένεια Τσέντσι» αποτελεί μέρος της τριλογίας θεατρικών έργων των συγγραφέων Ιόλης Ανδρεάδη και Άρη Ασπρούλη με τίτλο «The Artaud Trilogy», τα οποία εμπνέονται από τη σκέψη, τη ζωή, το έργο και την προσωπικότητα του καλλιτέχνη, μεταρρυθμιστή και διανοητή, με την ελληνική καταγωγή, Αντονέν Αρτώ. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης το 2015 και ύστερα στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης το 2022. Κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από την «Κάπα Εκδοτική» σε πρόλογο της ποιήτριας Γλυκερίας Μπασδέκη.
Τσέντσι
Οι Τσέντσι (Les Cenci) του Αρτώ αποτέλεσαν έργο-ορόσημο για το λεγόμενο «Θέατρο της Σκληρότητας» και το κείμενό του θεωρήθηκε υψηλής δραματουργικής δύναμης και μεγάλης επιρροής σε πολλαπλά πεδία και κινήματα των τεχνών του 20ου αιώνα. Στο πρώτο ανέβασμα του έργου, το οποίο πραγματοποιήθηκε από τον Αρτώ στις 7 Μαΐου του 1935, η παράσταση κρίθηκε ως αποτυχία από κοινό και κριτικούς κι έμεινε στη σκηνή μόνο για 17 βράδια. Τον ρόλο του Κόμητα Τσέντσι ερμήνευε ο ίδιος ο Αρτώ, ο οποίος μετά την οικονομική καταστροφή του εγχειρήματος απογοητεύτηκε τόσο που αποφάσισε πως δε θα ξανασκηνοθετήσει για το θέατρο ποτέ.
Τα πάθη της οικογένειας των Τσέντσι, τα φρικαλέα εγκλήματα του Κόμη Τσέντσι και η γενναία και τραγική αυτοθυσία της 16χρονης Βεατρίκης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για κορυφαίους ποιητές, στοχαστές και ζωγράφους όπως ο Σέλλεϋ, ο Σταντάλ, ο Μοράβια, ο Αρτώ και η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι.
Περισσότερα για την τριλογία «The Artaud Trilogy» στο παρακάτω σημείωμα: