Πολυγράφος, καλλιτέχνης της υπαινικτικής γραφής, ο Αμερικανοπολωνοεβραίος συγγραφέας του μεγάλου 4321 πρόφτασε, ελάχιστα πριν εγκαταλείψει τον περασμένο Απρίλιο τα εγκόσμια, θύμα και αυτός του καρκίνου των καπνιστών, να καταλείπει στους θαυμαστές του αυτό το έσχατο μυθιστόρημα.
Ένα κείμενο 250 περίπου σελίδων εν πολλοίς αυτοβιογραφικό και οπωσδήποτε με την απολογιστική της ζωής και αναστοχαστική επί των πεπραγμένων διάθεση που χαρακτηρίζει κάθε άνθρωπο, πρωτίστως δε κάθε πνευματικό άνθρωπο με πλήρη συνείδηση πως ο βιολογικός του κύκλος ολοκληρώνεται. Αυτό, όμως, το επιτυγχάνει μέσα από έναν ήρωα που δεν φαίνεται να διαλογίζεται πάνω στον επικείμενο θάνατό του, έστω και αν αυτό κάνει στην πραγματικότητα.
Ένας εβδομηντάχρονος ομοεθνής του συγγραφέα καθηγητής φιλοσοφίας, από δεκαετίας χήρος, αναπολεί τα περασμένα μέσα από τη ζωή της λατρεμένης γυναίκας του, αλλά και των γονιών του, ακόμη και των παππουδογιαγιάδων του.
Στο πρώτο μέρος, ίσως το πιο συναρπαστικό του όλου έργου (που είναι γραμμένο με εξαιρετική απλότητα και μηδενική επιτήδευση), με οδηγό τα κείμενα που άφησε η διακριτική, αλλά με έντονο χαρακτήρα και χαρισματική γυναίκα του Άννα Μπλουμ ξετυλίγεται το κουβάρι της σχέσης τους, η κοινή ζωή τους αλλά και η προηγουμένη ζωή της. Ενώ στο φόντο, «en filigrane» όπως λένε οι Γάλλοι -άλλωστε ο ήρωας είναι γαλλοτραφής με διατριβή πάνω στο φιλοσοφικό έργο του Μορίς Μερλοποντί- περνάει η αμερικανική ιστορία των νεανικών χρόνων του ζεύγους. Κορυφαία, δε, στιγμή είναι η καταγραφή -δεν πρόκειται καν για περιγραφή- του νεανικού έρωτα της μετέπειτα κυρίας Μπλουμ-Μπλάουμγκαρντερ με έναν νεαρό, έναν συμμαθητή της στο σχολείο, που ετοιμαζόταν να πάει στον πόλεμο του Βιετνάμ και σκοτώθηκε εξαιτίας αυτού του πολέμου, αλλά όχι κατά τις συγκρούσεις ή επί του πεδίου των μαχών.
Στη συνέχεια, αφού περιγράφεται με συγκινητικό αλλά καθόλου μελό τρόπο η ζωή των γονιών του ήρωα (ενώ η περιγραφή τελειώνει με έναν έμμεσο υπαινιγμό -όπου ο κάθε αναγνώστης επιτρέπεται να διαβάσει ό,τι θέλει- πως η μητέρα του θα μπορούσε ίσως προς το τέλος της ζωής της να έχει αναπτύξει μια λεσβιακή σχέση), φτάνουμε στην κορύφωση ίσως του έργου: τη ματιά του ετοιμοθάνατου συγγραφέα (εδώ αναφέρομαι στον Όστερ και όχι τον Μπλαούμγκαρντερ) στο μέλλον.
Μια νεαρή ερευνήτρια, με αρκετά κοινά χαρακτηρολογικά στοιχεία με τη γυναίκα του καθηγητή, του ανακοινώνει την πρόθεσή της να εκπονήσει διδακτορική διατριβή πάνω στην ποίηση της Άννας Μπλουμ. Και του ζητάει την άδεια να έρθει σπίτι του να μελετήσει τα αδημοσίευτα χειρόγραφά της. Αυτός της υπόσχεται φιλοξενία και απογειώνεται στην προοπτική να συνυπάρξει μαζί της, βλέποντας στο πρόσωπό της να ανασταίνεται η πολυαγαπημένη του. Αλλά επίσης βλέποντας στη νεαρή κοπέλα και την κόρη, το παιδί, που δεν κατάφεραν να αποκτήσουν.
Με επιτρεπτό στο υποψιασμένο -ή «διεστραμμένο»- αναγνώστη τον προβληματισμό μήπως πίσω από αυτόν τον «πατρικό ενθουσιασμό» της αναμονής κρύβεται ένας ανομολόγητος και στον ίδιο τον ήρωα έρωτας, από αυτούς που εύκολα προσφέρουν οι νέες κοπέλες στους ηλικιωμένους άνδρες, ιδιαίτερα εάν συμβεί να πρόκειται για δυο πνευματικούς ανθρώπους, οπότε στον ρόλο του μέντορα συχνά υποκρύπτεται ερωτισμός.
Ένα πολύ δυνατό μυθιστόρημα με ιστορικές αναφορές και πρόσκληση στον αναγνώστη να μετάσχει στη διάπλαση του μύθου (ή κάποιων εκ των εκδοχών που αυτός μπορεί σε πολλά σημεία να λάβει…) Αντίο Πολ Όστερ.