Λαοφιλής στη γενέτειρα Γαλλία, γνωστός σε όλο τον κόσμο και ένας από τους πιο αγαπημένους σκιτσογράφους της Αμερικής, ο Jean-Jacques Sempé έφυγε από τη ζωή λίγο πριν τα γενέθλιά του, σε ηλικία 89 χρόνων. Περιτριγυρισμένος από τη σύζυγο αλλά και στενούς φίλους, όπως μαρτυρεί ο βιογράφος του Μαρκ Λεκαρπεντιέ, είχε αυτό που λέμε ιδανικό τέλος.
Ο Lecarpentier τον περιγράφει ως έναν «διασκεδαστικό και απογοητευμένο παρατηρητή του κόσμου» που εξέταζε τον ανθρώπινο ψυχισμό, αλλάζοντας ρόλους στους χαρακτήρες και φέρνοντάς τους σε πρωτόγνωρη κατάσταση. Κοκκινοπρόσωπος και ασπρομάλλης, έζησε στο Saint-Germain-des-Prés στο Παρίσι, αλλά συχνά ταξίδευε στη Νέα Υόρκη (σχεδίασε από το 1978 ως τις μέρες μας περισσότερα από 100 εξώφυλλα στο περιοδικό The New Yorker, πιο πολλά από κάθε άλλο δημιουργό). Τα σκίτσα του εμφανίστηκαν επίσης σε άλλα περιοδικά και εφημερίδες και συγκεντρώθηκαν σε δεκάδες ανθολογίες.
«Ο Ζαν Ζακ Σεμπέ είχε την κομψότητα να παραμένει πάντα διακριτικός, ενώ παρακολουθούσε τα πάντα με μοναδική ευαισθησία», ανέφερε σε tweet ο πρόεδρος Μακρόν. Θα συμπληρώναμε ότι καθιερώθηκε ως ένας «εθνικός θεσμός», καθώς είχε αποκτήσει καθολική απήχηση παραμένοντας ουσιαστικά Γάλλος. Τα λεπταίσθητα σχέδιά του τοποθετούνται συχνά στο Παρίσι που ακόμη και οι Παριζιάνοι ονειρεύονται: μια πόλη με ονειρεμένες στέγες, ψηλά παράθυρα και μπαλκόνια από σφυρήλατο σίδερο, όπου όλα τα αυτοκίνητα μοιάζουν ακόμα με Deux Chevaux ή Citroën της δεκαετίας του 1950.
Κοσμαγάπητος έγινε από τη συνεργασία του με τον θρυλικό δημιουργό του Αστερίξ, René Goscinny, όταν εικονογράφησε το 1959 μια σειρά παιδικών βιβλίων βασισμένα στις αποδράσεις του Le Petit Nicolas (Μικρός Νικόλας). Πρόκειται για μια νοσταλγική εκδοχή της μεταπολεμικής γαλλικής παιδικής ηλικίας που παραμένει αγέραστη (καθόλου τυχαία η κινηματογραφική μεταφορά που προβάλλεται αυτές τις μέρες).
Ο πρώτος τόμος σημείωσε ακαριαία επιτυχία, κατόπιν ήρθαν τέσσερις συνέχειες και με τον καιρό, η σειρά έγινε κλασική διεθνώς, ανατυπώθηκε δεκάδες φορές στη Γαλλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές άλλες χώρες. Περισσότερα από 15 εκατομμύρια αντίτυπα του βιβλίου έχουν πουληθεί σε 45 χώρες και έχουν προσαρμοστεί σε μια δημοφιλή σειρά ταινιών και κινουμένων σχεδίων.
Πρόσφατα ο Σεμπέ είχε μίλησε στον New Yorker για την παιδική ηλικία, ένα από τα πιο συχνά θέματα στη δουλειά του: «Βρίσκω τη νεολαία ελκυστική για την αθωότητα και την αφέλειά της. Όχι τα νιάτα μου - έχω μόνο φρικτές αναμνήσεις από όταν ήμουν νέος - αλλά την ελπίδα που έρχεται όταν είσαι παιδί. Μου λείπει η λαχτάρα για ανακάλυψη, η πεποίθηση ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα. Οι ιστορίες του Νικόλα ήταν ένας τρόπος να επανεξετάσω τη δυστυχία που υπέμενα μεγαλώνοντας, φροντίζοντας να βγουν όλα μια χαρά. Τα παιδιά πάντα τσακώνονται, αλλά κανείς δεν πληγώνεται μετά».
Ο Jean-Jacques Sempé γεννήθηκε στο Pessac, ένα προάστιο του Bordeaux, στις 17 Αυγούστου 1932. Ως αγόρι του άρεσε μονίμως να σκαρώνει σχέδια, αλλά ήταν αδιάφορος μαθητής και τον έδιωξαν από το σχολείο, καθώς ήταν απείθαρχος. Έδωσε εξετάσεις για να γίνει ταχυδρόμος, τραπεζικός υπάλληλος, να εργαστεί στους γαλλικούς σιδηρόδρομους, παντού είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Πουθενά δεν κατάφερε να ριζώσει. Για ένα διάστημα, εργάστηκε ως πωλητής από πόρτα σε πόρτα ή παρέδιδε κρασί της περιοχής.
Στα 17 του, σε απόγνωση, είπε ψέματα για την ηλικία του και εντάχθηκε στον Γαλλικό Στρατό. «Ήταν το μόνο μέρος που θα μου εξασφάλιζε δουλειά και κρεβάτι», δήλωσε στους Times. Κι εκεί, όμως, πιάστηκε να κάνει σχέδια μέσα στη σκοπιά, τον έστειλαν στο στρατοδικείο οπότε ανακαλύφθηκε η ηλικία του.
Χωρίς καμία προοπτική έφυγε για το Παρίσι, όπου κέρδισε ένα βραβείο για νέους καλλιτέχνες το 1952. Άρχισε έτσι να πουλάει σχέδια στα περιοδικά Paris Match, L'Express και στο κόμικ Le Moustique, στο οποίο ζωγράφιζε έναν μαθητή που λεγόταν Nicolas. «Ο Goscinny πρότεινε να συνεργαστούμε σε ένα βιβλίο και το αποτέλεσμα ήταν το "Le Petit Nicolas", όπου η ιστορία λέγεται από τη σκοπιά του αγοριού». Αυτό ήταν το διαβατήριο για την επιτυχία που ακολούθησε. Η αμερικανική έκδοση βγήκε το 1962 και αναρίθμητοι τόμοι εκδόθηκαν τις επόμενες δεκαετίες.
Ο Σεμπέ βρήκε το ιδανικό του στο παρελθόν και μαζί του, μπορέσαμε να το ονειρευτούμε. «Μου αρέσει να ζωγραφίζω σκηνές στους δρόμους και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ζωγραφίζω αυτοκίνητα. Όμως, μισώ να σχεδιάζω σύγχρονα αυτοκίνητα», είπε στον Independent το 2006. «Είναι πολύ γρήγορα και πολύ αποτελεσματικά, αλλά δεν έχουν… γοητεία. Για μένα, ο σύγχρονος κόσμος στερείται γοητείας. Δεν λέω ότι τα πράγματα ήταν πάντα καλύτερα στο παρελθόν. Δεν ήταν. Αλλά τα πράγματα μου φάνηκαν καλύτερα ή τουλάχιστον πιο ενδιαφέροντα».