Τον Οκτώβριο οκτώ πολιτιστικά ιδρύματα στο Στρασβούργο, ανάμεσά τους το Μουσείο Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης, το Μουσείο Διακοσμητικών Τεχνών και το Μουσείο Tomi Ungerer, θα παραμένουν κλειστά, όχι μία, αλλά δύο ημέρες την εβδομάδα. Επιπλέον, προγραμματίζεται ωριαία διακοπή στο ωράριο λειτουργίας τους από τις 13:00 μ.μ. έως τις 14:00 μ.μ. τις ημέρες που θα είναι ανοιχτά στο κοινό. Την απόφαση έβγαλε το δημοτικό συμβούλιο την περασμένη εβδομάδα, κατόπιν εισήγησης της δημάρχου Jeanne Barseghian, που επέλεξε το προσωρινό κλείσιμο των μουσείων αντί να αυξήσει το τέλος εισόδου.
Τα μουσεία στο Στρασβούργο αναγκάζονται να μειώσουν δραστικά τις ώρες λειτουργίας σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσουν το αυξημένο κόστος ενέργειας που κλονίζει την Ευρώπη. «Θέλω τα μουσεία μας να παραμείνουν προσβάσιμα στο κοινό» απολογήθηκε η δήμαρχος που παραχώρησε συνέντευξη Τύπου για το ζήτημα, δικαιολογώντας τις λειτουργικές περικοπές ως «απαραίτητη διαχείριση των δημόσιων πόρων, στο πλαίσιο μιας εθνικής όσο και διεθνούς κρίσης, που δεν αφήνει ανεπηρέαστο τον προϋπολογισμό κανενός».
Η στάση της δημάρχου είναι εξηγήσιμη, αλλά τα αποτελέσματα της απόφασης αμφισβητούνται. Πολλοί είναι αυτοί που αποδοκίμασαν το κλείσιμο των μουσείων, καθώς αυτό σημαίνει «ψαλίδι» στα έσοδα των οργανισμών - και της πόλης. Το Στρασβούργο υποδέχεται κάθε χρόνο τέσσερα εκατομμύρια επισκέπτες και το πολιτιστικό προϊόν της πόλης βρίσκεται ψηλά.
«Ο πολιτισμός είναι η κοινή μας γλώσσα, αντανακλά τις κοινές μας αξίες στην Ευρώπη» αντιτείνουν Γάλλοι πολιτικοί και επιφανείς προσωπικότητες με ανοιχτή επιστολή στην οποία ζητούν ανάκληση της απόφασης. «Το Στρασβούργο είναι ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και έδρα πολλών ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων - μπορεί να γυρίσει την πλάτη σε αυτό που συνθέτει το DNA της; Μια τέτοια απόφαση είναι αδιανόητη!» επισημαίνουν οι πολέμιοι του κλεισίματος και μιλούν για «πράξη αυτοχειρίας» του ευρωπαϊκού κόσμου.
Οι ανησυχίες είναι ορθές και, σίγουρα, δεν προέρχονται από ιδεολογική τύφλωση ή στείρα αντιπολιτευτική λογική (όπως συνηθίζεται στον τόπο μας). Δεν είμαστε, όμως, καθόλου βέβαιοι ότι η δήμαρχος ακολουθεί μια πολιτική αλόγιστη για τα μουσεία και την εύρυθμη λειτουργία τους. Το ψαλίδισμα ωρών μπορεί να αποδειχθεί σωτήριο μέτρο, που σημαίνει να κρατηθούν τα μουσεία και ο κόσμος τους. Το ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι τούτο: Αν το Στρασβούργο - θυμίζουμε στην καρδιά της Ευρώπης - υποχρεώνεται σε τέτοια μέτρα, πού θα οδηγήσει το ενεργειακό κόστος τα μικρά μουσεία στις πόλεις, καθώς και τα πολιτιστικά ιδρύματα στις επαρχίες;
Το ερώτημα δεν έρχεται από το μακρινό μέλλον. Στη Βρετανία, όπου οι λογαριασμοί στο ρεύμα των νοικοκυριών αναμένεται να αυξηθούν κατά 80% τον Οκτώβριο, οι λογαριασμοί στα μουσεία πρόκειται να αυξηθούν έως και 500%. «Δεχόμαστε ανησυχητικές κλήσεις σχεδόν καθημερινά από ιδρύματα που ειδοποιούν ότι οι λογαριασμοί ενέργειας είναι πέντε φορές μεγαλύτεροι από πέρυσι. Αυτό είναι χειρότερο από τον Covid! Και πρόκειται για μεγάλα, σημαντικά ιδρύματα σε όλο το Λονδίνο» περιγράφει στον Guardian η Sharon Heal, διευθύντρια της Ένωσης Μουσείων στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο οργανισμός εκπροσωπεί περισσότερα από 1.800 πολιτιστικά ιδρύματα σε όλη τη Βρετανία. Στο άρθρο - παρέμβαση δεν περιγράφει, αλλά καλεί την κυβέρνηση σε άμεση βοήθεια. «Δεν έχω δει ποτέ κάτι παρόμοιο μέχρι σήμερα. Διευθυντές μουσείων και υπεύθυνοι βγάζουν την ίδια κραυγή αγωνίας: δεν ξέρουμε πώς θα πληρώσουμε τους λογαριασμούς τον χειμώνα».
Ασφαλώς το ίδιο ερώτημα πρόκειται να απασχολήσει τους Έλληνες διευθυντές. Δύσκολη η εξίσωση για το υπουργείο Πολιτισμού, καθώς τα μουσεία μας παραμένουν ψηλά στην προτίμηση των τουριστών σε μία σεζόν που, εκτός απροόπτου, θα τραβήξει σε διάρκεια. Πέρα όμως από το ωράριο λειτουργίας, τίθενται ζητήματα ειδικών κλιματικών συνθηκών στη φύλαξη των έργων. Τα μουσεία δεν είναι εύκολο να υπαχθούν στους ίδιους περιορισμούς με τους υπόλοιπους δημόσιους οργανισμούς. Διατηρούν αποθήκες με συγκεκριμένες προδιαγραφές και οι αίθουσες πρέπει να πληρούν συνθήκες ιδανικής θερμοκρασίας.
Και δεν είναι μόνο τα δημόσια μουσεία μας. Τα κορυφαία ιδρύματα της χώρας διαθέτουν μοναδικές συλλογές και φιλοξενούν εκθέσεις πολυδάπανες με έργα - δάνεια που, εκτός από υψηλό ασφάλιστρο, αξιώνουν ειδικά κριτήρια φύλαξης. «Ήδη, πληρώνουμε μηνιαίως λογαριασμό που πλησιάζει τις 30.000 ευρώ για ένα κτίριο 7.500 τ.μ.» μας λέει ο Διευθυντής του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, Κυριάκος Κουτσομάλλης.
Το μουσείο στο Παγκράτι που έβαλε την Ελλάδα στον χάρτη της μεγάλης τέχνης του 20ου αιώνα, προετοιμάζεται για τα χειρότερα, λαμβάνοντας μέτρα για την εξοικονόμηση ενέργειας, χωρίς εκπτώσεις στο εκθεσιακό του πρόγραμμα. Παρόμοια, κάνει και το ίδρυμα-κόσμημα του Βασίλη και της Μαρίνας Θεοχαράκη στο αθηναϊκό κέντρο. Το χαιρόμαστε ακόμη και κλειστό, όπως φωτίζεται το βράδυ απέναντι από το Σύνταγμα. «Αντικαταστήσαμε εγκαίρως τις λάμπες με led οικονομίας» μας είπε ο Τάκης Μαυρωτάς που επιμελείται το πλούσιο εικαστικό πρόγραμμα. Όλα αυτά οπλίζουν τα μουσεία μας για τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται. Ερώτημα όμως παραμένει αν είναι αρκετά, χωρίς την κρατική μέριμνα.
Θυμάμαι τον αείμνηστο Δημήτριο Κωνστάντιο στο Βυζαντινό, που έλεγε πως «το μουσείο είναι σαν το ποδήλατο». Για να έχει ζωή, πρέπει να δουλέψει. Το καύσιμο υλικό του είναι ο κόσμος του, θα συμπλήρωνα. Όλοι εμείς, το φιλότεχνο κοινό, πρέπει στο τελείωμα της πανδημίας, να ξαναγνωριστούμε με τα μουσεία μας. Δεν είναι μόνο το εισιτήριο, αλλά και η αγορά από το πωλητήριο, ο καφές, όλα αυτά δίνουν «ρεύμα» σε ένα μουσείο και το βοηθούν να περπατήσει. Το κλίμα στο Στρασβούργο διαφέρει, ευτυχώς, αισθητά από το δικό μας, αλλά αν δεν αναζητηθούν λύσεις, ίσως χρειαστεί να το ακολουθήσουμε.