Τον Απρίλιο συμπληρώνονται 70 χρόνια από μια συνάντηση όπου, για πρώτη φορά, τέθηκε το διακύβευμα του κόσμου μας.
Ευρώπη, η χώρα της μέσης οδού: Όταν οι Θεοτοκάς και Καμύ συνομιλούσαν για το μέλλον μας

Ευρώπη, η χώρα της μέσης οδού: Όταν οι Θεοτοκάς και Καμύ συνομιλούσαν για το μέλλον μας

Τον Απρίλιο συμπληρώνονται 70 χρόνια από μια συνάντηση όπου, για πρώτη φορά, τέθηκε το διακύβευμα του κόσμου μας.

Μπορεί άραγε μια συνάντηση να γίνει σύμβολο; Να αποκτήσει εκείνη την πνευματική ακτινοβολία που την κάνει να υπερβαίνει τις περιστάσεις της, τις μικρές πρακτικές συντεταγμένες της, και να εγγράφεται ως χειρονομία στο πεδίο της Ιστορίας;

Τον Απρίλιο του 1955, η Αθήνα υποδέχθηκε έναν από τους σημαντικότερους στοχαστές του καιρού μας, τον Αλμπέρ Καμύ. Η επίσκεψή του, προσκεκλημένος της Ελληνογαλλικής Πολιτιστικής Ένωσης και του καθηγητή Άγγελου Κατακουζηνού, δεν ήταν μια τυπική ακαδημαϊκή εκδήλωση, αλλά μια σπάνια στιγμή συνάντησης πνευματικών ρευμάτων που πάλευαν να συλλάβουν το μέλλον της Ευρώπης.

Στο συμπόσιο για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, πλάι στον Γάλλο διανοητή, έλαβαν τον λόγο εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής, ο Παπανούτσος, ο Τσάτσος, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Κατά καιρούς, δημοσιεύματα στον Τύπο μνημονεύουν το γεγονός στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Όμως, μία φωνή ξεχωρίζει σήμερα, όχι μόνο για το στοχαστικό της βάθος, αλλά και για τη ριζοσπαστική της διορατικότητα: ο 50χρονος τότε Γιώργος Θεοτοκάς, ήδη καθιερωμένος ως λογοτέχνης και στοχαστής, τοποθέτησε την ευρωπαϊκή κρίση σε ένα επίπεδο που κανείς άλλος δεν είχε αγγίξει – το δομικό.

Στη σύντομη εισήγησή του ο Θεοτοκάς διατυπώνει τον προβληματισμό του πολύ καθαρά. Αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Με την τωρινή της μορφή, η Ευρώπη δεν μπορεί να έχει τη φιλοδοξία να μεγαλουργήσει στον τομέα του πολιτισμού ή αλλού, διότι έχει ξεπεραστεί ακριβώς από αυτές τις δυνάμεις που πρέπει να δαμάσει, από αυτές τις δυνάμεις της τεχνολογίας, της επιστήμης, της οικονομίας, που ονομάζουμε “ιστορία”. Η Ευρώπη δεν έχει ξεπεραστεί στο πνεύμα, στα ταλέντα της, στις διανοητικές της ικανότητες. Κάθε άλλο. Εξακολουθεί να είναι επικεφαλής των εθνών όλου του κόσμου σε ό,τι αφορά το πνεύμα, έχει ξεπεραστεί όμως στη δομή της. Πριν απ’ όλα το πρόβλημα είναι δομικό. Η Ευρώπη έχει ξεπεραστεί διότι είναι διαμελισμένη σε καμιά εικοσαριά Κράτη που λένε ότι είναι, που ισχυρίζονται, που θέλουν να είναι ηγεμονικά, που ασκούν εγωκεντρική πολιτική και που η μορφή τους έχει ξεπεραστεί από τη σημερινή ιστορία, όπως άλλοτε η μορφή των Κρατών της Γερμανίας ή της Ιταλίας είχε ξεπεραστεί από την ιστορία του 19ου αιώνα». 

Ο Καμύ στην Αθήνα με τη Λητώ Κατακουζηνού. Στ' αριστερά ο Ροζέ Μιλλιέξ.

Απευθυνόμενος στον Καμύ, ο Θεοτοκάς μιλά για μια Ευρώπη που έχει μείνει πίσω, που λειτουργεί ακόμη «στην εποχή της ατμομηχανής», την ώρα που η παγκόσμια ισχύς έχει μετατοπιστεί προς τις υπερδυνάμεις της εποχής, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Σοβιετική Ένωση και –με την προνοητικότητα που τον χαρακτήριζε– την Κίνα του μέλλοντος. Σαφώς, δεν ανήκε σε εκείνους που έβλεπαν την πρόοδο της τεχνολογίας ως απειλή. Αντιθέτως, την αντιλαμβανόταν ως εργαλείο, ως προϋπόθεση της ανθρώπινης ανάπτυξης, ως δύναμη που μπορούσε να υπηρετήσει έναν ευγενέστερο σκοπό.

Λέει συγκεκριμένα: «Η Ευρώπη δεν βρίσκεται πλέον στο επίπεδο της σύγχρονης τεχνολογίας. Αυτή η τεχνολογία βρίσκεται στο επίπεδο των νέων Κρατών που έχουν, το καθένα, την έκταση, τις διαστάσεις, τα εφόδια μιας ηπείρου, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Σοβιετική Ένωση κι ενδεχομένως, αύριο, η Κίνα. Είναι τα κράτη της νέας ατομικής εποχής. Η Ευρώπη βρίσκεται ακόμη, ως προς τη μορφή της, ως προς τη δομή της, στην εποχή της ατμομηχανής, και γι’ αυτόν τον λόγο, αναμφίβολα, στα μάτια μας, στην εποχή μας, η Ευρώπη έχασε την παγκόσμια ισχύ. Μα δεν θα ήθελα να υπεισέλθω σε αυτό το θέμα της ισχύος, που θα μας οδηγούσε σε ένα άλλο πεδίο συζήτησης. Στα καθορισμένα χρονικά όρια δεν έχουμε τη δυνατότητα να εκθέσουμε αναλυτικά τις ιδέες μας, είμαστε αναγκασμένοι να περιοριστούμε σε ομολογίες πίστεως.

»Λέμε: πιστεύω αυτό, πιστεύω εκείνο. Είμαι πεπεισμένος ότι η Ευρώπη δεν είναι σε θέση να φιλοδοξεί για ένα μέλλον έξω από την ενότητα, έξω από την πλήρη συγχώνευση των ηθικών και υλικών δυνάμεων που τη συγκροτούν. Δεν είμαι απαισιόδοξος, έχω μεγάλη ελπίδα, μόνο μία όμως, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν δύο. Πιστεύω ότι η ενότητα είναι η μοναδική ελπίδα που μας απομένει, κι εδώ βρίσκεται η ουσία του προβλήματος. Δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε τις κοινωνικές πλευρές, τις πολιτιστικές ή άλλες του ευρωπαϊκού προβλήματος, χωρίς να ξεκαθαρίσουμε αυτό το ζήτημα της δομής…».

Ο Γιώργος Θεοτοκάς

Αν το 1955 η βιομηχανική δομή της Ευρώπης δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τις ηπειρωτικές διαστάσεις των υπερδυνάμεων, σήμερα είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη, η κβαντική υπολογιστική, η αμυντική τεχνολογία και η ψηφιακή αυτονομία που έχουν μετατραπεί στα νέα πεδία μάχης. Εκεί ακριβώς έγκειται η βαθύτερη δικαίωση του Θεοτοκά. Η Ευρώπη δεν θα μπορέσει ποτέ να επανέλθει στον πυρήνα των εξελίξεων αν δεν ενοποιήσει τις δυνάμεις της – όχι απλώς ως οικονομική κοινότητα, αλλά ως πραγματική γεωπολιτική οντότητα, ως σύνολο με ενιαία στρατηγική και προσανατολισμό. 

Από τη δεκαετία του 1930, ήδη στα δοκίμιά του είχε μιλήσει για την ανάγκη να υπερβούμε τις εθνικές αναδιπλώσεις και να συμμετάσχουμε ενεργά στην ευρωπαϊκή κοινότητα. Όχι δουλικά, αλλά δημιουργικά. Για εκείνον, η Ευρώπη ήταν κάτι περισσότερο από μια γεωγραφική έννοια ή ένα οικονομικό σχέδιο· ήταν ένα πεδίο ιστορικής ζύμωσης, ένας χώρος όπου η Ελλάδα όφειλε να είναι παρούσα. «Οφείλουμε να δεχτούμε την Ευρώπη χωρίς να χάσουμε την Ελλάδα», είχε γράψει. Και στην εποχή του, αυτό δεν ήταν καθόλου αυτονόητο. Οι ιδεολογικές διαιρέσεις του Ψυχρού Πολέμου, η αμφιθυμία πολλών διανοουμένων απέναντι στον εκσυγχρονισμό, η σκιά της παράδοσης που άλλοτε προστάτευε και άλλοτε εγκλώβιζε, όλα συνέθεταν ένα ασταθές τοπίο.

Παρ’όλα αυτά ο Θεοτοκάς διέβλεπε ότι η μοίρα του τόπου ήταν δεμένη όχι σε στενά σύνορα, αλλά στο κοινό όραμα του Ευρωπαϊσμού. Η σκέψη του, αντηχώντας με την ίδια διαύγεια σήμερα, μας λέει ότι δεν υπάρχει εναλλακτική οδός: χωρίς μια Ευρώπη που να πιστεύει στον εαυτό της, η θέση της στον κόσμο θα είναι όλο και πιο περιφερειακή. Και σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογία είναι πλέον ταυτόσημη με την ισχύ, αυτή η περιφερειακότητα μπορεί να αποβεί μοιραία. Αν η Ευρώπη θέλει να προχωρήσει πραγματικά μπροστά, δεν μπορεί να είναι απλώς μια τεχνοκρατική συνένωση κρατών, αλλά μια αληθινή κοινότητα αξιών.

Και αυτό ήταν που τον έφερνε τόσο κοντά στον Καμύ. Ούτε ο Γάλλος συγγραφέας πίστευε σε μια Ευρώπη καθαρά οικονομική. Απαντά λοιπόν στον Θεοτοκά: «… έχω την ίδια γνώμη μ’ εσάς, πρέπει ν’ αγωνιστούμε για να κατορθώσουμε να υπερνικήσουμε τα εμπόδια και να φτιάξουμε την Ευρώπη, επιτέλους την Ευρώπη όπου το Παρίσι, η Αθήνα, η Ρώμη, το Βερολίνο θα είναι οι κεντρικοί νευρώνες μιας Αυτοκρατορίας της μέσης οδού, θα τολμούσα να πω, και που, κατά κάποιον τρόπο, θα μπορέσει να παίξει τον ρόλο της στην ιστορία του αύριο. Η μικρή επιφύλαξη που θα διατυπώσω είναι η ακόλουθη: είπατε ότι αδυνατούμε να προσεγγίσουμε διανοητικά το πρόβλημα του ευρωπαϊκού μέλλοντος, αδυνατούμε να σκεφτούμε επ’ αυτού όσο μας λείπει αυτή η δομή πάνω στην οποία θα μπορούμε να στηριχτούμε. Η επιφύλαξή μου συνίσταται στο εξής: οφείλουμε, παρ’ όλα αυτά, να προσεγγίσουμε το πρόβλημα, να δώσουμε ένα περιεχόμενο στις ευρωπαϊκές αξίες, έστω κι αν η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη για το αύριο...».

Ο Αλμπέρ Καμύ, ο Ροζέ Μιλλιέξ, η Μαργαρίτα Δαλμάτη και ένας φίλος τους στον Ναό της Αφαίας, Ελλάδα, 1955

Ο Καμύ –πάντα αγωνιώντας για το νόημα– τόνιζε την ανάγκη ενός πνευματικού περιεχομένου στην ευρωπαϊκή ιδέα. Αν η Ευρώπη επρόκειτο να υπάρξει ως κάτι περισσότερο από μια αγορά, έπρεπε να διαθέτει έναν πυρήνα αξιών, μια ουσία που να δικαιολογεί την ύπαρξή της. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το σημερινό διακύβευμα. Η Ευρώπη, αντιμέτωπη με τον ολοκληρωτισμό και την αναζωπύρωση των εθνικισμών μέσα στα σύνορά της, παραμένει άτολμη στον πυρήνα του ζητήματος: το αν μπορεί να αποκτήσει μια κοινή ψυχή, μια πραγματική πολιτισμική και αξιακή ταυτότητα, που να στηρίζεται στο μέτρο, τη «μέση οδό». Τι σημαίνει να είσαι Ευρωπαίος σήμερα;

Εβδομήντα χρόνια μετά, η κουβέντα που έγινε τότε, μοιάζει όχι μόνο επίκαιρη, αλλά σχεδόν υπαρξιακή. Η πρόβλεψη του Θεοτοκά παραμένει ανεκπλήρωτη: η Ευρώπη εξακολουθεί να μην έχει το θάρρος να προχωρήσει σε μια υπερεθνική οντότητα. Και η προειδοποίηση του Καμύ ακούγεται πιο επιτακτική από ποτέ: χωρίς μια βαθύτερη ηθική και πνευματική ταυτότητα, η Ένωση θα παραμείνει ένας μηχανισμός χωρίς ψυχή. Ο Θεοτοκάς δεν παραγνώριζε το πνευματικό περιεχόμενο στην ταυτότητα της Ένωσης. Διέβλεψε όμως από νωρίς τις αγκυλώσεις και τους επιμέρους εσωτερικούς ανταγωνισμούς, που ούτε ο Καμύ μπορούσε εκείνη την περίοδο να συλλάβει.  

Η συζήτηση των δύο δεν θα είχε διασωθεί αν δεν υπήρχε η πρωτοβουλία του Ανδρέα Εμπειρίκου να την ηχογραφήσει. Χάρη σε αυτήν την πολύτιμη καταγραφή, το περιεχόμενο του διαλόγου Θεοτοκά - Καμύ σώζεται στο βιβλίο «Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού» (εκδ. «Πατάκη»), επιτρέποντάς μας να αναστοχαστούμε τη σημασία των όσων ειπώθηκαν τη βραδιά εκείνη στο Γαλλικό Ινστιτούτο.

Αντί προλόγου η Σοφία Πελοποννησίου – Βασιλάκου, ψυχή του Ιδρύματος Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού, φωτίζει το γεγονός στο επίμετρο του βιβλίου, ενώ τη μετάφραση οφείλουμε στις Νίκη Καρακίτσου - Dougé και Μαρία Κατσαμπαλόγλου - Roblin. Το σημείωμά μας αφιερώνουμε στην πρόωρα χαμένη Ξένη Μπαλωτή (1963-2022) που στο εισαγωγικό του βιβλίου –και σε άλλα κείμενά της– πάλεψε ουσιαστικά για το προχώρημα της Ένωσης.  

Κεντρική φωτ.: Ο Αλμπέρ Καμύ κατά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, το 1955