Την ανάγκη αλλαγής παραδείγματος με φόντο τη χαμηλή κατάταξη των ελληνικών επιχειρήσεων στην υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών βάσει της έκθεσης «Digital Decade 2024» υπογραμμίζει ο επικεφαλής του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου και Επιχειρείν (ELTRUN) του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Δουκίδης, σε συνέντευξή του στο Liberal.
Ο κ. Δουκίδης επισημαίνει πως η χαμηλή κατάταξη των ελληνικών επιχειρήσεων στην ψηφιακή ωριμότητα σχετίζεται με την ελλιπή εταιρική κουλτούρα απέναντι στις νέες τεχνολογίες και τις καινοτομίες, καθώς και η χαμηλή κατανομή στους τεχνολογικούς πόρους και επενδύσεις.
Ο ίδιος αναλύει, εξάλλου, διεξοδικά το μείζον πρόβλημα που παρουσιάζουν τα πανεπιστημιακά τμήματα Πληροφορικής στην Ελλάδα, τονίζοντας την ανάγκη βελτίωσης της αποτελεσματικότητας αποφοίτησης στα τμήματα αυτό, αφού το 1/3 των φοιτητών δεν καταφέρνει να αποφοιτήσει, τη στιγμή που στην αγορά υπάρχει κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης επαγγελματιών από τον συγκεκριμένο χώρο.
Παράλληλα, ο διαπρεπής ακαδημαϊκός τονίζει πως η ψηφιακή ωριμότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ενώ επισημαίνει την ανάγκη της περαιτέρω αναβάθμισης της διά βίου μάθησης στους εργαζόμενους, με φόντο την ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών.
Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο
Κύριε Δουκίδη, με βάση την Έκθεση για το Πρόγραμμα Πλαίσιο «Ψηφιακή Δεκαετία – Digital Decade 2024», γιατί οι ελληνικές επιχειρήσεις τοποθετούνται τόσο χαμηλά στην υιοθέτηση των Ψηφιακών Τεχνολογιών; Παίζει ρόλο η εταιρική κουλτούρα απέναντι στην Τεχνολογία ή είναι θέμα κατανομής πόρων;
Στις δικές μας μελέτες καταγράφουμε ότι πάνω από 7 στις 10 οργανωμένες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν όλα τα γνωστά διοικητικά πληροφοριακά συστήματα (ERP, CRM, WMS, HRMS κλπ.). Όμως η αξιοποίηση τους είναι περιορισμένη γιατί μόνο 4 στις 10 έχουν ψηφιοποιήσει/αυτοματοποιήσει τις διαδικασίες στις επιχειρήσεις σε ικανοποιητικό βαθμό ενώ μόνο 5 στις 10 αντιλαμβάνονται απτά επιχειρηματικά οφέλη όπως καλύτερη λήψη αποφάσεων, μείωση κόστους και αύξηση της παραγωγικότητας, αύξηση εσόδων και ανταγωνιστικότητας. Επίσης μόνο 3 στις 10 θα επενδύσουν πάνω από 150.000 ευρώ στις ψηφιακές τεχνολογίες τα επόμενα τρία χρόνια και μόνο 3 στις 10 προσπαθούν να μετρήσουν την απόδοση των τεχνολογικών επενδύσεων.
Επίσης, ενώ 5 στις 10 αναφέρουν εμπλοκή σε πρωτοβουλίες ψηφιακού μετασχηματισμού, αυτά ουσιαστικά αφορούν απλά έργα εισαγωγής ψηφιακών υποδομών και συστημάτων αφού μόνο 2 στις 10 ουσιαστικά κάνουν επιχειρηματικό μετασχηματισμό με καινοτόμα στοιχεία.
Άρα τα σοβαρότερα προβλήματα είναι η χαμηλή αξιοποίηση των πληροφοριακών συστημάτων και οι μικρές τεχνολογικές επενδύσεις χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό στις αποδόσεις τους. Αυτά τα ευρήματα σχετίζονται με τη έλλειψη οικειότητας του top management με τις ψηφιακές τεχνολογίες, η μη κατανόηση των τεχνικών πληροφορικής της επιχειρηματικής αξίας των ψηφιακών επενδύσεων, η χαμηλή προτεραιότητα εισαγωγής καινοτομιών σε διαδικασίες και προϊόντα, και τέλος το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων με τις αναμενόμενες ελλείψεις σε τεχνογνωσία και πόρους. Άρα η χαμηλή κατάταξη των ελληνικών επιχειρήσεων στη ψηφιακή ωριμότητα σχετίζεται με την ελλιπή εταιρική κουλτούρα απέναντι στις νέες τεχνολογίες και τις καινοτομίες, καθώς και η χαμηλή κατανομή στους τεχνολογικούς πόρους και επενδύσεις.
Το 2023 μόνο το 52,4% του πληθυσμού είχε τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες (μέσος όρος Ε.Ε. 55,5%). Ενώ έχουν αυξηθεί οι πανεπιστημιακές σχολές στον χώρο των Ψηφιακών Τεχνολογιών, φαίνεται πως ακόμη δεν έχουν γίνει βήματα στο χώρο της Δια Βίου Μάθησης. Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι σημαίνει αυτό και ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης;
Θίγετε, ίσως, το σοβαρότερο πρόβλημα που έχουμε στη χώρα μας όσον αφορά τη ψηφιακή ανάπτυξη, αυτό του αναγκαίου ανθρώπινου δυναμικού με τις σωστές ψηφιακές δεξιότητες. Το πρόβλημα όμως δεν είναι τόσο στις βασικές ψηφιακές δεξιότητες όπου βρισκόμαστε κοντά στο μέσο όρο όσον αφορά το γενικό πληθυσμό. Εκεί που υπάρχει χάσμα είναι στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα που είτε δημιουργούν τις τεχνολογικές λύσεις ή τις αξιοποιούν ουσιαστικά στη καθημερινή τους εργασία. Αυτό το ποσοστό (2,4%) είναι στο ήμισυ του αντίστοιχου μέσου όρου (4,8%) στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όσον αφορά τους ειδικούς, από τα 36 τμήματα Πληροφορικής και τα 150 σχετικά μεταπτυχιακά προγράμματα, αποφοιτούν ετησίως περίπου 6.000 επιστήμονες Πληροφορικής, η ζήτηση όμως είναι πολύ μεγαλύτερη και ξεπερνάει τους 8.000, με αυξητικές τάσεις για τα επόμενα χρόνια λόγω των σημαντικών έργων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των μεγάλων επενδύσεων στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας – Ελλάδα 2.0 (RRF.)
Άρα είναι αναγκαίες πρωτοβουλίες επανειδίκευσης (reskilling) πτυχιούχων STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) που έχουν θέματα επαγγελματικής αποκατάστασης, καθώς και βελτίωσης της αποτελεσματικότητας αποφοίτησης στα τμήματα Πληροφορικής αφού το 1/3 των φοιτητών δεν καταφέρνει να αποφοιτήσει.
Όμως η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών είναι ραγδαία και άρα αναγκαία η διά βίου μάθηση στους εργαζόμενους. Δυστυχώς, όμως, μόνο το 2,7% των ενηλίκων (ηλικίας 25-64 ετών) συμμετέχουν σε τυπικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες όταν τα αντίστοιχα ποσοστά στις Ευρωπαϊκές χώρες είναι πολλαπλάσια.
Η οργανωμένη αξιοποίηση των 25 ΚΕΔΙΒΙΜ (Κέντρων Δια Βίου Μάθησης) των ελληνικών δημοσίων πανεπιστημίων και άλλων 25 οργανωμένων κέντρων ιδιωτικών φορέων θα μπορούσαν να επανειδικεύσουν τουλάχιστον 30.000 εξειδικευμένους επιστήμονες ετησίως που είναι αναγκαίοι για την αποτελεσματική αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών.
Σημαντικό είναι, επίσης, αυτή η κατάρτιση να οδηγεί σε διεθνείς επαγγελματικές πιστοποιήσεις. Μέχρι το 2030 τα 150.000 αυτά στελέχη με προχωρημένες ψηφιακές δεξιότητες για ανάπτυξη και αξιοποίηση των ψηφιακών συστημάτων θεωρούνται κατ’ ελάχιστον ικανά να αναβαθμίσουν το τοπικό επιχειρηματικό οικοσύστημα στην αναγκαία ψηφιακή ωριμότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πόσο επηρεάζει λοιπόν, η ψηφιακή ανωριμότητα την ανταγωνιστικότητα σε επίπεδο επιχειρήσεων; Μπορείτε να μας δώσετε κάποια απτά παραδείγματα σε συγκεκριμένους κλάδους; Για παράδειγμα, είναι το e-commerce που μας κρατάει πίσω, ή αντίστοιχα η ανάλυση των δεδομένων των επιχειρήσεων για τους πελάτες τους αλλά και για τον τρόπο λειτουργίας τους; (π.χ. ότι δεν έχουν feedback).
Η ψηφιακή ωριμότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων γιατί μπορεί να: αυξήσει τη παραγωγικότητα ειδικά σε θέσεις εργασίας με πληροφοριακή ένταση, καλυτερεύσει τη λήψη αποφάσεων ειδικά σε πολύπλοκες αποφάσεις του μάνατζμεντ, υποστηρίξει την υλοποίηση μακροπρόθεσμων στρατηγικών ειδικά στη διεθνή επέκταση, είναι καταλύτης στον επιχειρηματικό μετασχηματισμό είτε στις διαδικασίες ή/και στη πελατοκεντρική στρατηγική και τέλος είναι ο βασικός πυλώνας του επιχειρηματικού μοντέλου σε καινοτόμες ψηφιακές επιχειρήσεις.
Να σας δώσω μερικά παραδείγματα ψηφιακής ανωριμότητας και των σχετικών προβλημάτων που παρουσιάζονται σε συγκεκριμένους κλάδους:
(α) Η έλλειψη ενός διοικητικού συστήματος ελέγχου των πόρων (ERP) με έμφαση στη παραγωγή σε μια βιομηχανία αλουμινίου, αφαιρεί τη δυνατότητα για σωστή κοστολόγηση (και εν συνεχεία βέλτιστη τιμολογιακή πολιτική) των διαφορετικών χιλιάδων προφίλ που παράγει.
(β) Η έλλειψη ενός συστήματος διαχείρισης σχέσεων με πελάτες (CRM) σε συνδυασμό με ένα σύστημα πιστότητας (loyalty), αφαιρεί τη δυνατότητα σε μια λιανεμπορική εταιρία να υλοποιήσει τη πελατοκεντρική στρατηγική της μέσα από έξυπνες συνδυαστικές προωθητικές ενέργειες ανά κατηγορία πελατών.
(γ) Η έλλειψη ενός συστήματος διαχείρισης δεδομένων με μοντέλα επιχειρησιακής έρευνας σε μια εταιρία logistics, αφαιρεί τη δυνατότητα για βελτιστοποίηση των στοκ ασφαλείας σε προϊόντα στις αποθήκες αλλά και εξορθολογισμού των δρομολογίων στη μεταφορά των προϊόντων και του βαθμού εξυπηρέτησης των πελατών.
(δ) Η έλλειψη ενός συστήματος ηλεκτρονικού εμπορίου Β-Β σε συνδυασμό με ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης ChatGPT σε βιομηχανία δομικών υλικών, αφαιρεί τη δυνατότητα για παγκόσμια επέκταση της εταιρίας μέσω self-service τεχνικής υποστήριξης των μηχανικών σε τεχνικές εταιρίες σε διάφορες χώρες του κόσμου.
(ε) Η έλλειψη ενός συστήματος IoT για ουσιαστικό έλεγχο των κινουμένων περιουσιακών στοιχείων μιας ναυτιλιακής εταιρίας καθώς και η έλλειψη ενός συστήματος ψηφιακών διδύμων για προδραστικό έλεγχο όλων των παραμέτρων κίνησης στα εμπορικά πλοία, αφαιρεί τη δυνατότητα για βέλτιστη διαχείριση από απόσταση όλων των πόρων/εξοπλισμού επάνω στα πλοία και την αντιμετώπιση των στρατηγικών προκλήσεων της πράσινης ναυτιλίας.
Το 2023 μόνο το 43,3% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είχε τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης, κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. (57,7%). Μπορεί να αλλάξει αυτή η εικόνα και πώς;
Το 99% των Ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρές σε μέγεθος (με λιγότερο από 50 άτομα προσωπικό) και άρα με προβλήματα πόρων (οικονομικών και ανθρώπινων) στη σωστή αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών. Στις μελέτες μας όμως καταγράφουμε μια δυναμική εξέλιξη τα τελευταία χρόνια αφού 2/3 των μικρών επιχειρήσεων αξιοποίησαν τις ψηφιακές τεχνολογίες (τηλεργασία, τηλεδιάσκεψη, ηλεκτρονικό εμπόριο) για να ξεπεράσουν τα προβλήματα περιορισμών λόγω Covid. Οι μικρές εταιρίες έδειξαν καλύτερα αντανακλαστικά (σε σχέση με τις πολύ μεγάλες εταιρίες) σε περίοδο κρίσης να αλλάξουν τις καθημερινές τους πρακτικές και να εισάγουν γρήγορα τις αναγκαίες τεχνολογίες για να μη αναγκαστούν να κλείσουν. Άρα έχουν τις δυνατότητες να ανταποκρίνονται πιο ευέλικτα και άμεσα στη χρήση των νέων τεχνολογιών, όταν όμως υπάρχει μεγάλη ανάγκη.
Αυτές όμως οι ψηφιακές πρακτικές για να γίνουν μέρος της καθημερινότητας των μικρών επιχειρήσεων θα πρέπει να λυθούν τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Αυτά είναι κυρίως η έλλειψη τεχνικών γνώσεων, η ελλιπής εκπαίδευση του προσωπικού, η ελλιπής υποστήριξη από τους τεχνολογικούς προμηθευτές, οι περιορισμένοι χρηματοοικονομικοί πόροι για επενδύσεις και η έλλειψη ενημέρωσης για τις τεχνολογίες και τα οφέλη τους. Άρα είναι αναγκαία τα συνεχή κυβερνητικά προγράμματα επιχορήγησης των επενδύσεων με την υποστήριξη των τραπεζών αλλά και ουσιαστικές δράσεις ενημέρωσης και εξυπηρέτησης από τις εταιρίες και συνολικά το κλάδο της πληροφορικής.
Η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων χρησιμοποιεί τα γνωστά διοικητικά πληροφοριακά συστήματά ελληνικών επιχειρήσεων πληροφορικής. Η ενσωμάτωση προχωρημένων τεχνολογιών (τεχνητή νοημοσύνη, διαχείριση δεδομένων, διαδίκτυο αντικειμένων κλπ) σε αυτά τα συστήματά, η εύκολη χρήση τους καθώς και η πρόσβαση τους μέσω cloud υποδομών θα αυξήσει επίσης τη ψηφιακή ένταση των μικρών επιχειρήσεων.
Τέλος, θα πρέπει να επιβληθούν από τη δημόσια διοίκηση οι καθολικές χρήσεις προχωρημένων ψηφιακών υπηρεσιών (π.χ. ψηφιακή κάρτα εργαζομένων) που βοηθούν τη καθημερινότητα των επιχειρήσεων και υποστηρίζουν ταυτόχρονα σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, αν η ηλεκτρονική τιμολόγηση Β2Β γίνει υποχρεωτική για όλες τις επιχειρήσεις μέχρι το 2026-2027, τότε οι δείκτες ψηφιακής ωριμότητας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα αυξηθούν εντυπωσιακά μέχρι το 2030.
Για να επιτύχει τον ψηφιακό της μετασχηματισμό, η Ελλάδα σχεδιάζει να διαθέσει συνολικό προϋπολογισμό (εξαιρουμένων των ιδιωτικών επενδύσεων) που υπολογίζεται σε 5,1 δισ. ευρώ (2,3% ΑΕΠ). Με ποιους τρόπους, εκτιμάτε ότι θα πρέπει η χώρα μας να προωθήσει την ανταγωνιστικότητα, την ανθεκτικότητα σε επίπεδο επιχειρήσεων;
Μελετώντας προηγμένες οικονομικά χώρες με υψηλά επίπεδα ψηφιακής ωριμότητας προτείνω έξι στρατηγικές προώθησης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων μέσω των ψηφιακών τεχνολογιών:
- Η μείωση της γραφειοκρατίας μέσω της απλοποίησης και ψηφιοποίησης γραφειοκρατικών και κοστοβόρων διαδικασιών και συναλλαγών με το δημόσιο και η σταδιακή επιβολή καθολικών χρήσεων ψηφιακών υπηρεσιών.
- Η καλυτέρευση των τεχνολογικών υποδομών με δίκτυα πέμπτης γενιάς, με επαρκή κέντρα δεδομένων (data centers), με υποδομές για cloud υπηρεσίες και άμεση αντιμετώπιση κυβερνοεπιθέσεων.
- Η δημιουργία ενός τοπικού κλάδου πληροφορικής με καινοτόμα ψηφιακά προϊόντα διεθνώς ανταγωνιστικά που να προσφέρουν state-of-art ψηφιακές λύσεις στο τοπικό επιχειρηματικό οικοσύστημα αλλά και στο εξωτερικό.
- Η προώθηση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών (για παράδειγμα τεχνητή νοημοσύνη, μεγάλα δεδομένων, Internet of Things, εικονική πραγματικότητα) μέσω οργανωμένης ενημέρωσης και χρηματοδότησης προτύπων εφαρμογών επίδειξης που να έχουν όμως κλαδική διάσταση ώστε να είναι κατανοητά τα οφέλη και εύκολη η διάδοση τους.
- Η προετοιμασία του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού με τις αναγκαίες ψηφιακές δεξιότητες είτε στο τομέα των τεχνικών πληροφορικής (π.χ. προγραμματιστές) ή στην χρήση και αξιοποίηση των ψηφιακών λύσεων.
- Η υποστήριξη των επιχειρήσεων (κυρίως των μικρών που δεν έχουν τους αναγκαίους πόρους) μέσω της χρηματοδότησης/επιδότησης των αναγκαίων επενδύσεων για την αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών προς επίτευξη των στρατηγικών στόχων τους.
Τα 2,3% του ΑΕΠ είναι πολλά χρήματα που θα επενδυθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Άρα θα πρέπει να συνοδεύονται με πολύ συγκεκριμένα προβλεπόμενα αποτελέσματα που θα υποστηρίζουν προτίστως τη μόνιμη αύξηση του ΑΕΠ στο πλαίσιο της αναδυόμενης ψηφιακής οικονομίας. Οτιδήποτε επένδυση πραγματοποιείται στο τομέα της πληροφορικής θα πρέπει να έχει ξεκάθαρους στρατηγικούς στόχους, όχι με ορολογία τεχνολογικού αυτοσκοπού αλλά στο μικροοικονομικό επίπεδο των επιχειρήσεων (υψηλή παραγωγικότητα, μείωση κόστους, αύξηση εσόδων) αλλά και σε μακροοικονομικό εθνικό επίπεδο (αύξηση εξαγωγών, μεγέθυνση ΑΕΠ).