Ένα ταξίδι στην παιδικότητά μας με όχημα τη συλλογή παλιών παιχνιδιών που πρόσφατα απέκτησε το ΙΑΜΥ και μια σειρά ζωγραφικών έργων και κατασκευών του Τάσου Μαντζαβίνου, επιχειρεί το Ιστορικό Αρχείο - Μουσείο Ύδρας, υπακούοντας στο εξόχως ποιητικό σύνθημα «μόνη πατρίδα, τα παιδικά μας χρόνια!».
Η Συλλογή της Μάξι Λεούση που πρόσφατα απέκτησε το ΙΑΜΥ, περιλαμβάνει πορσελάνινες κούκλες, πολύχρωμες γκέισες, πιάνα-παιχνίδια, διάφορα ζωάκια και μικρογραφικά αντικείμενα - έπιπλα που συνέθεταν το κουκλόσπιτο της εποχής. Υπάρχουν ακόμη αντιπροσωπευτικά παιχνίδια, τα περισσότερα τσίγκινα ή ξύλινα από τα τέλη του 19ου έως τα μέσα του 20ου αιώνα.
«Η έκθεση θα ήταν ελλιπής αν δεν τη συμπλήρωνε η παρουσία ενός ζωγράφου από τους σημαντικότερους σύγχρονους εικαστικούς, του Τάσου Μαντζαβίνου, γνωστού για την αγάπη του και τις ανεξάντλητες συλλογές του για ό,τι έχει σχέση με τον κόσμο του παιχνιδιού από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας» εξηγεί η διευθύντρια του Μουσείου της Ύδρας, Ντίνα Αδαμοπούλου.
Τρισδιάστατες κατασκευές λειτουργούν σαν προέκταση της ζωγραφικής τραβώντας δάνεια από τη γλυπτική. Η ζωγραφική μόνο δεν έδινε στο ζωγράφο όλα τα στοιχεία που χρειαζόταν. Χρησιμοποίησε το χρώμα, το σχέδιο, τη σύνθεση, μα συμπλήρωσε με πολλά ετερόκλητα παράξενα αντικείμενα. Τα πήρε από το Μοναστηράκι και τα έδεσε με την τέχνη του. Κατασκευές με ξύλο, τσίγκο και άλλα υλικά έγιναν ζαροκούτια, σβούρες και φιδάκια που ολοένα περισσότερο καταλαμβάνουν χώρο στο ατελιέ του τα τελευταία χρόνια. Το πινέλο, το κοπίδι, το στρώσιμο με το χέρι, ξυσίματα, γραμμές πάνω από το χρώμα, όλα τα επιστρατεύει για να πλάσει τη μορφή του, για να δώσει μάλλον μορφή στη σύλληψή του.
Ο Μαντζαβίνος (γενν. 1958) ζωγραφίζει μνήμες, εικόνες της ζωής που χάραξαν την ψυχή του. Δεν τον νοιάζει να δώσει κάτι ειδυλλιακό, αλλά μόνον αυτό που τον χάραξε. Η θεματολογία του είναι σταθερά μια ενότητα πραγμάτων, μια αλυσίδα καλύτερα, που έχει δεμένους σαν κρίκους τις εμμονές του. Συνεπώς, η συλλογή των παιχνιδιών του λειτουργεί σαν παλέτα του. Δεν είναι ένας τρόπος εντυπωσιασμού, μια πόζα ή για τα μάτια του κόσμου. Στο σχέδιό του κράτησε την παιδική μουτζούρα και στη ζωγραφική του ενέταξε το δίδαγμα του Καραγκιόζη (για το φως και τη σκιά), αλλά και τη μορφή και τον κόσμο του (για το πίσω της φαντασμαγορίας του μπερντέ, για τους αλιτήριους, τους κινούμενους στις παρυφές της κοινωνίας). Τα έργα του ζωγράφου δεν μιμούνται, αλλά σημαίνουν.
Ταυτότητα του ζωγράφου (από τον ιστοχώρο της Εθνικής Πινακοθήκης)
Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1979 – 1984). Το 1984 πραγματοποίησε την πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα («Γκαλερί 7»). Έκτοτε έχει παρουσιάσει ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Έχει λάβει μέρος στη 2η και 3η Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρωπαϊκής Μεσογείου (Θεσσαλονίκη 1986, Βαρκελώνη 1987), στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1987) και σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα έργα του, που αντλούν εικόνες από τη μνήμη και το όνειρο, εγγράφονται στην εξπρεσιονιστική παράδοση.
Παίζουμε; Ιστορικό Αρχείο – Μουσείο Ύδρας έως 26/5/2024. Καθημερινά 09.00 – 16.00. Εγκαίνια: Παρασκευή 10 Μαΐου 2024, 20.00