Περνάνε οι δεκαετίες, ο κόσμος αλλάζει με ταχύτητα, όμως ο συνδικαλισμός ξέρει μόνο από τραχύτητα. Τα ίδια και τα ίδια μηχανεύονται τα καλά στελέχη του, ώστε να κυκλοφορεί το όνομά τους στις εργασιακές πιάτσες και να φαίνονται και αυτοί πως κάτι κάνουν. Σπάνια, κάνουν όντως. Συχνά προξενούν τον γέλωτα ή και την αγανάκτηση. Όπως τώρα: τα σωματεία των δύο κρατικών μας θεάτρων αποφάσισαν στάση εργασίας την προηγουμένη των παραστάσεων Εθνικού και ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο. Δηλαδή, στη γενική δοκιμή.
Το αίτημα είναι να αυξηθούν οι εκτός έδρας αποζημιώσεις, καθώς έχουν ακριβύνει τα πάντα, από τα δωμάτια έως τους καφέδες και το φαγητό. Προφανώς, δεν έχουν άδικο. Αν δεν γνωρίζει κανείς πόσα χρήματα χρειάζεται ένας εργαζόμενος για διαμονή και φαγητό, δεν μπορεί να μιλήσει αρνητικά. Προφανώς λοιπόν, έχουν δίκιο. Αλλά γιατί το διεκδικούν έτσι;
Το πρώτο πράγμα που σκέπτεται κανείς είναι πως δεν έχουν άλλο μέσον από το να κάνουν ντόρο, ώστε το πρόβλημα να επιλυθεί προκειμένου να κινδυνέψουν οι παραστάσεις. Πεπατημένη δηλαδή. Που πάντως θα έχει θύματα, αν δεν λυθεί. Το ίδιο το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, ο λόγος δηλαδή ύπαρξης των (κρατικών) θεάτρων κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα και οι παραστάσεις μπορεί ακόμα και να ματαιωθούν.
Η γενική δοκιμή δεν είναι μια ακόμα πρόβα. Είναι η απαραίτητη πρόβα κατά την οποία μετατρέπεται το κείμενο που κάποιοι παρουσιάζουν/ ερμηνεύουν σε παράσταση. Στη γενική δοκιμή θα «παιχτούν» όλα: Ο ρυθμός, η κίνηση, οι φωτισμοί, ακόμα και η υποκριτική δεινότητα του καθενός. Εκεί θα μετρήσει καθένας τις δυνάμεις του και ο «στρατηγός», ο σκηνοθέτης δηλαδή, τη δυναμική της παράστασής του. Θα δει αν κάτι κάνει κοιλιά, θα διορθώσει μικρά και μεγάλα «σφάλματα».
Τι σημαίνει παράσταση χωρίς γενική δοκιμή; Δεν σημαίνει απλώς ρίσκο. Αν ήταν αυτό μονάχα, θα γίνονταν προσπάθειες καλύτερου συντονισμού. Οι θίασοι που κατεβαίνουν στην Επίδαυρο έχουν συγκεκριμένες νύχτες για πρόβες, αφού το θέατρο χρησιμοποιείται κάποιες άλλες. Άρα, και η λύση να γίνει η γενική δοκιμή μια μέρα πριν, είναι αδόκιμη.
Ακόμα πιο αδόκιμο είναι να ματαιωθεί μια παράσταση για την οποία ξοδεύτηκαν μεγάλα χρηματικά και καλλιτεχνικά κεφάλαια. Οι εργαζόμενοι στις κρατικές σκηνές, αν δεν κάνουμε λάθος, αποζημιώθηκαν κανονικά, σαν να δούλευαν, στην πανδημία. Και πολύ σωστά. Τώρα, πάνε να θέσουν σε κίνδυνο την καλλιτεχνική δημιουργία τόσων;
Και πώς αλλιώς να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους; Υπεύθυνο, πρώτα απ’ όλα, είναι το Διοικητικό Συμβούλιο και ο διευθυντής του κάθε θεάτρου. Δεν υπάρχουν μόνο για να οργανώνουν παραστάσεις, υπάρχουν και για να χειρίζονται τέτοια ζητήματα. Καταφανώς, δεν είναι σε θέση να δώσουν στους εργαζόμενους όσα ζητούν, χωρίς αποφάσεις από το υπουργείο Οικονομικών. Σαφώς. Αλλά, όταν φτάνει το ζήτημα σε κινητοποιήσεις και εκείνοι, και οι πολιτικοί αρμόδιοι για τον σύγχρονο πολιτισμό, είναι υπεύθυνοι να λύσουν τον γόρδιο δεσμό. Αν δεν θέλουμε να κάνει ο συνδικαλισμός ό,τι προκρίνει, με ολέθρια αποτελέσματα. Ξεκινάνε από μια παράσταση και φτάνουμε κανείς δεν ξέρει πού.
Η Επίδαυρος, λοιπόν, η μαγική Επίδαυρος που συγκεντρώνει επάνω της όλα τα φώτα της δημοσιότητας, δεν θα έπρεπε από καμία πλευρά να αφεθεί σε συνδικαλιστική χρήση. Τώρα φτάσαμε ως εκεί. Όπως γίνεται κάθε φορά. Πότε για το ένα αίτημα και πότε για το άλλο. Και, ως δια μαγείας, τα αιτήματα ικανοποιούνται και όλα σταματούν ένα βήμα πριν από τη ρήξη- συνήθως…
Αν αυτό αρέσει στους συνδικαλιστές και στα κόμματά τους, δεν θα έπρεπε να αρέσει στους ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού. Δεν μάθαμε ότι κάποιος εξέφρασε την αντίθεσή του με τη στάση εργασίας, όπως θα έπρεπε να το κάνουν πολλοί. Σε αυτούς τους καιρούς, ο πολιτισμός αφήνεται ανυπεράσπιστος από τις ορέξεις των συνδικαλιστών. Εκφράζουν ολόκληρους κλάδους; Αν ναι, κρίμα. Αν όχι, κρίμα επίσης που ουδείς βγαίνει δημόσια να πει το μεγάλο «ΟΧΙ». Όπως ξέρουμε όλοι, από αυτό καθοριζόμαστε.