Η δημοσιονομική απειλή θα δείξει τα δόντια της το 2023. Είναι ο ένας «μαύρος κύκνος» που μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα, σύμφωνα με τον αναλυτή της BofA Θανάση Βαμβακίδη.
Καθώς η ανάπτυξη θα μειώνεται, ορισμένες οικονομίες δεν θα αντέξουν να συντηρούν τα σημερινά επίπεδα δαπανών, πιθανόν να χρειαστεί να πάρουν μέτρα λιτότητας. Ο δεύτερος «μαύρος κύκνος» συνδέεται με το χρηματοπιστωτική σύστημα.
Ο πληθωρισμός, θα φανεί πολύ πιο ανθεκτικός απ' όσο πιστεύουν οι αγορές, άρα τα επιτόκια θα συνεχίσουν να αυξάνονται και αυτό θα κρατήσει ένα μεγάλο διάστημα.
Ο τρίτος «μαύρος κύκνος» αφορά τα μη τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία έχουν αναλάβει υπερβολικούς κινδύνους, όπως τα κρυπτονομίσματα. «Η έλλειψη πληροφοριών στον λεγόμενο σκιώδη τραπεζικό τομέα γέννα ανησυχίες για πιθανά τυφλά σημεία», εξηγεί ο κ. Βαμβακίδης.
Ο ίδιος βλέπει συνέχιση της ενεργειακής κρίσης, άνοδο του πετρελαίου στα 100 δολάρια και ύφεση για πολλές προηγμένες οικονομίες.
Ξεχωριστή περίπτωση η Ελλάδα, η οποία βρίσκεται σε διαφορετικό μονοπάτι, λόγω των πολύ σημαντικών κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και της εκτίναξης του ελατηρίου της οικονομίας που έχει ακόμη μεγάλη δυναμική.
Συνέντευξη στον Γ. Φιντικάκη.
Οι απόψεις μεταξύ των αναλυτών διίστανται ως προς το κατά πόσο οι αγορές θα κινηθούν ανοδικά ή πτωτικά μέσα στο 2023. Ποια η γνώμη σας;
Εκτιμούμε ότι τα risk assets θα προσγειωθούν χαμηλότερα κατά 15% στο πρώτο τρίμηνο. Η αιτία είναι η ύφεση, καθώς η πιο σφικτή νομισματική πολιτική οδηγεί σε υψηλότερη ανεργία. Ο πληθωρισμός είναι τόσο ψηλός και η ανεργία τόσο χαμηλή, ώστε μπορεί να μειωθεί μόνο μέσω μιας ύφεσης. Οι αγορές παραμένουν υπερβολικά αισιόδοξες με τις προβλέψεις να εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί μέχρι το στόχο του 2% μέσα στην επόμενη διετία, χωρίς αύξηση της ανεργίας ακόμη και στο λεγόμενο «φυσικό ποσοστό».
Αυτό είναι αδύνατο. Αντίθετα, αναμένουμε ότι η μείωση του πληθωρισμού δεν θα είναι εύκολη, και ότι θα παραμείνει πολύ πάνω από τον στόχο του 2% για τα επόμενα δύο χρόνια, αναγκάζοντας τις κεντρικές τράπεζες να σφίξουν περαιτέρω την πολιτική τους και να αυξήσουν τα επιτόκια, περισσότερο από ό,τι τιμολογούν σήμερα οι αγορές τις συγκεκριμένες κινήσεις.
Αυτό δεν ισχύει μόνο για τη Fed. Ισχύει επίσης για την ΕΚΤ. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωζώνη, όπως επίσης η Βρετανία και οι πιο προηγμένες οικονομίες είναι πιθανό να περάσουν το επόμενο έτος σε ύφεση.
Ποιοι είναι οι Μαύροι Κύκνοι και οι προκλήσεις του 2023 που μπορεί να ανατρέψουν τα δεδομένα;
Η παγκόσμια οικονομία έχει εθιστεί επί μακρόν στα χαμηλά επιτόκια και τη στήριξη των κεντρικών τραπεζών. Αν και φέτος έχουμε δει μια σημαντική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, όχι μόνο αυτή ήταν επί χρόνια πάρα πολύ χαλαρή, αλλά και οι αγορές αναμένουν ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2023 και μετά οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια. Δεν συμφωνούμε με αυτή την άποψη. Αναμένουμε ότι τα επιτόκια θα συνεχίσουν να αυξάνονται και αυτό θα κρατήσει ένα μεγάλο διάστημα. Αυτό θα μπορούσε να δοκιμάσει την ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Έχουμε δύο μεγάλες ανησυχίες: Τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους δημοσιονομικούς κινδύνους.
Εδώ και δύο δεκαετίες, ο χρηματοπιστωτικός τομέας λειτουργεί με χαμηλά επιτόκια και δεν έχει ακόμη προσαρμοστεί πλήρως στη νέα πραγματικότητα. Οι κίνδυνοι που αναλήφθηκαν κατά την εποχή του χαμηλού πληθωρισμού θα μπορούσαν να αποκαλύψουν πολλά «τρωτά σημεία» καθώς θα αυξάνονται τα επιτόκια. Και μπορεί οι τράπεζες να διέπονται από ένα ισχυρό κανονιστικό πλαίσιο, καθώς επίσης να έχουν πολύ υψηλότερη κεφαλαιοποίηση συγκριτικά με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-2009, ωστόσο τα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είχαν πολύ μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας να αναλάβουν υπερβολικούς κινδύνους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η κρίση των LDI (Liability-Driven Investing Strategies) στην Βρετανία και η κατάρρευση των κρυπτονομισμάτων. Επίσης, η έλλειψη επαρκών πληροφοριών στον λεγόμενο σκιώδη τραπεζικό τομέα γεννά ανησυχίες για πιθανά τυφλά σημεία.
Στο δεύτερο «μαύρο κύκνο», μπορεί να επανέλθουν του χρόνου οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι, όπως συμβαίνει πάντα σε περιόδους ύφεσης. Τα δημοσιονομικά ισοζύγια θα έπρεπε φέτος να έχουν βελτιωθεί σημαντικά, καθώς αφενός έχει λήξει η περίοδος των τεράστιων πακέτων στήριξης, αφετέρου ο υψηλός πληθωρισμός έχει επιφέρει τεράστια αύξηση φορολογικών εσόδων. Η ευκαιρία αυτή χάθηκε για τις περισσότερες χώρες. Αντί να περισώσουν ό,τι περισσότερο μπορούσαν από τα παραπάνω «ουρανοκατέβατα κέρδη», εκείνες δαπάνησαν περισσότερα κεφάλαια. Τμήμα τους συνδέεται με τις ενεργειακές επιδοτήσεις. Η χαλαρή δημοσιονομική πολιτική συνέβαλε φέτος στον υψηλό πληθωρισμό, αντισταθμίζοντας εν μέρει τις επιπτώσεις από την αύξηση των επιτοκίων. Καθώς η ιστορικά γρήγορη αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται από το 2023 να καταρρεύσει, ορισμένες οικονομίες θα διαπιστώσουν ότι το επίπεδο δαπανών τους δεν είναι βιώσιμο και καθώς θα ξεκινά η ύφεση, πιθανόν να χρειαστεί να εφαρμόσουν μέτρα λιτότητας.
Αναφερθήκατε στην ενεργειακή κρίση. Ποιες οι προβλέψεις της BofA για τις τιμές και την επάρκεια; Ποιος είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος ;
Προβλέπουμε νέα αύξηση των τιμών της ενέργειας από το 2023, με το πετρέλαιο να ξαναπιάνει τα 100 δολάρια το βαρέλι. Αφενός η ύφεση λειτουργεί θετικά για τις ενεργειακές τιμές, αφετέρου όμως το άνοιγμα της Κίνας, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η μειωμένη παραγωγή του ΟΠΕΚ και οι επενδύσεις που δεν έγιναν στα ορυκτά καύσιμα, θα σπρώξουν ξανά προς τα πάνω τις τιμές.
Ναι μεν, η Ευρώπη έχει αρκετά αποθέματα ενέργειας για το φετινό χειμώνα, αλλά με περίπου τα μισά εξ' αυτών να προέρχονται από τη Ρωσία, θα αντιμετωπίσει δυσκολίες να τα αναπληρώσει και υψηλότερες τιμές στη συνέχεια. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι τιμές της ενέργειας είχαν ξεκινήσει να αυξάνονται πολύ πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, λόγω των υποεπενδύσεων. Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας το 2023 θα συμβάλουν στο να παραμείνει σταθερός ο πληθωρισμός και θα αυξήσουν τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού.
Μπορεί η ελληνική οικονομία να αποφύγει την ύφεση το 2023;
Τα καλά νέα είναι ότι πράγματι δεν αναμένουμε ύφεση του χρόνου στην Ελλάδα. Αναμένουμε μια απότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης και ύφεση στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, ωστόσο η ελληνική οικονομία βαδίζει σε διαφορετικό μονοπάτι. Η Ελλάδα ποτέ στην πραγματικότητα δεν ανέκαμψε από την σκληρή κρίση πριν την πανδημία και υπάρχει ένα δυναμικό, ικανό να στηρίξει την οικονομία στα χρόνια που έρχονται.
Η ελληνική οικονομία επηρεάζεται επίσης πολύ λιγότερο από τα υψηλότερα επιτόκια, καθώς το κρατικό χρέος είναι ως επι τω πλείστον σε σταθερά και χαμηλά επιτόκια, ενώ οι τραπεζικές πιστώσεις από το 2010 και μετά, ήταν περιορισμένες. Ο τουριστικός τομέας τα πάει περίφημα και οι προοπτικές παραμένουν θετικές καθώς η ανάκαμψη από την πανδημία συνεχίζεται. Οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης αρχίζουν να αποφέρουν καρπούς, ενώ η Ελλάδα έχει να αξιοποιήσει πολύ σημαντικά κεφάλαια από το πακέτο ανάκαμψης Next Generation EU.
Αλλά φυσικά και η Ελλάδα δεν είναι απρόσβλητη σε όσα συμβαίνουν στην υπόλοιπη Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο.
Εκτιμάτε ότι θα καταφέρει να πάρει του χρόνου η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα;
Είναι πολύ πιθανό. Έχει ήδη υλοποιήσει τις περισσότερες από τις προϋποθέσεις. Πολιτική σταθερότητα, δημοσιονομική υπευθυνότητα, εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και πλήρη πρόσβαση στις αγορές. Εκτιμώ ότι οι οίκοι αξιολόγησης εξακολουθούν να θέλουν να δουν την Ελλάδα να επιστρέφει σε δημοσιονομικά πλεονάσματα, να συμμορφώνεται με τους κανόνες της ΕΕ και να εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις που προϋποθέτει το Next Generation για το 2023, ιδιαίτερα στην προεκλογική περίοδο, αλλά και από την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές.
Σας ανησυχούν οι εκλογές ; Εκτιμάτε ότι θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν την ελληνική οικονομία και αν ναι, με ποιο τρόπο;
Όχι πολύ, εφόσον διατηρεί η πολιτική σταθερότητα. Η αγορά ήδη εκτιμά ότι το πιθανότερο σενάριο είναι δύο διαδοχικές εκλογικές διαδικασίες εντός δύο μηνών στα μέσα του επόμενου έτους. Το βασικό σενάριο είναι από τις εκλογές θα προκύψει μια σταθερή κυβέρνηση, είτε αφορά συνασπισμό είτε όχι, η οποία θα επιμείνει στις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Διαφορετικά θα αυξηθούν σημαντικά οι κίνδυνοι για την οικονομία. Η Ελλάδα εξακολουθεί να χρειάζεται σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την αποκατάσταση της δημοσιονομικής της βιωσιμότητας.
Οι περισσότερες από αυτές τις μεταρρυθμίσεις αποτελούν προϋπόθεση για τη λήψη τεράστιων ευρωπαϊκών κονδυλίων στα χρόνια που έρχονται. Τυχόν πολιτικές εξελίξεις που θα αμφισβητήσουν τη δέσμευση απέναντι σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα αμφισβητήσουν και την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να μπει επιτέλους σε μια βιώσιμη ανάκαμψη, θέτοντας σε κίνδυνο τα κονδύλια της ΕΕ που θα λάβει η Ελλάδα.
Προφανώς, ένα τέτοιο σενάριο σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να πάρει επενδυτική βαθμίδα. Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των ελληνικών εκλογών, τα κόμματα οφείλουν να διασφαλίσουν ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές θα είναι σταθερή και προσανατολισμένη στις μεταρρυθμίσεις.