Η Παναγία περιγράφεται από αρχαίους συγγραφείς (Ιππόλυτος ο Θηβαίος, Επιφάνιος Αγιοπολίτης κ.ά.) ως μετρίου αναστήματος περίπου 1,50-1,60 (το φυσιολογικό ύψος της εποχής εκείνης στη λεκάνη της Μεσογείου), με ανοιχτοκάστανα μαλλιά και μάτια, σταρένιο δέρμα, με μεγάλα χέρια και δάχτυλα, με μαντήλα στο κεφάλι, και μονόχρωμα φορέματα από μαλλί, υφασμένα από την ίδια, χωρίς κεντήματα και χωρίς κοσμήματα. Ωστόσο, ο ιερός Αυγουστίνος υποστηρίζει ότι κανείς δεν γνωρίζει πως ήταν πραγματικά η Παναγία, αφού δεν υπάρχει καμιά αναμφισβήτητη μαρτυρία.
Ενδείξεις τιμής προς την Παναγία εμφανίζονται μόνο από το τέλος του 3ου αι., και πάλι όμως είναι σπάνιες. Με την υποστήριξη του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της μητέρας του Ελένης αρχίζουν να ανεγείρονται χριστιανικοί ναοί και μάλιστα να αποκτούν εικονογράφηση. Ωστόσο, η παρουσία της Παναγίας άργησε πολύ να καθιερωθεί. Μετά όμως την Σύνοδο της Εφέσου τον 5ο αι. η Παναγία γνωρίζει ανάπτυξη της εικονογράφησής της, σε τοιχογραφίες και σε φορητές εικόνες.
Η παράδοση που θέλει τον Ευαγγελιστή Λουκά να έχει φτιάξει την πρώτη εικόνα της Παναγίας αρχίζει μόλις από τον 6ο αιώνα. Η αρχαιότερη σωζόμενη εικόνα της Παναγίας στην Ευρώπη φαίνεται πως είναι η Παναγία που έστειλε η Αγία Ελένη στον τότε Πάπα της Ρώμης. Η εικόνα βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ μέχρι τον 4ο αιώνα, όταν, μαζί με άλλα κειμήλια, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από την Αγία Ελένη. Η εικόνα είναι πολύ μεγάλη για εικόνα τόσο πρώιμη (διαστάσεις 117 εκ ύψος και 79 πλάτος). Είναι ζωγραφισμένη σε λεπτό τελάρο από κέδρο και παρουσιάζει τη Θεοτόκο σε μία πρώιμη μορφή του τύπου της Οδηγήτριας. Το ύφος της δεν έχει καμιά σχέση με τις παπικές μαντόνες, αλλά είναι ορθόδοξη ελληνική αγιογραφία.
Ο Πάπας Λυμπέριος έφτιαξε μιαν εκκλησία ειδικά για την εικόνα, εκκλησία που μεγάλωσε ο πάπας Σίξτος ο Γ΄. Η παπική βασιλική θεωρείται ο αρχαιότερος ναός της Παναγίας στην Ευρώπη.
Η πρώτη σωζόμενη εικόνα της Παναγίας στην Ευρώπη
Φαίνεται πως από τους πρώτους ναούς της Παναγίας στην Ελλάδα ήταν ο Παρθενών. Στα μάτια πολλών νεοπαγανιστών φαίνεται σαν μια βάρβαρη καταπάτηση ενός αρχαίου ναού από τους χριστιανούς. Η πραγματικότητα όμως είναι πιο σκληρή: ο Παρθενών ήδη τα χρόνια εκείνα είχε χάσει την αρχαία λάμψη του και επρόκειτο να γίνει ναός της Ίσιδος. Ναοί της αιγυπτίας θεάς υπήρχαν ήδη αρκετοί στην Ελλάδα, υπήρχε ακόμη και στη Δήλο, γελοιοποιώντας την παράδοση του Δωδεκάθεου. Υπήρχε επίσης στον Πειραιά. Δεν ήταν καθόλου περίεργο ή παράλογο να γινόταν και στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Σε άρθρο του με τίτλο Παναγία η Αθηνιώτισσα, ο Μ. Π. Πομόνης γράφει στην «Ελληνική Δημιουργία» για την πρωτοχριστιανική Αθήνα και την εικόνα της Παναγιάς στον Παρθενώνα: Έτσι ο ναός της πέτρινης Αθηνάς έγινε αγία Σοφία – η σοφία του Δημιουργού – ύστερα αγία Μαρία και κατοπινά Μήτηρ Θεού, Παναγία η Αθηνιώτισσα. Εικόνα της Αθηνιώτισσας φυλάσσεται σήμερα εδώ και κάμποσους αιώνες στο Κάϊρο, στη μονή του Αγίου Γεωργίου. Η Παναγία είναι ολόσωμα ζωγραφισμένη, ο μακρύς χιτώνας είναι πράσινος και το μαφόριον – η καλύπτρα – πορφυρό. Ο χιτώνας σχηματίζει δίπλες ως την κνήμη. Η Παναγία δεν κρατάει το βρέφος. Ωστόσο, στην εικόνα που σώζεται στην Αίγυπτο φαίνεται βρεφοκρατούσα, γιατί προφανώς έγινε μια νεότερη και κακότεχνη προσθήκη του Βρέφους.
Oπωσδήποτε, η ιστορία της τέχνης διακρίνει μερικές από τις εικόνες της Παναγίας ως έργα ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας. Η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους εγκαινιάζει μια ευρύτερη απόρριψη του βυζαντινού κόσμου, και οι εικόνες χαρακτηρίζονται κακάσχημες. Όμως, από το τέλος του 19ου αιώνα οι αισθητικοί μας ξαναβάζουν στο τραπέζι τις βυζαντινές εικόνες και τις αναγνωρίζουν ως έργο ιδιαίτερης αισθητικής αξίας.
Να σημειωθεί ότι η διαφορά της βυζαντινής τέχνης από τη Δυτική δεν είναι απλώς θέμα ύφους αλλά και τι διδάσκει η εικόνα. Για παράδειγμα, ο άγγελος με το Κρίνο στον Ευαγγελισμό είναι καθαρά δυτική ιδέα. Δεν υπάρχει πουθενά κρίνος του Γαβριήλ στη βυζαντινή τέχνη. Αυτό έχει θεολογική ερμηνεία, και δεν είναι ένα εύρημα του ζωγράφου που οι δυτικοί υιοθέτησαν και οι ανατολικοί απέρριψαν.
Επίσης, δεν είναι τυχαία η μετάβαση από την Παναγία μελαχρινή στην Παναγία ξανθιά: το ξανθό όμορφο κορίτσι φανερώνει την επίδραση της ανόδου του αστικού κόσμου (12ος αι.) στην Δυτική Ευρώπη και της βόρειας συνείδησής του - μια άνοδος που θα ανατρέψει πολλά από τα δεδομένα του κλασικού μεσογειακού κόσμου και της τέχνης του.
Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου», π. 1472-1475
Η βυζαντινή ζωγραφική αναπτύχθηκε πολύ και έδωσε υπέροχες εικόνες της Θεοτόκου σε εικονογραφία και μωσαϊκό. Η πρώιμη ιταλική Αναγέννηση επηρέασε τη βυζαντινή τέχνη και το βλέπουμε κυρίως στο έργο του Μανουήλ Πανσέληνου, του θρύλου των αγιογράφων μας. Οι Σταυροφόροι επίσης επηρέασαν τον βυζαντινό κόσμο αρνητικά αλλά και θετικά. Στην εικονογράφηση έχουμε τη σταυροφοριακής έμπνευσης Κρητική Σχολή, παιδιά της οποίας είναι και ο δάσκαλος του Αντρέι Ρουμπλιώφ Θεοφάνης ο Έλληνας, αλλά και ο Γκρέκο.
El Greco, Mater Dolorosa, Μουσείο Στρασβούργου π. 1594 - 1604
H νεότερη εποχή έφερε την ελληνική εικονογραφία σε επαφή με τον Γερμανό Λουδοβίκο Θείρσιο που άσκησε έντονη επίδραση στον κορυφαίο των νεοελλήνων ζωγράφων Κωνσταντίνο Παρθένη. Ο Παρθένης επανήλθε στο πρόσωπο της Παναγίας και εκτός από την εικονογράφηση σε ναούς: ο Ευαγγελισμός του Παρθένη είναι εξαιρετικής αξίας, όπως και η Παναγία που διαβάζει.
Κωνσταντίνος Παρθένης, Παναγία με βιβλίο
Η Παναγία στάθηκε δύο φορές θέμα στο έργο του Νικόλαου Γύζη, αλλά η μία (Η Παναγία με το Βρέφος) υπερτερεί αισθητικά. Την Παναγία εικονογράφησε στον Αϊ Γιώργη στο Χαλάνδρι ο Νικ. Λύτρας.
Η Παναγία Μυρτιδιώτισσα στον ι. ναό του Αγίου Αλεξάνδρου στο Π. Φάληρο. 'Εργο του Κ. Παρθένη
Καθοριστική μορφή στην πορεία της νεοελληνικής εικονογραφίας στάθηκε ο Φώτης Κόντογλου. Το έργο του ανέτρεψε την πορεία των πραγμάτων και ασκεί ακόμη επίδραση καταλυτική. Στιβαρά μεγέθη της ελληνικής τέχνης, όπως ο π. Σταμάτης Σκλήρης επιχειρούν να αποκαταστήσουν έναν διάλογο της εποχής μας με την πίστη, βλέποντας την έκφραση της πίστης με σύγχρονα μάτια. Με το έργο τους μας διδάσκουν ότι η βυζαντινή ζωγραφική ούτε μία και μόνο έκφραση είναι, ούτε μούμια είναι - διότι ήταν αυτό: ανήκε στον εαυτό της. Η πίστη δεν μπορεί να βλέπει με τα μάτια άλλων αιώνων παρά μόνον εάν αυτό την εκφράζει, όπως και όσο την εκφράζει.
Παναγία Γλυκοφιλούσα, 1959, Αυγοτέμπερα σε ξύλο @Φώτης Κόντογλου