Η χαλαρή ψήφος είναι ο βασικός κίνδυνος για τη ΝΔ. Το σενάριο μια μερίδα ψηφοφόρων να επαναπαυθεί από την εικόνα της διευρυνόμενης ψαλίδας με τον ΣΥΡΙΖΑ και να μην πάει να ψηφίσει στις 21 Μαίου. Ακόμη και αν το ποσοστό είναι μικρό, μπορεί να ανατρέψει τον στόχο για αυτοδυναμία, σημειώνει ο επικεφαλής της Marc, Θ.Γεράκης.
Βλέπει αυτή την στιγμή ως δύσκολα - τόσο αριθμητικά, όσο και πολιτικά - αλλά όχι αδύνατα, τα σενάρια για κυβερνήσεις συνεργασίας, αφού τα πάντα θα κριθούν από τα δεδομένα μετά την πρώτη κάλπη, μιλά για τα θολά μηνύματα που εκπέμπουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, τα οποία τους στοιχίζουν, ενώ εκτιμά ότι η «Δήμητρα» βλάπτει το κόμμα Βαρουφάκη. Από 4,2% μετά τα Τέμπη, πλέον κινείται στο 3,6%. «Οι υποστηρικτές του δεν φαίνεται να συμφωνούν με το σενάριο των κλειστών τραπεζών, τον στηρίζουν μεν, αλλά για άλλους λόγους», λέει χαρακτηριστικά.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Πού αποδίδεται την εικόνα του τελευταίου αυτού γύρου δημοσκοπήσεων, όπου η ΝΔ ανακάμπτει, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει στάσιμος, η διαφορά τους κινείται κάπου στις 6 μονάδες, ενώ δύσκολα φαίνεται να προκύπτει κυβέρνηση ηττημένων;
Τα πολιτικά μηνύματα, προκειμένου να περάσουν στους πολίτες, πρέπει να συνοδεύονται από ορισμένες προϋποθέσεις. Η πρώτη, να είναι τα μηνύματα απλά και κατανοητά. Η δεύτερη, να μην αφήνουν παρερμηνείες και ασάφειες. Η τρίτη προυπόθεση είναι το μήνυμα να έχει νόημα, δηλαδή να συνοδεύεται από μια ουσιαστική πρόταση διακυβέρνησης. Υπό αυτή την έννοια, η γενική αρχή λέει ότι οι πολιτικές δυνάμεις που εκπέμπουν απλά και καθαρά μηνύματα έχουν πλεονέκτημα.
Προφανώς σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση, το μήνυμα της ΝΔ είναι και απλό και καθαρό, ανεξάρτητα αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί του. Τα μηνύματα των υπολοίπων κομμάτων, βρίσκονται αντιμέτωπα εκ των πραγμάτων, με ασάφειες και διάφορα προβλήματα.
Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, ορθώς ο Τσίπρας έστειλε αρχικά το μήνυμα της προοδευτικής διακυβέρνησης, ωστόσο όταν οι βασικοί εταίροι μιας τέτοιας συνεργασίας, όπως το ΠΑΣΟΚ και ο Βαρουφάκης διαφοροποιούνται σε σχέση με την αρχική πρόταση, παίρνουν αποστάσεις ή και την αρνούνται κατηγορηματικά, τότε αυτό φαίνεται ότι στερείται κάθε ουσίας.
Το ίδιο συνέβη με το μήνυμα του Ν. Ανδρουλάκη για συνεργασίες αλλά με πρωθυπουργό ένα τρίτο πρόσωπο, όχι τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα, το οποίο, όπως έδειξαν και οι δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκει αποδοχή στο εκλογικό σώμα. Δεν βοηθάει το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του. Το βλέπουμε από τις απαντήσεις τόσο στην συγκεκριμένη ερώτηση, όσο και στην πρόθεση ψήφου, όπου υπάρχει μια μικρή, σταδιακή αλλά συνεχής πτώση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ. Από το 15% που βρισκόταν όταν ο Ανδρουλάκης εξελέγη νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, σήμερα κινείται περίπου στο 9%. Στην τελευταία δημοσκόπηση της Marc, το κόμμα χάνει μισή μονάδα σε σχέση με την προηγούμενη.
Συμπερασματικά, τα θολά μηνύματα στοιχίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ. Συχνά η δημιουργική ασάφεια είναι αναγκαστικά μέρος του πολιτικού λόγου, όταν ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων επιθυμεί συνεργασία με την ΝΔ, ένα άλλο με τον ΣΥΡΙΖΑ και ένα τρίτο με κανένα από τα δύο, ωστόσο η πραγματικότητα των αριθμών δείχνει ότι δεν έχει αποδώσει.
Σενάριο κυβέρνησης συνεργασίας από την πρώτη κάλπη, με βάση τα νούμερα, προκύπτει;
Τα αθροίσματα φαίνονται δύσκολα, ωστόσο όχι αδύνατα. Ένα 46%, αθροίζοντας τα ποσοστά ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είναι πολύ δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο. Αντίστοιχα δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο, φαίνεται ένα άθροισμα πάνω από 46% για το ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και το Μέρα 25. Αυτή την στιγμή, οι συνεργασίες φαίνονται δύσκολες, τόσο αριθμητικά, όσο και πολιτικά, αν και μετά τις εκλογές, ανάλογα με τα δεδομένα, τα κόμματα μπορεί να αναθεωρήσουν την σημερινή τους στάση.
Πόσο εφικτό είναι το σενάριο αυτοδυναμίας;
Εύκολη υπόθεση προφανώς δεν είναι, ωστόσο δεν είναι και κάτι που βρίσκεται στην σφαίρα της φαντασίας. Εν πολλοί θα εξαρτηθεί από το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης. Είναι ένας εφικτός εκλογικός στόχος για την ΝΔ. Στην πρόθεση ψήφου, συγκεντρώνει 32,1%, ενώ αν είχαμε συμπεριλάβει στην τελευταία δημοσκόπηση και τη εκτίμηση ψήφου θα δίναμε την ΝΔ στο 34%. Είναι ποσοστό που δίνει βάσιμες ελπίδες ως προς τον στόχο της αυτοδυναμίας.
Σε επίπεδο συσπείρωσης πάντως, τόσο η ΝΔ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται πλέον κοντά στο 70%. Και αυτός είναι και ο λόγος που εντοπίζουμε μια μικρή άνοδο στον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή αυξάνεται και η συσπείρωσή του. Απλώς, η ΝΔ δείχνει να αποκομίζει περισσότερα κέρδη σε σχέση με άλλα κόμματα.
Επομένως, ποιο είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο για την ΝΔ, μετά και από αυτό το νέο κύκλο δημοσκοπήσεων, τρεις εβδομάδες από τις κάλπες;
Η χαλαρή ψήφος αναμφίβολα. Ο κίνδυνος μια μερίδα ψηφοφόρων, να επαναπαυθεί από την δημοσκοπική εικόνα της διευρυνόμενης ψαλίδας με τον ΣΥΡΙΖΑ και να μην πάει να ψηφίσει στις 21 Μαΐου. Είναι ένα υπαρκτό σενάριο. Ακόμη και αν το ποσοστό των ψηφοφόρων αυτό δεν είναι μεγάλο, εντούτοις μπορεί να αποδειχθεί ικανό να δυσκολέψει ή και ανατρέψει τον στόχο της ΝΔ για αυτοδυναμία.
Στην περίπτωση του κ. Βαρουφάκη, το σχέδιο «Δήμητρα» λειτουργεί τελικά, υπέρ του ή όχι;
Πριν τα Τέμπη, όλες οι δημοσκοπήσεις έβρισκαν το Μέρα 25 εκτός Βουλής, με ποσοστά 2,7%-2,9%. Η αύξησή τους άρχισε να καταγράφεται μετά την τραγωδία, εκφράζοντας σε ένα μεγάλο ποσοστό το λεγόμενο αντισυστημικό ρεύμα. Ένα μήνα πριν, είχαμε καταγράψει το κόμμα του κ. Βαρουφάκη στο 4,2%, ωστόσο στην τελευταία μας δημοσκόπηση, το βρήκαμε στο 3,6%.
Τολμώ να κάνω μια υπόθεση εργασίας, ότι η συζήτηση και όλος ο θόρυβος γύρω από το σχέδιο «Δήμητρα» δεν το ευνόησε. Τα όποια οφέλη δηλαδή έχει εισπράξει από τον αντισυστημικό χώρο δεν συνδέονται με τη συζήτηση για τις τράπεζες, παρά είναι μια επιλογή απέναντι στα μεγάλα κόμματα και στο σύστημα.
Σήμερα διαπιστώνουμε ότι ανακόπτεται η αυξητική τάση που παρουσίαζε το Μέρα 25 μετά τα Τέμπη. Το σχέδιο «Δήμητρα» λειτουργεί μάλλον αρνητικά για τον ίδιο. Οι υποστηρικτές του δεν φαίνεται να συμφωνούν με το σενάριο των κλειστών τραπεζών, τον στηρίζουν μεν, αλλά για άλλους λόγους.
Ας πάμε στους αναποφάσιστους. Οι περίπου 500.000 ψηφοφόροι, αυτό το 10%-11% που βρίσκουν όλες οι δημοσκοπήσεις, είναι και εκείνοι που θα κρίνουν το αποτέλεσμα;
Όχι στα βασικά του χαρακτηριστικά, αλλά στις λεπτομέρειές του. Οι αναποφάσιστοι δεν είναι σε θέση να ανατρέψουν το αποτέλεσμα και την σειρά των κομμάτων, αλλά μπορούν να αυξομειώσουν τις διαφορές και βέβαια είναι μια κρίσιμη μάζα για τα αθροίσματα.
Εδώ υπάρχει ένας μύθος, ότι οι αναποφάσιστοι είναι σε μεγάλο βαθμό νεαρής ηλικίας. Δεν ισχύει. Στην πλειοψηφία τους οι αναποφάσιστοι είναι κεντρώοι ψηφοφόροι και ηλιακά ανήκουν σε όλες τις κατηγορίες.
Κοιτάζοντας την κομματική προέλευση στην δημοσκόπηση της Marc, η μεγαλύτερη ομάδα, δηλαδή το 23,5%, προέρχεται από την ΝΔ, ενώ από το ΣΥΡΙΖΑ το 18%. Άρα η κυβερνώσα παράταξη διατηρεί εδώ ένα θεωρητικό πλεονέκτημα στην προσπάθεια να τους επαναδιεκδικήσει, χωρίς αυτό να σημαίνει εκ των προτέρων και ότι θα τα καταφέρει.
Στο ερώτημα «μεταξύ ποιων επιλογών αμφιταλαντεύεσθε», το 28% απαντά μεταξύ ΝΔ και άλλης επιλογής, το 23% μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και άλλης επιλογής, ενώ αντίστοιχο είναι και το ποσοστό που απαντά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και άλλης επιλογής.
Τι μας δείχνει αυτό; Ότι θεωρητικά πάντα, το ΠΑΣΟΚ έχει ευκαιρία να αντλήσει κάποια καλά ποσοστά από τους αναποφάσιστους, καθώς το βρίσκουμε παρών σε δύο δεξαμενές. Σε αυτήν που οι ψηφοφόροι αμφιταλαντεύονται μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και σε εκείνη που κινούνται ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ.
Τα επιμέρους ερωτήματα για τους αναποφάσιστους, βοηθούν να καταλάβουμε περισσότερα;
Στα επιμέρους ερωτήματα, όπως π.χ. «τι κυβέρνηση προτιμάτε», το 9% προτιμά αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ, ενώ το 5,9% αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τη ΝΔ προτιμά το 27,8%, ενώ κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, το 22,3%. Αθροίζοντας τα ποσοστά, αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ και κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τη ΝΔ, προκύπτει ένα 36,8%, ενώ αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ, δίνει ένα 28,2%.
Έχει ενδιαφέρον ότι στις προηγούμενες εκλογές, το μεγαλύτερο ποσοστό στο μείγμα των αναποφάσιστων, ήταν ψηφοφόροι με κομματική προέλευση από το ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα, δεν ισχύει αυτό. Επομένως, φαίνεται ότι οι αναποφάσιστοι θα μοιραστούν αναλογικά στα κόμματα, με την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ να διαθέτουν ένα σχετικό πλεονέκτημα.