«Αρκεί να την ακούσεις μία φορά για να μην την ξεχάσεις ποτέ» είχε πει ο Ιταλός τενόρος Τζουζέπε Ντι Στέφανο για τη Μαρία Κάλλας (1923-1977), την ερμηνεία της. Σκέφτομαι ότι η φωνή αποτελεί το πιο «ζωντανό» στοιχείο του ανθρώπου ακόμη κι εάν δεν βλέπουμε το πρόσωπο, μιας κι η φωνή εκλαμβάνεται κι ως προέκταση της προσωπικότητας. Κι η ιδεατή φωνή έχει δυνατότητες παραπάνω της πρόκλησης συναισθημάτων και συγκίνησης του κοινού, ο αντίκτυπός της δύσκολα καταγράφεται με λέξεις καθώς το συναισθάνεσθαι που δημιουργεί, τις υπερβαίνει.
«Τι είναι άραγε, εκείνο που έχει χαρίσει στην Κάλλας τον τίτλο της πρώτης σήμερα τραγουδίστριας στον κόσμο; Η φωνή της, απαντούμε εύκολα. Όχι, δεν είναι αυτό, αλλά ο τρόπος με τον οποίο τραγουδά, η μουσικότητά της… Κάθε της φράση, κάθε της νότα έχει έκφραση. Το τραγούδι της Κάλλας [είναι]… ένα μεγάλο μουσικό μάθημα», είχε σημειώσει ο μουσικολόγος και κριτικός μουσικής Φοίβος Ανωγειανάκης.
Έναν αιώνα μετά τη γέννηση της μεγάλης Ελληνίδας σοπράνο και στο πλαίσιο εκδηλώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί και πραγματοποιούνται εις μνήμην της από κοινού με την έναρξη λειτουργίας, στην Αθήνα, του πρώτου μουσείου παγκοσμίως αφιερωμένου στη Μαρία Κάλλας, τίθενται εκ νέου στο προσκήνιο στοιχεία και πληροφορίες γύρω από το όνομά της, πτυχές που μπορούν να προστεθούν για την πραγματικότητά της.
Η Μαρία Κάλλας δέχεται το χειροκρότημα του κοινού μετά τη συναυλία της στη Φιλαδέλφεια, στις 11 Φεβρουαρίου 1974. Η συναυλία, η πρώτη μιας σειράς συναυλιών, ήταν η πρώτη εμφάνιση της Κάλλας στις ΗΠΑ έπειτα από εννέα χρόνια. Δίπλα της, ο τενόρος Τζουζέπε Ντι Στέφανο. Πηγή φωτ.: AP Photo/Brian Horton
Προέκυψε κάτι νέο, για εσάς, μελετώντας για την Κάλλας ενόσω μέλος της μελετητικής ομάδας του Μουσείου Μαρία Κάλλας; «Όλοι ξέρουν πόσο μεγάλη τραγουδίστρια ήταν. Όσο ασχολούμουν με το μουσείο, αυτό που με εντυπωσίασε πολύ το οποίο το ήξερα αλλά δεν το είχα μετρήσει με ακρίβεια, είναι ότι ειδικά στην πρώτη περίοδο της ζωής της – την πρώτη στην καριέρα της – έκανε πράγματα τα οποία ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα όρια», όπως μου αναφέρει ο Αλέξανδρος Χαρκιολάκης, Διευθυντής του Συλλόγου Φίλων της Μουσικής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
Διευκρινίζοντας: «τραγουδούσε ένα ρεπερτόριο το οποίο δεν τραγούδησε αργότερα. Τραγουδούσε τον Βάγκνερ το βράδυ και το ίδιο μεσημέρι έκανε πρόβα για μία άλλη διαφορετική bel canto όπερα. Ουσιαστικά, είχε μάθει, ταυτόχρονα, δύο ρόλους μεγάλους, και στον ένα έκανε πρόβα την ίδια μέρα και τον άλλο τραγουδούσε το βράδυ. Αυτό φαίνεται στο παραστασιολόγιό της, ειδικά των πρώτων ετών. Το να τραγουδάς ένα ρόλο το βράδυ στη σκηνή και να μελετάς έναν άλλο το μεσημέρι, ο οποίος είναι εντελώς αντιθετικός, δεν είναι κάτι συνηθισμένο, δεν είναι καθόλου εύκολο».
Αλέξανδρος Χαρκιολάκης @ akriviadis.gr
«Ήταν πέρα από τα ανθρώπινα», συνεχίζει και επεξηγεί: «εκείνη προσπαθούσε να έρθει στα ανθρώπινα αλλά τα ξεπερνούσε δεν μπορούσε να μην τα ξεπεράσει, ήταν τόσο μεγάλη καλλιτέχνις. […] Μπορεί η Κάλλας να μην είχε ασχοληθεί με τα πάντα αλλά ο τρόπος με τον οποίο είχε καταπιαστεί με τα πράγματα ήταν πολύ πιο ψηλά απ’ ότι μπορεί να φανταστεί κανείς. Όπως, για παράδειγμα, ότι είχε καταπιαστεί με τόσους πολλούς ρόλους σε τόσες πολλές παραστάσεις σε μικρό χρονικό διάστημα, ενώ άλλοι καλλιτέχνες τους ερμήνευαν/ ερμηνεύουν σε μία ζωή. Και στην περίπτωσή της, η φωνή της ήταν σε πολύ υψηλότερο επίπεδο».
Στο επίκεντρο η φωνή της…
Η φωνή της Κάλλας βρίσκεται στο επίκεντρο του Μουσείου Μαρία Κάλλας το οποίο έχει ανοίξει τις πύλες του στο κοινό από τα τέλη Οκτωβρίου, επί της οδού Μητροπόλεως 44. Γι’ αυτό και προτείνεται στο κοινό να ξεκινήσει την περιήγηση από τον 2ο όροφο όπου η φωνή της κυριαρχεί σε τέσσερα δωμάτια κι έπειτα να κατεβεί στον 1ο όροφο χρησιμοποιώντας το ασανσέρ. Συντροφιά εντός του ασανσέρ, ξανά, η φωνή της Κάλλας, αυτή τη φορά μιλώντας ελληνικά· «η Κάλλας μιλούσε ελληνικά και έγραφε επίσης σε πολύ ωραία ελληνικά», σημειώνει ο κ. Χαρκιολάκης.
Η δε «κατασκευή» του μουσείου με άξονα τη φωνή της La Divina έγκειται σε πρωτοτυπία, ενώ τα τέσσερα δωμάτια συνθέτουν τους ρόλους της Κάλλας ως τραγουδίστριας και ως μουσικού προσφέροντας στο κοινό υπερβατική εμπειρία. Στο πρώτο στούντιο όπου ηχεί το απόσπασμα της άριας «Casta Diva» από την όπερα «Νόρμα» του Μπελίνι, το κοινό αντικρίζει τη μορφή της Κάλλας ως σκιά – μέρος σκηνικού που παραπέμπει στο δάσος στο οποίο η Νόρμα τραγουδά την ωδή στη Σελήνη.
Λήψη από το εσωτερικό του πρώτου στούντιο στον 2ο όροφο του Μουσείου Μαρία Κάλλας. Πηγή φωτ.: AP/ Thanassis Stavrakis
Στο δεύτερο στούντιο το οποίο ενδύεται ηχητικά από την άρια «Vissi d’ arte» από την όπερα «Τόσκα» του Πουτσίνι, η σκηνογραφική επιμέλεια του δωματίου με την κόκκινη μοκέτα και τις βελούδινες κόκκινες κουρτίνες παραπέμπει στην εν λόγω παράσταση. Και στο τρίτο στούντιο όπου ηχεί η άρια «Sempre Libera» από την όπερα «Τραβιάτα» του Βέρντι, το σκηνικό παραπέμπει σε μέρος της ζωής της Κάλλας στο Παρίσι.
Στο τέταρτο δωμάτιο, το οποίο αποτελεί επίσης σκηνικό, «το κοινό αποκτά μια ολοκληρωμένη αντίληψη περί του ταλέντου της Κάλλας που δεν ήταν μόνο η φωνή της αλλά και η μουσική της ικανότητα καθότι πολύ καλή μουσικός. Πρόκειται για έναν ρόλο που είχε προς το τέλος της ζωής της και αφορά στη σειρά μαθημάτων που παρέδιδε στην περίφημη Juilliard School της Νέας Υόρκης», όπως αναφέρει ο ο κ. Χαρκιολάκης και επεξηγεί: «Το ότι ήταν πολύ καλή μουσικός και είχε μεταδοτικότητα μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στον τρόπο με τον οποίο δίδασκε μουσική: χρησιμοποιούσε τεχνικούς όρους, εξηγούσε στους σπουδαστές».
Καίριας σημασίας τα γράμματα τα οποία εκτίθενται στο μουσείο (1ος όροφος) – είτε της τα έστειλαν είτε τα είχε στείλει. «Αυτά τα γραπτά μνημεία έχουν διπλή σημασία, από εκεί μπορείς να βρεις κάτι βαθύ που μπορεί να μην εκφράζεται με τις νότες ή τη φωνή αλλά να γράφει και για την πραγματικότητά της, τον τρόπο που μελετούσε, μεταξύ άλλων», σημειώνει ο κ. Χαρκιολάκης.
Η Μαρία Κάλλας στο εστιατόριο Pedavena στη Βερόνα, Ιταλία. Συλλογή Μουσείου Μαρία Κάλλας. Πηγή φωτ.: Μουσείο Μαρία Κάλλας
Η ιδέα δημιουργίας ενός μουσείου αφιερωμένου στην Κάλλας πυροδοτήθηκε από την πρώτη συγκέντρωση των αντικειμένων που αφορούσαν στη μεγάλη υψίφωνο του 20ου αιώνα, και από την πρώτη στιγμή, η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί ένα μουσείο που να μιλά για κάτι διαφορετικό – εξ ου και η έμφαση στη φωνή της Κάλλας.
Στην εκπαιδευτική αξία του μουσείου κι η αισθητική. Ένα έκθεμα ή το σύνολο αυτών που θα παροτρύνει το κοινό που το επισκέπτεται να αναζητήσει ερμηνείες της Κάλλας ή επιθυμήσει να μάθει περαιτέρω γι’ αυτήν αφότου βγει από το μουσείο.
Μαρία Κάλλας/ Leemage / Franco Gremignani. Πηγή φωτ.: Μουσείο Μαρία Κάλλας
Ελάχιστες αστοχίες που υπήρξαν στα εκθέματα, διορθώθηκαν αστραπιαία, σε λιγότερο από πέντε ημέρες από την έναρξη λειτουργίας του Μουσείου Μαρίας Κάλλας. Εξάλλου, από καθετί ολοκαίνουργιο που έχει μάλιστα δουλευτεί πολύ μπορεί κάποια πράγματα να έχουν ξεφύγει από το ανθρώπινο μάτι. Αν μη τι άλλο, η ομάδα για τη δημιουργία του μουσείου εργάζεται περί τα 10 χρόνια για τη δημιουργία του και έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα μουσείο που εισάγει το κοινό στο ερμηνευτικό και μουσικό σύμπαν της Μαρίας Κάλλας, κι αυτό αναγνωρίζεται, όπως διαφαίνεται και στη ροή του επισκέψιμου κοινού που παραμένει «σταθερή και υψηλή».
Ας μη λησμονούμε ότι πρόκειται για το πρώτο μουσείο παγκοσμίως αφιερωμένο στη La Divina, στην πόλη όπου σπούδασε και έκανε τα πρώτα της βήματα προτού κατακτήσει τον κόσμο με τη φωνή και την ερμηνευτική της δεινότητα. Εκκινώντας από την Αθήνα, στη διάρκεια του πολέμου. «Εκεί ασκήθηκα, εκεί απέκτησα τις σκηνικές εμπειρίες μου», όπως η ίδια είχε δηλώσει, κι η Αθήνα την τιμά με ένα μουσείο.
Μελετητική ομάδα και συλλογή
Ο Αλέξανδρος Χαρκιολάκης, Διευθυντής του Συλλόγου Φίλων της Μουσικής, είναι ένας εκ των μελών της μελετητικής ομάδας του Μουσείου Μαρία Κάλλας, από κοινού με την Ανδρομάχη Γκαζή, Καθηγήτρια Μουσειολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, και την Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου, Αρχιτέκτονα-Μουσειολόγο. Το έργο δημιουργίας του μουσείου είχε αναλάβει να υλοποιήσει η Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, που από το 2000 κατέχει και διατηρεί την αρχική συλλογή του Δήμου Αθηναίων με αντικείμενα που ανήκουν στη μεγάλη ντίβα της όπερας.
Τα πρώτα αντικείμενα της συλλογής του Μουσείου αποκτήθηκαν από τον Δήμο Αθηναίων, το 2000, με τη συμμετοχή του σε διεθνή πλειστηριασμό στο Παρίσι. Πρόεδρος της Τεχνόπολης, την περίοδο εκείνη, ο Φώτης Παπαθανασίου. Στη συνέχεια, η συλλογή εμπλουτίστηκε με δωρεές αντικειμένων που ανήκαν ή αναφέρονται στη Μαρία Κάλλας, από πολλούς φορείς και ιδιώτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
*Περισσότερα για το Μουσείο Μαρία Κάλλας στο παρακάτω σημείωμα από κοινού με άλλα σημειώματα που αφορούν στη La Vivina.
(Κεντρική φωτ.: Φωτογραφία από το προσωπικό άλμπουμ της Μ. Κάλλας, από τη Συλλογή του ΜΜΚ. Photo from Maria Callas personal album. 1947-1959. Συλλογή Μουσείου Μαρία Κάλλας. Πηγή φωτ.: Μουσείο Μαρία Κάλλας)