Πολλαπλασιάζονται τα θύματα της κρίσης του real estate
Shutterstock
Shutterstock

Πολλαπλασιάζονται τα θύματα της κρίσης του real estate

O όρος «Unicorn Startup» εφευρεύθηκε για πρώτη φορά το 2013 από την Aileen Lee, η οποία επέλεξε το μυθικό πλάσμα του μονόκερου για να περιγράψει τις στατιστικά ελάχιστες Startups που καταφέρνουν να σπάσουν από νωρίς το φράγμα του 1 δισ.

Ένας από τους γνωστούς μονόκερους της χρυσής περιόδου των μηδενικών επιτοκίων που άγγιξε όχι απλά την αποτίμηση του ενός δις αλλά  των 47 δις δολαρίων ήταν ο πάροχος coworking space, WeWork.

Σήμερα το πάλαι ποτέ χρυσό παιδί της SiliconValley, με τη Softbank να αποτελεί έναν εκ των βασικών μετόχων -τωρινό ποσοστό 68%-  είναι για άλλη μια φορά στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και η τιμή της στο χρηματιστηριακό ταμπλό καταγράφει απώλειες της τάξης του 99,7%.

Αν και η ιστορία της εταιρείας είναι ένα ενδιαφέρον case study καταστροφής, εντούτοις δεν αποτελεί το επίκεντρο του σημερινού μας άρθρου, αλλά την αφορμή. 

(σ.σ: Όσοι έχουν την περιέργεια όμως μπορούν να ανατρέξουν στη σειρά WeCrashed, του Apple TV+ , η οποία βασίστηκε στην αληθινή ιστορία της εταιρείας).

Με δύο λόγια πάντως και προκειμένου να δώσουμε το στίγμα της «τρελής» εποχής της ευφορίας των μηδενικών επιτοκίων, θα αναφέρουμε τα εξής:

H εταιρεία ιδρύθηκε το 2008 και σε μικρό σχετικά διάστημα και συγκέντρωσε κεφάλαια με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Ο Ισραηλινός Adam Neumann και η σύζυγος του Rebecca, είχαν την ιδέα μετά το οικονομικό κραχ του 2008 να δημιουργήσουν ένα μέρος όπου πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες που έχασαν τη δουλειά τους θα μπορούσαν να  συζητήσουν με άλλους ελεύθερους επαγγελματίες.

Οι επιχειρηματίες και οι μικρές επιχειρήσεις επίσης θα νοίκιαζαν έναν χώρο  όπου θα ήταν τα γραφεία τους για όσο διάστημα το χρειάζονταν, χωρίς το βάρος μιας μακροχρόνιας μίσθωσης, κάτι όχι απλά  βολικό, αλλά και με την πολύτιμη αίσθηση ότι είσαι μέρος μιας κοινότητας νεοφυών επιχειρήσεων.

Κάπως έτσι άνοιξε ο πρώτος χώρος της WeWork στη Νέα Υόρκη το 2010. Το επιχειρηματικό σχέδιο ήταν απλό και περιλάμβανε τη μίσθωση γραφείων σε τιμές «χονδρικής»,  την ανακαίνιση και τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων εργασίας για επιχειρήσεις και ιδιώτες χωρίς οι τελευταίοι να έχουν τη δέσμευση μίας κλασικής εμπορικής μίσθωσης.

Ως ένας εκ των πιο λαμπερών εκπροσώπων του  σύγχρονου real estate, με πολλά παρακλάδια όπως η WeLive -επιπλωμένα διαμερίσματα- η WeWork Wellness -χώροι γυμναστικής- και η WeGrow -ιδωτικού τύπου σχολείο- η εταιρεία από το μηδέν πέτυχε τη συγκέντρωση δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε τέσσερα χρόνια,  «καίγοντας» ολοένα και περισσότερα «καύσιμα» από τον ιαπωνικό γίγαντα Softbank που θέλησε να δημιουργήσει ένα ισχυρό μονοπώλιο μέσω αυτής. 

Μέχρι το 2019, ένας ιδιωτικός κύκλος άντλησης κεφαλαίων έφτασε να την αποτιμήσει στα 47 δις δολάρια!

Στις 14 Αυγούστου 2019, η WeWork κατέθεσε έγγραφα για ένα από τα πιο ηχηρά IPO της εποχής, ποντάροντας στην  περαιτέρω ισχυροποίησή της μέσω της εισόδου της στη Wall Street.

Καταθέτοντας τα έγγραφα της IPO όμως  στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς,  η WeWork βρέθηκε αρκετά εκτεθειμένη δεδομένου ότι αποκαλύφθηκαν  ζημιές δισεκατομμυρίων δολαρίων, μια υπέρογκη συλλογή μισθώσεων και ένα επιθετικό πλάνο δαπανών. Το αποτέλεσμα ήταν έξι εβδομάδες αργότερα, ο Neumann  να απομακρυνθεί από την ηγεσία της εταιρείας.

Για να μην τα πολυλογούμε, η IPO ανεβλήθη, το bailout ύψους 10 δισ. δολαρίων εξασφάλισε τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του ομίλου με την Softbank να βάζει «πλάτη», ενώ τελικά -για να μην πούμε δυστυχώς- βρήκε τον δρόμο για το χρηματιστηριακό ταμπλό μέσω ενός  SPAC το 2020. (σ.σ: Η άλλη «μόδα» της εποχής χάρη στην οποία εταιρείες  εισάγονται στο χρηματιστήριο χωρίς καμία εμπορική δραστηριότητα, με μόνο στόχο να εξαγοράσουν μια ιδιωτική επιχείρηση και να την μετατρέψουν αυτόματα σε εισηγμένη, χωρίς την παραδοσιακή διαδικασία την οποία ακολουθεί μια τυπική είσοδος μέσω IPO).

Πού αποτιμάται σήμερα η WeWork; Πέριξ των 50-62 εκατομυρίων δολαρίων! 

Βλέπετε, κάτω από τη χρυσόσκονη  του moto της εταιρείας για μια «νέα εταιρική Αμερική» που θα βασίζεται στο «εμείς» και σε νέους υβριδικούς χώρους εργασίας, η WeWork παραμένει μια εταιρεία Real Estate με πολλές ατασθαλίες στον υπερχρεωμένο ισολογισμό της. 

Η άμπωτη που προκάλεσε λοιπόν η άνοδος των επιτοκίων  σε συνδυασμό με την  κρίση στην αγορά των επαγγελματικών χώρων, αποκάλυψε τη γύμνια της. (σ.σ Η άποψη της στήλης για την εταιρεία παρατίθεται στο τέλος*).

Το ερώτημα βέβαια των πολλών εκατομμυρίων είναι πόσοι ακόμα «γυμνοί» βασιλιάδες θα αποκαλυφθούν στον κλάδο των επαγγελματικών ακινήτων; Βλέπετε ο κλάδος διανύει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους, τόσο εξαιτίας των νέων συνηθειών που γέννησε η πανδημία, όσο και εξαιτίας της κάθετης ανόδου των επιτοκίων.

Η πανδημία άλλαξε τους κανόνες

Η πανδημία είχε βαθύ αντίκτυπο στην αγορά επενδύσεων γραφείου, καθώς η τηλεργασία έχει υιοθετηθεί πλέον από πολλές εταιρείες και οι καταναλωτές συνήθισαν να ψωνίζουν μέσω του διαδικτύου. 

Το αποτέλεσμα είναι πολλές μεγαλουπόλεις όπως το Λονδίνο, το Λος Αντζελες και η Νέα Υόρκη να είναι γεμάτες με κτίρια που οι επιχειρήσεις δεν θέλουν ή δεν χρειάζονται πλέον.

Σύμφωνα με τον MSCI U.S Quarterly Property Index, το δεύτερο τρίμηνο του 2023, το «γραφείο» ήταν για όγδοη συνεχόμενη φορά το τμήμα με τη χειρότερη απόδοση.

Την ίδια στιγμή το ποσοστό κενών θέσεων γραφείου αυξήθηκε σε νέο υψηλό, στο 16,2%, ενώ ο παγκόσμιος όγκος συναλλαγών για γραφεία μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.

Όλα αυτά μεταφράζονται ως εξής: Οι αξίες των ουρανοξυστών στο κέντρο πόλεων και μεγάλων εμπορικών κέντρων ενδέχεται να χρειαστούν πολύ περισσότερο χρόνο για να ανακάμψουν. Κι αν δεν βρεθούν ενοικιαστές, οι ιδιοκτήτες αλλά και οι δανειστές κινδυνεύουν να έρθουν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.

Σύμφωνα με σχετικά πρόσφατη μελέτη της McKinsey σε μια προσπάθεια της να υπολογίσει  τις ζημιές που αντιμετωπίζουν οι ιδιοκτήτες τέτοιων ακινήτων εν μέσω των τάσεων που διαμορφώνονται στην εργασία στον μεταπανδημικό κόσμο, η τηλεργασία μειώνει την αξία των κτιρίων γραφείων στις μεγάλες πόλεις κατά 800 δισ. δολάρια

Η κατάσταση είναι λίγο καλύτερη για τα γραφεία λιγότερων τετραγωνικών, καθώς όλο και περισσότερες επιχειρήσεις νοικιάζουν μικρότερα γραφεία μόλις λήξει το μισθωτήριό τους, για να μειώσουν το κόστος. Κάποιοι μάλιστα ενοικιαστές επιλέγουν να μην περιμένουν καν την λήξη του συμβολαίου τους, αλλά πληρώνουν προκειμένου  να απαλλαγούν από τις συμφωνίες που έχουν κάνει για την ενοικίαση μεγάλων χώρων. 

Οι κατασκευαστές αυτή τη στιγμή καλούνται να προσαρμοστούν στη μείωση της ζήτησης για γραφεία και εμπορικούς χώρους μέσω της δημιουργίας υβριδικών κτιρίων, οι υποδομές των οποίων μπορούν εύκολα να τροποποιηθούν, ώστε να είναι σε θέση να μπορούν να προσαρμοστούν εύκολα στις ανάγκες του εκάστοτε ενοικιαστή.

Η τάση αυτή δεν εμφανίζεται μόνο στις ΗΠΑ αλλά  και  στις 20 μεγαλύτερες μητροπολιτικές αγορές γραφείων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ευρώπης, όπου το ποσοστό των συναλλαγών για εργασιακούς χώρους μικρότερους των 10.000 τετραγωνικών ποδιών αυξήθηκε από 43% το 2019 σε 56% το 2023.

Η χαριστική βολή των επιτοκίων

Το εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια για εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα έδωσαν ώθηση σε όλες τις αξίες των περιουσιακών στοιχείων, μεταξύ των οποίων και των εμπορικών ακινήτων. 

Πλέον όμως τα επιτόκια έχουν ανέλθει άνω του 5% κάτι που σημαίνει ότι  οι τιμές πολλών  περιουσιακών στοιχείων αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις.

Η χρηματοδότηση δανείων για εμπορικά ακίνητα έχει γίνει πιο σκληρή όχι μόνο λόγω της αύξησης των επιτοκίων, αλλά  και των πιο συντηρητικών όρων δανεισμού. 

Βέβαια οι διαφορετικές τάσεις στην τιμή των περιουσιακών στοιχείων επιδρούν διαφορετικά στη διαμόρφωση του λόγου δανείου προς αξία, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα αντιμετωπίσουν πίεση εξίσου όλες οι κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και οι αγορές. 

Γνωρίζοντας τα βασικά στοιχεία για τις τιμές της αγοράς και τις τυπικές αναλογίες δανείου προς αξία -δείκτης LTV- μπορεί κανείς να εκτιμήσει αρκετά ικανοποιητικά πού μπορεί να προκύψουν προβλήματα.

Έχοντας το παραπάνω υπόψιν να σημειώσουμε ότι η αξία του προβληματικού χρέους στην αμερικανική αγορά εμπορικών ακινήτων υπολογίζεται ότι ανήλθε στα 80 δις δολάρια στο τρίτο τρίμηνο, ήτοι στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας, αλλά τουλάχιστον εξακολουθεί να είναι σημαντικά χαμηλότερο από τα επίπεδα που είχε φθάσει κατά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008. 

Η αγορά γραφείων εκπροσώπησε το 41% από το συνολικό προβληματικό χρέος των 80 δις δολαρίων.

Σύμφωνα τώρα με στοιχεία της MSCI Real Assets τα υψηλότερα επιτόκια και η εξασθενημένη ζήτηση για χώρους γραφείων έχουν σαφώς επιφέρει καίριο πλήγμα στην αγορά ακινήτων και η  αξία των κτιρίων σε πτώχευση ή σε διαδικασία ρευστοποίησης έχει αυξηθεί κατά 5,6 δισ. δολάρια στο τρίτο τρίμηνο, καθώς ακίνητα αξίας πέριξ των 215 δισ. δολαρίων αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις πληρωμών χρέους. 

Τα κτίρια διαμερισμάτων εκπροσώπησαν περίπου το 1/3 αυτών των ακινήτων, οι τιμές των ακινήτων για επαγγελματική χρήση μειώθηκαν 9% έως το Σεπτέμβριο και  οι συνολικές συναλλαγές περιορίστηκαν κατά 53%.

Ανοίγοντας το πλάνο στο σύνολο του χρέους για τα εμπορικά ακίνητα, αυτό ανέρχεται πέριξ των 6 τρισ. δολαρίων και  οι τράπεζες κατέχουν περίπου το ήμισυ σύμφωνα με τα στοιχεία του φετινού Ιουνίου της Moody’s Investors Service.  

Το σημαντικό όμως είναι ότι το μεγαλύτερο μερίδιο αυτού του χρέους λήγει την περίοδο 2023-2026. 

Όλοι θυμόμαστε τι επικράτησε στην αγορά όταν φέτος κατά το πρώτο εξάμηνο οι  τράπεζες των ΗΠΑ αποκάλυψαν σημαντικές απώλειες από τα ακίνητα. Με την McKinsey να εκτιμά ότι οι απώλειες των 800 δις δολαρίων στην αποτίμηση των κτιρίων γραφείων συνιστούν μία μείωση 26% σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, ενώ ο κίνδυνος διεύρυνσης των ζημιών φτάνει έως και στο 42%, γίνεται κατανοητό ότι τα επόμενα εξάμηνα οι συζητήσεις μεταξύ των τραπεζών και των ιδιοκτητών θα είναι «υψηλού ρίσκου». 

Η βιωσιμότητα εξελίσσεται σε έναν ακόμα πονοκέφαλο

Οι περισσότερες επιχειρήσεις βρίσκονται πλέον υπό πίεση να μειώσουν το αποτύπωμα άνθρακα σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων τους. 

Σε αυτές περιλαμβάνεται και η μίσθωση των κτιρίων. 

Η HSBC για παράδειγμα ήδη μειώνει δραματικά  τον χώρο που νοικιάζει και τερματίζει τις μισθώσεις σε γραφεία που δεν θεωρούνται πλέον «πράσινα». 

Περισσότερα από ένα δισ. τετραγωνικά μέτρα χώρων γραφείων παγκοσμίως θα χρειαστεί να ανακαινιστούν σύντομα, με τα τρέχοντα ποσοστά να τριπλασιάζονται σε τουλάχιστον 3% έως 3,5% των αποθεμάτων ετησίως για να επιτευχθούν οι μηδενικοί στόχοι. 

Η αύξηση των δαπανών για κτίρια με υψηλότερα διαπιστευτήρια είναι στην ουσία μονόδρομος προκειμένου να προστατευτεί η αξία τους στο μέλλον. 

Πολλά ακίνητα ήδη  φαίνονται υπερτιμημένα σε σχέση με τα προηγούμενα «πρότυπα», καθώς με το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο, χωρίς «πράσινη» πιστοποίηση, θα υπάρχει απομείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στα ακίνητα που συμμορφώνονται.

Σε γενικές γραμμές, οι εταιρικές στρατηγικές ESG περιορίζουν τις επενδυτικές επιλογές, με το «πράσινο» κεφάλαιο να επικεντρώνεται στα κτίρια με τα υψηλότερα διαπιστευτήρια. Τα υψηλά διαπιστευτήρια όμως έχουν και υψηλό κόστος.

Πού βρισκόμαστε στην Ευρώπη

Οι αναλυτές της Citi έχουν προειδοποιήσει εδώ και εβδομάδες ότι οι ευρωπαϊκές αξίες των ακινήτων δεν έχουν ακόμη συνυπολογίσει πλήρως την αύξηση των επιτοκίων. Όταν γίνει αυτό, θα μπορούσαν να μειωθούν έως και 40% έως το τέλος του 2024.

Πολλές επιχειρήσεις βλέποντας το νέο περιβάλλον που έχει εδώ και έναν χρόνο διαμορφωθεί, επισπεύδουν τις ενέργεις τους για την αναχρηματοδότηση του χρέους τους. 

Για παράδειγμα στη Φρανκφούρτη, οι Κορεάτες ιδιοκτήτες του 45όροφου πύργου Trianon προσέλαβαν από πολύ νωρίς συμβούλους για να αρχίσουν την αναδιάρθρωση του χρέους ύψους 375 εκατ. ευρώ που είναι εξασφαλισμένο έναντι του κτιρίου.

Η Blackstone, ο μεγαλύτερος επενδυτής εμπορικών ακινήτων στον κόσμο, αθέτησε πριν λίγες εβδομάδες  δάνειο που ήταν εξασφαλισμένο έναντι ενός φινλανδικού χαρτοφυλακίου γραφείων και λιανικής πώλησης, ενώ τα δάνεια έναντι γερμανικών πολυκατοικιών που εξασφαλίζονται από την Brookfield έχουν υποβαθμιστεί από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s ήδη από τον Μάρτιο.

Νομοτελειακά, αν οι αξίες αρχίσουν να υποχωρούν περισσότερο, οι δανειολήπτες θα ωθηθούν πιο κοντά στους όρους που επιβάλλουν οι τράπεζες σχετικά με τον λόγο δανείου προς αξία και την κάλυψη των τόκων. Εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επώδυνες συζητήσεις με τους πιστωτές, ιδίως για εκείνα τα δάνεια που  πλησιάζουν στη λήξη τους και πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν με πολύ πιο ακριβά επιτόκια.

Γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο βλέπουμε ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις να κινούνται «έξυπνα» σπεύδοντας να ρυθμίσουν το χρέος τους  και να το αναχρηματοδοτήσουν πολύ πιο νωρίς από την λήξη του.

Όσες  εταιρείες έχουν μπροστά τους αυτές τις διαδικασίες, πιθανότατα να χρειαστούν μια νέα ένεση ιδίων κεφαλαίων για να μειώσουν τη μόχλευση στις κεφαλαιακές τους δομές.

Σε ένα πιο ακραίο σενάριο, κάποιες από αυτές μπορεί να χρειαστεί να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία για να αποπληρώσουν το χρέος τους.

Η κατάσταση είναι «υψηλού ρίσκου» και για τις τράπεζες. Σύμφωνα με τον Euan Gatfield, αναλυτή του οίκου αξιολόγησης της Fitch, τα εμπορικά ακίνητα συγκαταλέγονται στα πιο αδύναμα από το φάσμα των περιουσιακών στοιχείων στα οποία οι τράπεζες έχουν έκθεση.

Η κύρια ανησυχία είναι ένα κύμα αναγκαστικών πωλήσεων από υπερεκτεθειμένους  στο χρέος ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων, το οποίο θα συμπιέσει περαιτέρω την αξία των περιουσιακών στοιχείων και θα δημιουργήσει ένα καθοδικό σπιράλ.

Ενώ ορισμένοι δανειολήπτες επωφελούνται από τα σταθερά επιτόκια, περίπου το 40% όλων των δανείων CRE- αγορά των εμπορικών ακινήτων -θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί μέχρι το τέλος του 2025  με πολύ υψηλότερα επιτόκια.

Τα υψηλότερα όμως επιτόκια απαιτούν υψηλότερα απαιτούμενα επιτόκια κεφαλαιοποίησης -ο λόγος του καθαρού λειτουργικού εισοδήματος ενός ακινήτου προς την τιμή του-, γεγονός που θα προκαλέσει πτώση των τιμών στα ακίνητα.

Την ίδια στιγμή, η  πιθανότητα  μιας ύφεσης προοιωνίζει αρνητικές συνθήκες για τις τιμές ενοικίασης και την πληρότητα και συνεπώς για το εισόδημα των ιδιοκτητών.

-Η πίστωση είναι πιθανό να περιοριστεί το επόμενο έτος. Οι άνθρωποι που εργάζονται και τις πέντε ημέρες της εβδομάδας στο γραφείο μειώνονται  λόγω του εξ αποστάσεως μοντέλου εργασίας, απειλώντας το υποκείμενο επιχειρηματικό μοντέλο των ιδιοκτητών.

Τα δύσκολα λοιπόν είναι σαφώς μπροστά μας.

H χαοτική κατάσταση της WeWork 

Tον Ιούνιο η εταιρεία είχε μισθώσει 777 τοποθεσίες σε 39 χώρες. Είχε όμως και υποχρεώσεις μίσθωσης περίπου 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η εταιρεία παραμένει σε επικίνδυνη κατάσταση, με μετρητά και ισοδύναμα κάτω από τα  200 εκατ. δολάρια, ενώ η «καύση» μετρητών έφτασε στα 303 εκατ. δολάρια για το δεύτερο τρίμηνο και αν και μειωμένη  από το πρώτο τρίμηνο, ουσιαστικά παραμένει μη βιώσιμη έναντι της ρευστότητας της.

Θα έπρεπε να γίνουν τεράστιες παραχωρήσεις από τους δανειστές και τους ιδιοκτήτες για να αποφευχθεί μια πτώχευση της, παρά το γεγονός ότι το επιχειρηματικό μοντέλο της  WeWork είναι εξαιρετικά επίκαιρο και συνεχίζει να αναπτύσσεται, δεδομένου ότι οι αυξανόμενες κενές θέσεις γραφείων στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε επιχειρηματική ζήτηση για κοινόχρηστους χώρους εργασίας που εξακολουθούν να επιτρέπουν την πραγματοποίηση των πλεονεκτημάτων της προσωπικής εργασίας, μαζί με τα κέρδη κόστους και αποτελεσματικότητας από τη μη σύνδεση με μακροχρόνια μίσθωση. 

Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι έχετε μια εταιρεία και έφθασε η ώρα για ανανέωση της μίσθωσης των γραφείων της. Όμως την ίδια στιγμή αντιμετωπίζετε υψηλότερες πληρωμές τόκων, ευρύτερη πίεση για μείωση του κόστους και μόνο οι μισοί υπάλληλοί σας δουλεύουν στο γραφείο. Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, εταιρείες σαν τη WeWork προσφέρουν μια ευέλικτη υβριδική επιλογή. 

Παρά ταύτα, το περιθώριο της εταιρείας μεταξύ των χώρων γραφείων που μισθώνει και του αντιτίμου που λαμβάνει από τους ενοικιαστές δεν είναι αρκετά ισχυρό για να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης, μάρκετινγκ και διαφήμισης.  

Το δεύτερο τρίμηνο κατέγραψε καθαρή ζημιά 349 εκατ. δολαρίων από 588 εκατ. δολάρια το προηγούμενο έτος, αλλά το επίπεδο παραμένει μη  βιώσιμο.

Την ίδια στιγμή τα σχέδια της WeWork για επαναδιαπραγμάτευση των περισσότερων από τις μισθώσεις της λαμβάνουν χώρα σε μια εποχή που η ζήτηση για χώρους γραφείων είναι ασθενής, καθώς η  πανδημία της Covid-19 οδήγησε σε αύξηση των κενών θέσεων σε εμπορικά ακίνητα,  με πολλούς Αμερικανούς να περνούν ένα μέρος της εβδομάδας δουλεύοντας από το σπίτι.

Η αύξηση των επιτοκίων είναι η δεύτερη πονεμένη ιστορία για την εταιρεία, αλλά ταυτόχρονα και το «τυράκι» καθώς οι πληρωμές τόκων 95 εκατ. δολαρίων ίσως βοηθήσει  στην επαναδιαπραγμάτευση του μακροπρόθεσμου χρέους ύψους 2,91 δισ. δολαρίων καθώς και 14,16 δισ. δολαρίων σε επερχόμενες κεφαλαιακές μισθώσεις.

Υπόψιν ότι η εταιρεία δεν κατέχει το φυσικό  αποτύπωμα της ιδιοκτησίας, επομένως οι δανειστές θα δυσκολευτούν να ανακτήσουν το υπόλοιπο του κεφαλαίου τους. Οι ιδιοκτήτες θα πρέπει επίσης να εκμισθώσουν το κτίριο τους σε μια αγορά γραφείων όπου τα ποσοστά κενών θέσεων συνεχίζουν να αυξάνονται, ενώ θα αντιμετωπίζουν υψηλότερους τόκους για τα δικά τους χρέη.  

Για να δούμε τελικά,  θα ακολουθήσει το άρθρο 11 -αίτηση πτώχευσης- ή τεράστιες παραχωρήσεις από όλες τις πλευρές;

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.