Με την Eurovision ασχοληθήκαμε λόγω των αντισημιτικών εκδηλώσεων του ισλαμιστών του Μάλμε και της απρεπούς συμπεριφοράς της τραγουδίστριας που η Δημόσια Τηλεόραση επέλεξε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα. Την τάξη αποκατέστησε η ψήφος των Ευρωπαίων πολιτών. Όλα τα υπόλοιπα είναι για τα μεσημεριανάδικα κι εμείς πάμε παρακάτω.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική βρέθηκε μπροστά σε τρία θέματα και σε ένα άλλο το οποίο μπορεί να το βρει μπροστά της υπό προϋποθέσεις. Ας αρχίσω από το πιο ανώδυνο θέμα, την ομιλία του Έντι Ράμα στην Αθήνα, σε συμπατριώτες του που εργάζονται στη χώρα μας.
Καλόν είναι να δώσουμε στη συγκεκριμένη επίσκεψη την πραγματική της διάσταση και να την αποδραματοποιήσουμε. Τι έκανε ο Αλβανός πρωθυπουργός; Αυτό που κάνουν τόσοι Έλληνες πολιτικοί που επισκέπτονται τη Βόρεια Ήπειρο και μιλούν στους Βορειοηπειρώτες. Σε τέτοια ζητήματα είναι λογικό να υπάρχει αμοιβαιότητα, διότι διαφορετικά εκτίθεται το κράτος που την αρνείται. Το γεγονός πως οι σχέσεις της πατρίδας μας με την Αλβανία είναι κακές -με αποκλειστική ευθύνη της άλλης πλευράς- αυτό δε σημαίνει πως εμείς δε θα τηρήσουμε τους κανόνες ως μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το δεύτερο θέμα, με ενδεχόμενες σοβαρές εσωτερικές παρενέργειες, αφορά τα όσα είπε η νέα πρόεδρος της αποκαλούμενης «Βόρειας Μακεδονίας» η οποία παραβίασε τη συμφωνία των Πρεσπών, αποκαλώντας την πατρίδα της με το όνομα «Μακεδονία». Τώρα η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται στην άβολη θέση να καλεί τη γειτονική χώρα να εφαρμόσει μια συμφωνία, που η ίδια (η ελληνική κυβέρνηση) τη θεωρεί μια κακή συμφωνία. Έτσι όμως, εκτίθεται πολιτικά στο εσωτερικό μέτωπο σε ένα ακροατήριο -κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα- με το οποίο ούτως ή άλλως έχει προβλήματα επικοινωνίας.
Και τώρα πλέον οι προσπάθειες να υπάρξει μια προσέγγιση με αυτό το ακροατήριο εν όψει των ευρωεκλογών, καθίστανται πολύ πιο δύσκολες. Είναι κανόνας πως όταν μια συμφωνία την απορρίπτει η πλειοψηφία των δύο λαών που αφορά, αυτή η συμφωνία θα έχει πολλά προβλήματα στην εφαρμογή της και αυτό φάνηκε και στη συμφωνία των Πρεσπών. Οι γείτονες μας εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ με τη νέα τους ονομασία και τελικά ίσως η νέα πρόεδρος τους, αναλογιζόμενη τις διεθνείς συνέπειες των λεονταρισμών της, δε θα προχωρήσει σε παρακάτω βήματα.
Το τρίτο και εμφανώς το σοβαρότερο θέμα αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ευτυχώς, είναι σαφές στην πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου και των σχολιαστών στην Ελλάδα πως η βελτίωση αυτών των σχέσεων έχει τα όρια της. Τα προβλήματα που έρχονται από το παρελθόν ουδεμία ελληνική κυβέρνηση δύναται όχι απλώς να τα επιλύσει, αλλά ούτε καν να τα αγγίξει. Από την άλλη μεριά ο Ταγίπ Ερντογάν, απτόητος, συνεχίζει τις προκλήσεις του, θέλοντας να ορίσει αυτός τους όρους της βελτίωσης των διμερών σχέσεων. Και υπάρχουν Έλληνες πολιτικοί και σχολιαστές που ζητούν την πάση θυσία διατήρηση αυτού του καλού κλίματος, χωρίς όμως να μας πουν τι θα θυσιάσουμε εμείς για αυτό το καλό κλίμα. Καλό κλίμα ναι, στο πλαίσιο όμως της αμοιβαιότητας.
Το τέταρτο θέμα η ελληνική εξωτερική πολιτική μπορεί να το βρει μπροστά της, εν ευθέτω χρόνω, και αφορά την αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους. Τότε θα βρεθούμε μετά βεβαιότητος μπροστά σε μια τουρκοπαλαιστινιακή συμφωνία για την ΑΟΖ. Απλώς το αναφέρω και καλόν είναι να είμαστε Προμηθείς και ουχί Επιμηθείς.