Εκτός από την τέχνη της ζωγραφικής, υπάρχει βεβαίως και η τέχνη της ζωής. Ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος υπήρξε δημιουργός που και στα δυο μέτρησε πολλά μίλια στο κοντέρ του. Τον πρωτογνώρισα τον καιρό του ηρωικού «Φιλελεύθερου» κι έκτοτε είχαμε πολλές συναντήσεις, μιλώντας όχι μόνο για το ανήσυχο παρελθόν του, αλλά και για τις εκθέσεις όπου έδειχνε νέα δουλειά του.
Ενδεικτικός ο τίτλος του περσινού αφιερώματος που οργάνωσε προς τιμήν του ο Δήμος Αλίμου σε επιμέλεια του Μάνου Στεφανίδη: «Αύριο» την τιτλοφόρησε ο καθηγητής, φανερώνοντας την παρουσία του Μ.Θ. στη ζώσα καλλιτεχνική σκηνή και, κυρίως, την κληρονομιά που αφήνει στους επιγενόμενους.
Σε αυτήν την τελευταία του έκθεση, ο 83χρονος ζωγράφος έφερε μπροστά του έναν «καθρέφτη», μιλώντας για το πώς πορεύτηκε στην τέχνη, μα και στη ζωή, δείχνοντας πως μια «στιγμή του έργου» είναι ικανή να γίνει «αναπλήρωση της ζωής». Και μοιράστηκε χωρίς φτιασίδια και μεγαλόσχημες εκφράσεις την προσωπική του «αλήθεια», ως να έχει απέναντί του έναν παλιό φίλο. Εξομολογήθηκε, λοιπόν, μπροστά στο κοινό:
Ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος μπροστά στο κοινό στην τελευταία του έκθεση στον Άλιμο το 2022
«Δεν κάνω τα έργα για μένα. Ο ζωγράφος θέλει να βλέπει τη δουλειά του ο κόσμος. Αυτό το ''για μένα'' δεν υπάρχει, απευθύνεσαι κάπου. Και θέλεις να το πεις καλά για να μπορέσεις να δημιουργήσεις μια γέφυρα επικοινωνίας. Η μάχη με την ύλη έχει στόχο τους ανθρώπους, κάτι θέλει να τους πει. Πιστεύω ότι ούτε ο ίδιος ο ζωγράφος ξέρει απολύτως καλά τι είναι αυτό. Γι’ αυτό, λοιπόν, παιδεύει… – ίσως όχι όλοι, γιατί άλλος δουλεύει με το τσεκούρι κι άλλος με το νυστέρι – παιδεύει λοιπόν την ύλη, όπως το κάνω εγώ με το μυστρί.
Δεν είναι, όμως, πρόθεσή μου να πρωτοτυπήσω. Απλώς θα ήθελα να φτιάχνω πράγματα που έχουν μια φρεσκάδα ματιάς. Μεγαλώνοντας είναι φυσικό να ''κουνιόνται'' λίγο αυτά που φτιάχνω. Όταν ήμουν 30 χρόνων, έφτιαχνα τα πράγματα με έναν τρόπο. Τώρα, στα 83 μου χρόνια, έχω την τύχη να έχω μεγάλη ζωτικότητα, να μπορώ να δουλεύω πολλές ώρες και, όπως είπε κι ο φίλος μου ο Καμπουρίδης, δεν έχω πρόβλημα να θυσιάσω ένα κατακτημένο πράγμα, μήπως και η ''θυσία'' αυτή φέρει κάτι καλύτερο. Συνέχεια δηλαδή καταργούνται οι εικόνες, προκειμένου να βρεθούν σε μια καλύτερή τους στιγμή.
Υπάρχουν κάποιες στιγμές που δεν επαναλαμβάνονται και οι οποίες ξεχωρίζουνε το καλό. Αυτές τις στιγμές δεν τις έχει κανείς στο χέρι. Αλλά μέσα από την πολύ δουλειά μπορεί να προκύψουν. Πολλοί είναι οι ζωγράφοι που καταργούνε κάτι με το οποίο έχουν αντίρρηση, παρόλο που μπορεί να σταθεί, με την ελπίδα να ξεπηδήσει κάτι που δεν το ξέρουμε από την αρχή. Αυτή είναι η στιγμή της πιο βαθιάς αλήθειας. Τότε είναι που ο ζωγράφος πιστεύει το έργο.
1958. Στο φροντιστήριο εισαγωγής για τη Σχολή Καλών Τεχνών του Βρασίδα Βλαχόπουλου. Ιθάκης 85 στην Κυψέλη. Καθιστός και φωτισμένος ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, δίπλα του ο ζωγράφος Αντώνης Απέργης. Αρχείο Βάσως Κυριάκη
Έχω κάποια έργα που τα πιστεύω πάρα πολύ. Δεν ξέρω αν και πώς μπορεί να εξηγηθεί γιατί ένας καλλιτέχνης θέλει να κάνει κάτι αληθινό. Για να πούνε οι άλλοι ότι είναι καλός; Περιέχεται κι αυτό. Μέσα στην προσπάθεια ζητά να αγαπηθεί ως μαχόμενος, που με το μικρό του ταλεντάκι παλεύει να κάνει κάτι. Το βασικότερο στοιχείο γι’ αυτό είναι μια αλήθεια. Να είναι αληθινό. Αυτό φαίνεται ότι είναι μια βαθιά ανάγκη επικοινωνίας με τους ανθρώπους που έχει να κάνει με το φως.
Είναι η πάλη που έχει να κάνει με το φως και το σκοτάδι. Εκεί, καλούμαι να διαλέξω θέση. Τότε, λοιπόν, διαλέγω με ενθουσιασμό την πλευρά του φωτός. Για να μπορεί, όμως, αυτή η θέση να έχει δύναμη, πρέπει να μη φοβάμαι να χαλάω κάποια πράγματα που θα μπορούσαν να κρατηθούν, αναζητώντας μιαν αλήθεια. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να την ονομάσω, αλλά είν’ αυτή ακριβώς που εκπέμπει το έργο.
Γιατί υπάρχει η ανάγκη της αλήθειας; Ποιος είναι ο λόγος που θέλεις να είσαι όσο γίνεται αληθινός; Μπορεί να πει κανείς επειδή είμαι και λίγο μπαγάσας. Δεν είμαι καθαρό πρόσωπο υπεράνω πάσης υποψίας. Ίσως μέσα στη ζωγραφική υπάρχει η ανάγκη μιας κάθαρσης από τις κακές πλευρές του εαυτού μου, που είναι πολλές.
Πιστεύω όμως ότι ακόμη και αυτές οι κακές πλευρές βοήθησαν πολύ. Βοήθησαν στο να κάνω κάποια πράγματα που έχουν μιαν αξία. Ως άνθρωπος έχω κάνει εγκλήματα, δηλαδή έχω ένα κομμάτι πολύ κακό. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτό το κακό κομμάτι με έσπρωχνε να αναζητήσω το καλό μου πρόσωπο. Τώρα, μπαίνω σε ψυχαναλυτικές ερμηνείες, αλλά πιστεύω ότι έχει να κάνει με την ανάγκη μιας κάθαρσης, για να μπορέσω να ηρεμήσω απ’ αυτά που με τρώνε, όσα με ζορίσανε στη ζωή».
Από το στήσιμο της τελευταίας του έκθεσης στη Δημοτική Πινακοθήκη Αλίμου, με τον Μάνο Στεφανίδη
Στην τελευταία μας συνάντηση ρώτησα τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο για το φόβο του θανάτου κι αυτός με τρόπο φυσικό, τον είχε επικαλεστεί:
«Να σου πω κάτι… ίσως όλα αυτά γίνονται από τον φόβο του θανάτου (γέλια). Εξηγούμαι: εδώ και τώρα εμείς που μιλάμε, ζούμε το φως της ζωής. Κάποια στιγμή ο διακόπτης κλείνει και όλα σκοτεινιάζουν. Ίσως, λοιπόν, η συνείδηση αυτής της πραγματικότητας, ότι είμαι κοντά στη στιγμή που θα κλείσει ο διακόπτης, με κάνει να… τρέχω! Να χαρώ τη ζωή όσο μπορώ περισσότερο, γιατί υπάρχει από δίπλα και πολύ κοντά η ανάσα του χάρου (γέλια)».
Σε ένα φανταστικό μουσείο του μέλλοντος, δίπλα σε ποιους θα ήθελες, ιδανικά, το έργο σου να υπάρχει; «Δεν το έχω σκεφτεί γιατί… δεν με ενδιαφέρει καθόλου το τι θα γίνει μετά από μένα. Βλέπω κάποιους οι οποίοι νοιάζονται και καλώς νοιάζονται να εξασφαλίσουν την καλύτερη συνέχεια του έργου τους. Θα έλεγα ότι… μου είναι αδιάφορο… αλλά όχι ολόκληρα. Τώρα που το λέω… πήγα να πω ότι δε με νοιάζει εμένα όταν πεθάνω τι θα γίνει. Κι όμως δεν είναι έτσι.
Βεβαίως δεν πιστεύω σε μαλακίες, η συνείδηση παύει να υπάρχει. Αλλά όμως μελαγχόλησα μόλις το σκέφτηκα. Δεν με εκφράζει απόλυτα. Μάλλον θα ήθελα κι εγώ, τώρα που με ρωτάς, κάπως να προστατευθεί το έργο. Ο ίδιος δεν πρόκειται να το κάνω, αλλά θα ήθελα κάποιος να το προστατεύσει. Οπότε σου απαντώ στο αρχικό ερώτημα: με ποιους θα ήθελα να γειτονεύω; Με τους συνάδελφους που έχω μια καλή γνώμη γι’ αυτούς.
Για παράδειγμα, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, που τον θεωρώ σημαντικό ζωγράφο, ο Χρόνης ο Μπότσογλου, ο Τάσος ο Μαντζαβίνος και άλλοι όπως ο Φασιανός. Να μου επιτρέψεις κι ένα τελευταίο σχόλιο εδώ: ο Φασιανός μέσα στον ελληνικό χώρο είναι κάτι το πολύ σημαντικό. Και μου κάνει εντύπωση που σε μια διεθνή έκθεση εδώ σε μας, δεν πήρανε τον Φασιανό. Λένε ότι κάνουν μοντέρνα, σύγχρονα πράγματα κι ότι αυτά είναι πίσω μας. Αυτό είναι μεγάλο λάθος και σοβαρό έλλειμμα στην παιδεία μας. Προσοχή παιδιά, μην τρέχουμε χωρίς να βλέπουμε».
Μάκης Θεοφυλακτόπουλος Wall Street N.Y. 1972 (φωτογραφικό αρχείο Τζούλια Τσακίρη)
Ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος «έφυγε» από τη ζωή το Σάββατο 24 Ιουνίου σε ηλικία 84 ετών από επιπλοκές που προκλήθηκαν από πνευμονία. Φίλοι και συγγενείς τον αποχαιρετούν το πρωινό της Τρίτης στο νεκροταφείο του Χολαργού.
Κεντρική φωτ.: Μάκης Θεοφυλακτόπουλος (φωτογραφικό αρχείο Τζούλια Τσακίρη)