Υπάρχουν εκθέσεις που λειτουργούν ως παράθυρα σε κόσμους γοητευτικούς, αλλά πάντως αναγνωρίσιμους. Υπάρχουν και εκείνες που μετατρέπονται σε ρωγμές στο ορθολογικό κτίσμα της πραγματικότητας, ανοίγοντας περάσματα προς το παράδοξο, το αινιγματικό, το υπόγειο της ανθρώπινης συνείδησης. «Η μαγεία του παραδόξου» στην Πινακοθήκη του Γιώργου Βογιατζόγλου ανήκει στη δεύτερη κατηγορία.
Επτά καλλιτέχνες, επτά διαφορετικές φωνές, συνθέτουν στη Νέα Ιωνία ένα εικαστικό παλίμψηστο όπου το όνειρο, η μνήμη και η ψυχαναλυτική εμβάθυνση τέμνονται. Οι μορφές των έργων τους ακροβατούν στο μεταίχμιο της πραγματικότητας και του φαντασιακού: φιγούρες που αλλοιώνονται, βλέμματα που εισχωρούν στο ασυνείδητο, θραύσματα του προσωπικού που γίνονται συλλογικές αναφορές.
Ήδη, από την είσοδο της Πινακοθήκης μαγνητίζουν τον επισκέπτη ο Μισούρας και ο Μαντζαβίνος, δύο «παραδοξογράφοι» του άρρητου και του ανοίκειου που συνομιλούν με το σκοτάδι χωρίς να το φοβούνται. Ο Τάσος Μαντζαβίνος σκιαγραφεί τον εαυτό του ως Οδυσσέα και Άγιο Νικόλαο ταυτόχρονα. Φοβάται τη θάλασσα όπως ο διάβολος το λιβάνι, ωστόσο πλέει με άνεση στα σκοτεινά νερά της υποδυόμενος ήρωες κι αγίους. Εξίσου εντυπωσιακός φανερώνεται ο Τάσος Μισούρας που συνθέτει εκρηκτικά τοπία εσωτερικών συγκρούσεων. Οι μορφές του αναδύονται από τη σιωπή, τα χρώματά τους πάλλονται σαν εσώτερες λάμψεις μέσα στην ύλη.
Προχωρώντας στην κεντρική αίθουσα, η Μανταλίνα Ψωμά στήνει τα γνώριμα σκηνικά της και η καθημερινότητα μεταμορφώνεται σε κάτι σχεδόν μεταφυσικό. Δωμάτια εσωτερικά, κάπως παλιομοδίτικα που η ερημιά τους υποβάλει τον θεατή σε μιαν ατμόσφαιρα μυστηριακή. Η ζωγραφική της μοιάζει με καρέ του Τουίν Πικς η ταινία του Μίχαελ Χάνεκε: ψυχρά, αποστασιοποιημένα, κοφτερά σαν νυστέρι πάνω στην επιφάνεια της πραγματικότητας. Η χρωματική της παλέτα είναι λιτή, σχεδόν μονοχρωματική, με διακριτικές τονικές μετατοπίσεις που εντείνουν την αίσθηση μιας σιωπηλής έντασης. Οι φιγούρες της παγιδευμένες σε αδιόρατες αφηγηματικές συνθήκες, είναι σαν να βρίσκονται στο μεταιχμιακό σημείο μιας ιστορίας που δεν εκτυλίσσεται ποτέ ολοκληρωμένα. Αλλά και στα μικρά σε διάσταση, φιλοτεχνημένα με bic τοπία της, το ανησυχητικό βρίσκεται στην απόλυτη φυσικότητα της στιγμής, στην ψυχρή ακινησία πριν την καταιγίδα. Το βίαιο δεν είναι ποτέ άμεσο ή κραυγαλέο· υποβόσκει, ελλοχεύει, έτοιμο να διαρρήξει την επιφάνεια.
Μπροστά στα έργα της Μανταλίνας Ψωμά @Γιώργος Μυλωνάς
Την σκυτάλη στον όροφο της Πινακοθήκης παίρνει ο Αχιλλέας Πιστώνης και τα πολλαπλά του είδωλα. Τα πορτρέτα του προβάλλουν έναν κόσμο φαινομενικά ρεαλιστικό, σαν να τον βλέπουμε μέσα από το φίλτρο μιας εσωτερικής, υπαρξιακής αγωνίας. Οι χώροι του είναι συχνά απογυμνωμένοι, σχεδόν σκηνογραφικοί, δίνοντας έμφαση στις φιγούρες που μοιάζουν εγκλωβισμένες μέσα σε έναν αδιόρατο ψυχικό λαβύρινθο. Η ζωγραφική του, αν και αναμφίβολα δεξιοτεχνική, δεν αποσκοπεί στον ρεαλισμό αλλά στην ανάδυση μιας εσωτερικής αλήθειας, εκείνης που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια της ύλης.
Ο Αχιλλέας Πιστώνης την ημέρα των εγκαινίων (Δευτέρα 17/3) @Γιώργος Μυλωνάς
Ο νεότερος της παρέας των συμμετεχόντων καλλιτεχνών που συνιστά τολμηρή όσο και στιβαρή επιμελητική πρόταση της Μπίας Παπαδοπούλου η οποία υπογράφει την έκθεση, είναι ο ITSMI (Αλέξανδρος Νικολάου). Οι συνθέσεις του στον τοίχο και στα βάθρα συνδυάζουν εξπρεσιονιστικά στοιχεία, όπου η ανθρώπινη μορφή βρίσκεται σε μια διαρκή διελκυστίνδα μεταξύ δημιουργίας και αποσύνθεσης. Στο πικρό «Once You Grow Up You Can Never Come Back», ο ίδιος εμφανίζεται ως δικέφαλη φιγούρα, σε μια αλληγορία για την πάλη με τον χρόνο και την απώλεια της νιότης στο κέρδος της ωριμότητας. Το χιούμορ και οι εννοιολογικές μεταφορές διαπερνούν το έργο του, όπως στο «Insomnia», όπου αποσπασμένα κεφάλια με γκριμάτσες αιχμαλωτίζουν τη βασανιστική εμπειρία της αϋπνίας.
Ο Στέφανος Ρόκος αφηγείται ιστορίες που ακροβατούν μεταξύ ρεαλισμού και φαντασίας. Οι καμβάδες του είναι συχνά χωρισμένοι σε διαφορετικές ζώνες, ανατρέποντας τις συμβατικές αφηγηματικές δομές. Στο έργο «το κέντημα», μια γυναίκα μοιάζει να κεντάει σε μια λευκή αμμουδιά, ενώ δίπλα της ένα τουριστικό τοπίο ξετυλίγεται σε διαφορετική κλίση, δημιουργώντας μια παράδοξη χρονική και χωρική ασυνέχεια. Η μουσική κι εδώ βρίσκει θέση, όπως φαίνεται στο «A Day in the Life», όπου οι Beatles εμφανίζονται κάτω από τη σκηνή αντί πάνω σε αυτήν, ανατρέποντας την αναμενόμενη ιεραρχία του βλέμματος.
Αφήσαμε για το τέλος τον Δημήτρη Τάταρη διότι, κατά τη γνώμη μας, κατέχει τον πιο επιτυχημένο χώρο σε ένα περίκλειστο δωμάτιο – μια έκθεση μέσα στην έκθεση. Εκεί, ο ζωγράφος ανατέμνει τον ανθρώπινο ψυχισμό μέσα από μια εικονογραφία γεμάτη συμβολισμούς και περίτεχνες σχεδιαστικές λεπτομέρειες. Στο έργο «Πελεκάνος», το σώμα του καλλιτέχνη γίνεται διάτρητο κλουβί, όπου μπλέκονται ανατομικά σχέδια, έντομα και οργανικές φόρμες, δημιουργώντας έναν ονειρικό, σχεδόν εφιαλτικό κόσμο. Με σαρδόνιο χιούμορ, σχολιάζει την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, όπως στη σειρά «7 Αμαρτήματα», όπου γνωστοί πολιτικοί φιγουράρουν ως μικροσκοπικές μορφές μέσα σε ενσωματωμένους μεγεθυντικούς φακούς, καλώντας τον θεατή να αναζητήσει την κρυμμένη σάτιρα.
Άποψη από το δωμάτιο με έργα του Δημήτρη Τάταρη @Γιώργος Μυλωνάς
Το παράδοξο, όμως, δεν είναι απλώς αισθητικό παιχνίδι. Είναι τρόπος θέασης. Μέσα από τη ζωγραφική τους, οι καλλιτέχνες της έκθεσης μοιάζει να μας καλούν να κοιτάξουμε αλλιώς: να δούμε πίσω από τις εικόνες, μέσα από τις γραμμές, πέρα από το προφανές. Και τελικά, να αναρωτηθούμε: μήπως η μαγεία δεν βρίσκεται στο παράδοξο, αλλά στην ίδια την ανάγκη μας να το αποκρυπτογραφήσουμε;
Πινακοθήκη Γ. Βογιατζόγλου, Ελ. Βενιζέλου 63, Νέα Ιωνία, Αθήνα. Ώρες λειτουργίας: Πέμπτη – Παρασκευή: 11.00 – 19.00 | Σάββατο 11.00 – 15.00. Είσοδος ελεύθερη – έως 25 Μαΐου.
Κεντρική φωτ.: Έργα του ITSMI @Γιώργος Μυλωνάς