H Ελλάδα είναι διατεθειμένη να αποχωριστεί κάποιους από τους σημαντικότερους θησαυρούς της «για να γεμίσει το κενό» στο Βρετανικό Μουσείο εάν τα Γλυπτά του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Αθήνα, σύμφωνα με την υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.
Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα «Guardian» η κ. Μενδώνη υποσχέθηκε ότι οι ελληνικές αίθουσες του μουσείου του Λονδίνου δεν θα αδειάσουν ποτέ.
«Η θέση μας είναι ξεκάθαρη», δήλωσε και υπογράμμισε: «Σε περίπτωση που τα Γλυπτά επιστρέψουν στην Αθήνα, η Ελλάδα είναι έτοιμη να οργανώσει εναλλασσόμενες εκθέσεις σημαντικών αρχαιοτήτων που θα καλύψουν το κενό».
Ερωτηθείσα εάν συγκεκριμένα έργα έχουν ζητηθεί από το Λονδίνο, η υπουργός επέμεινε ότι οι συνεχιζόμενες συζητήσεις δεν έχουν επεκταθεί σε «συγκεκριμένα αντικείμενα».
Η βρετανική εφημερίδα γράφει ότι για πρώτη φορά η Αθήνα έδωσε μια γεύση για το πόσο μακριά είναι διατεθειμένη να φτάσει για να αποζημιώσει το Βρετανικό Μουσείο για την παραχώρηση των γλυπτών, λέγοντας ότι οποιεσδήποτε αρχαιότητες σταλούν στο Ηνωμένο Βασίλειο θα είναι επίσης πόλος έλξης του κοινού.
«Θα καλύψουν το κενό, θα διατηρήσουν και θα ανανεώνουν συνεχώς το ενδιαφέρον των διεθνών επισκεπτών για τις ελληνικές αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου» δήλωσε η κ. Μενδώνη, αν και προειδοποίησε ότι «οποιαδήποτε συμφωνία και όλες οι λεπτομέρειές της θα πρέπει να είναι σύμφωνες με την ελληνική νομοθεσία για την πολιτιστική κληρονομιά».
Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν έχει δεσμευθεί πως οι διαπραγματεύσεις με στόχο την εξασφάλιση μιας δανειακής σύμβασης θα συνεχιστούν, παρά τη διπλωματική ρήξη από την άρνηση του Βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σουνάκ να συναντήσει τον Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη τον Νοέμβριο.
Σύμφωνα με την κ. Μενδώνη, για τον Παρθενώνα, ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και διεθνούς σημασίας, είναι ζητούμενη η ακεραιότητα στον τόπο όπου λαξεύτηκαν τα Γλυπτά.
Η υπουργός Πολιτισμού διέψευσε πως βρίσκεται «στο τραπέζι» το σενάριο για δημιουργία παραρτήματος του Βρετανικού Μουσείου στο μουσείο της Ακρόπολης. «Δεν έχει γίνει καμία τέτοια συζήτηση», ξεκαθάρισε.
Ερωτηθείσα αν η Ελλάδα αποκλείει το ενδεχόμενο να κινηθεί νομικά εναντίον του Βρετανικού Μουσείου, η Λίνα Μενδώνη απάντησε ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αξιοποιεί «πλήρως» τις δυνατότητες που προσφέρουν ο διάλογος και η πολιτιστική διπλωματία.
Αναφορικά με την κρατούσα αντίληψη στη Βρετανία για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αποσπάστηκαν τα Γλυπτά από τον Λόρδο Ελγιν, η Λίνα Μενδώνη επικαλέστηκε τον βουλευτή του Χέλστον, Χιου Χάμερσλεϊ, που το 1816 είχε σχολιάσει στη Βουλή των Κοινοτήτων ότι η απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να δεχθεί τα γλυπτά από τον διπλωμάτη ήταν «πράξη σφετερισμού».
Χαρακτηρίζοντας το ζήτημα ως τη μεγάλη «εθνική υπόθεση» της Ελλάδας, η κ. Μενδώνη ανέφερε: «Ακόμα και άνθρωποι που για χρόνια αντιδρούσαν στην επιστροφή των Γλυπτών, τώρα υποστηρίζουν το αίτημά μας». «Αν δεν ήμουν αισιόδοξη, δεν θα εργαζόμουν με θέρμη και πίστη για την εθνική υπόθεση της επανένωσης των γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα», πρόσθεσε.