Οι πολιτικοί δείκτες, ιδιαίτερα κάποιοι, όπως η «παράσταση νίκης» και το «καταλληλότερος για πρωθυπουργός» δείχνουν αρκετά σταθεροί.
Μοιάζει σαν σε αυτά τα διλήμματα, λίγους μήνες πριν τις εκλογές, οι ψηφοφόροι να έχουν κατασταλάξει στις επιλογές τους, δηλώνει στο Liberal, ο διευθύνων σύμβουλος της Pulse, Γιώργος Αράπογλου.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Δημοσκοπικά έχουν παγιωθεί κάποιες ισορροπίες. Τι θα μπορούσε να τις κλονίσει; Αρκεί ο χρόνος μέχρι τις εκλογές για να ανατραπούν η διαφορά μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα οι πολιτικοί συσχετισμοί;
Οι πολιτικοί δείκτες, ιδιαιτέρως κάποιοι, δείχνουν αρκετά σταθεροί. Οι διαφοροποιήσεις από μήνα σε μήνα είναι μικρές. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ερωτήματα: «Παράσταση νίκης» και «Καταλληλότερος για Πρωθυπουργός». Μοιάζει σαν, σε αυτά τα διλήμματα, λίγους μήνες πριν από τις ερχόμενες εθνικές εκλογές, οι Έλληνες ψηφοφόροι να έχουν κατασταλάξει στις επιλογές τους. Δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι για τίποτα στο μέλλον - πάντα υπάρχει η πιθανότητα σημαντικών απρόοπτων! Όσο όμως η εικόνα αυτή παραμένει και επιβεβαιώνεται, τόσο πιο δύσκολο είναι να αλλάξει δραστικά.
Από τη ΔΕΘ έως σήμερα – μια περίοδος κατά την οποία κυριαρχεί η υπόθεση των παρακολουθήσεων- η ΝΔ έχει χάσει 1,5%. Ωστόσο, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο δεν καρπώνονται μέρος του, αλλά το καθένα μετρούν και απώλεια μισής μονάδας. Τι μας δείχνει αυτό για τη διείσδυση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία και για τη στρατηγική που ακολουθούν;
Έχουμε διαπιστώσει κι άλλες φορές τη δυσκολία της αντιπολίτευσης να καρπωθεί αξιόλογα τμήματα των (δημοσκοπικών) απωλειών που κατά καιρούς έχει η κυβέρνηση. Αυτό προφανώς οφείλεται και στις δύο πλευρές. Από τη μία, το κυβερνών κόμμα έχει αποδείξει ότι διαθέτει γρήγορα αντανακλαστικά, αντιλαμβάνεται τα προβλήματα, αντιδρά και έτσι παραμένει ελκυστικό σε αξιόλογο τμήμα των ψηφοφόρων. Σε συνδυασμό με την υψηλή απήχηση του ίδιου του πρωθυπουργού -όχι τόσο συνηθισμένη για το 4ο έτος μιας θητείας- καταφέρνει, εύκολα ή δύσκολα να επιστρέφει σε καλύτερα (δημοσκοπικά) ποσοστά, έστω και αν όχι στα υψηλότερά του. Από την άλλη, η αντιπολίτευση αν και κατάφερε να ενισχυθεί από τα χαμηλότερα ποσοστά που είχε καταγράψει μετεκλογικά, εξακολουθεί να δυσκολεύεται να καρπωθεί αξιόλογα τμήματα των αποσυσπειρωμένων ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας. Προφανώς και τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης χρειάζονται περισσότερη δουλειά προκειμένου να γίνουν πιο ελκυστικά στους αναποφάσιστους και μετακινούμενους ψηφοφόρους.
Τι μας δείχνει η κυριαρχία του Πρωθυπουργού στους ψηφοφόρους του Κέντρου, ακόμη και στους τομείς, όπου έχει «γρατζουνιστεί» η εικόνα του, όπως στα θέματα διαφάνειας;
Όπως έδειξε πολύ καθαρά, η πρόσφατη έρευνα της Pulse RC για το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΪ, ο Αλέξης Τσίπρας προηγείται μεταξύ των πολιτών που αυτοχαρακτηρίζονται «Αριστεροί» και «Κεντροαριστεροί». Ο πρωθυπουργός κυριαρχεί μεταξύ των «Δεξιών» και «Κεντροδεξιών». Έτσι, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στους «Κεντρώους», μια ομάδα ψηφοφόρων που πάντα παρουσιάζει αυξημένο πολιτικό ενδιαφέρον. Σε αυτή τη σημαντική ομάδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπερέχει σε όλους τους τομείς που διερευνήσαμε:
• στην Οικονομία και Ανάπτυξη με 47% έναντι 21% του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ
• στην εξωτερική πολιτική και Άμυνα με 59% (!) έναντι 19%
• στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης με 46% έναντι 22%
Ακόμα και όσον αφορά τα θέματα διαφάνειας, όπου λόγω και της πρόσφατης επικαιρότητας κατέγραψε χαμηλότερα ποσοστά προτίμησης, προηγείται μεταξύ των κεντρώων με 33%! Η μάχη των εκλογών θα κριθεί σε ένα βαθμό στον χώρο του «Κέντρου» εκεί όπου, μέχρι τώρα τουλάχιστον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται καθαρά!
Είναι η γκρίζα ζώνη, αυτό το 10%, το οποίο θα κρίνει το αποτέλεσμα και την αυτοδυναμία; Μπορεί να προκύψει κάποια έκπληξη από τη «δεξαμενή» των αναποφάσιστων;
Πράγματι, η συγκεκριμένη ομάδα ψηφοφόρων είναι άλλη μια από αυτές που παρουσιάζουν αυξημένο πολιτικό ενδιαφέρον. Για αυτό και διερευνούμε με προσοχή -και παρουσιάζουμε- τις απόψεις των συμπολιτών μας που ανήκουν σε αυτή, σε κάθε έρευνα της εταιρείας μας. Η συμπεριφορά τους και οι επιλογές τους μπορούν να διατηρήσουν ή να αλλάξουν τους συσχετισμούς – αν και εκτιμούμε όχι δραματικά – και να καθορίσουν το αποτέλεσμα των εκλογών όσον αφορά τα ακριβή ποσοστά των κομμάτων, άρα και την επίτευξη ή όχι του στόχου της αυτοδυναμίας...