Του Γιάννη Παλιούρη
Καθώς οι σύγχρονες κοινωνίες αγωνίζονται να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας, μειώνοντας ταυτόχρονα τη χρήση ορυκτών καυσίμων, αναζητούν τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να πετύχουν τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας. Αν και η τεχνολογία των φωτοβολταϊκών συστημάτων έχει σημειώσει άλματα τα τελευταία χρόνια, απαιτείται μια νέα τεχνολογική «επανάσταση» που θα επιτρέψει στα ηλιακά πάνελς να αξιοποιήσουν σε ικανοποιητικό βαθμό την ενέργεια που εκπέμπει το άστρο μας. Και η επανάσταση αυτή ακούει στο όνομα «Βιομημητική».
Η Βιομιμητική είναι η διαδικασία μεταφοράς προτύπων από το βιολογικό στο μηχανικό ανάλογο ή με απλά λόγια η… αντιγραφή της φύσης. Σε πρόσφατη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Αμερικανικής Χημικής Εταιρείας (JACS), μια ομάδα ερευνητών του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, έδειξε ότι η Βιομιμητική μπορεί παίξει κυρίαρχο ρόλο στην προσπάθεια για παραγωγή καθαρής ενέργειας. Με ποιον τρόπο; Απλά κατασκευάζοντας φωτοβολταϊκά συστήματα που μιμούνται τη φωτοσύνθεση.
Η έρευνα βασίζεται στο γεγονός ότι η φωτοσύνθεση είναι μια βιολογική διαδικασία με δισεκατομμύρια χρόνια εξέλιξης στην «πλάτη» της. Κατά συνέπεια είναι και η πλέον αποτελεσματική μέθοδος «χειραγώγησης» της ηλιακής ενέργειας. Έτσι, οι ερευνητές αντέγραψαν – ως κάποιο βαθμό – τις δομές των φυτών που ευθύνονται για τη φωτοσύνθεση και τις αναπαρήγαγαν στις οπτικές δομές που συγκροτούν ηλιακά πάνελς.
Χρησιμοποιώντας τις δομές DNA των φυτών ως πρότυπο, οι ερευνητές ήταν σε θέση να δημιουργήσουν τεχνητά μόρια τα οποία συνέλαβαν και μεταβίβασαν ηλιακή ενέργεια, με μηδαμινή απώλεια απόδοσης, μικρότερη του 1% ανά νανόμετρο (1 νανόμετρο ισούται με το ένα δισεκατομμυριοστό (1/1.000.000.000) του μέτρου). Τα δυνητικά αποτελέσματα αυτής της έρευνας θα οδηγήσουν σε νέους τρόπους σύλληψης και αξιοποίησης της ηλιακής ενέργειας καθώς και της μεταφοράς της σε μεγαλύτερες αποστάσεις χωρίς σημαντικές απώλειες.
Σε επιχειρηματικό πεδίο, αξίζει να σημειώσουμε ότι καθώς ο κλάδος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελεί ένα δυναμικά αναπτυσσόμενο τμήμα της εγχώριας αλλά και της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, η Ελλάδα μπορεί υπό προϋποθέσεις να γίνει ένα τεράστιο ενεργειακό «οικόπεδο», ενδεχόμενο που θα προσφέρει πολλαπλά οφέλη όχι μόνο σε κεντρικό επίπεδο αλλά και στις τοπικές κοινωνίες.
Ειδικά για τα φωτοβολταϊκά συστήματα, το 2017 κάλυψαν περίπου το 7% των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια, φέρνοντας την Ελλάδα σε μία από τις πρώτες θέσεις διεθνώς σε ό,τι αφορά στη συμβολή των φωτοβολταϊκών στη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με στοιχεία από τον Σύνδεσμο Εταιρειών Φωτοβολταϊκών. Σήμερα στην Ελλάδα είναι εγκατεστημένα 2,623 μεγαβάτ (MWp) φωτοβολταϊκών, εκ των οποίων τα 2,071 MWp επί εδάφους και τα υπόλοιπα σε στέγες κτιρίων.
Η πραγματικότητα, όμως, αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα έχει να διανύσει ακόμα μεγάλη απόσταση προκείμενου να αποκτήσει ένα φιλικό περιβάλλον για επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Είναι ενδεικτικό ότι βάσει του δείκτη RECAI (Renewable energy country attractiveness index) της Ernst&Young, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 37η θέση, σε σύνολο 40 χωρών, όσον αφορά την ελκυστικότητα για επενδύσεις ΑΠΕ.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με πρόσφατη τριμηνιαία έκθεση της εταιρίας, ο δείκτης ελκυστικότητας για την Ελλάδα ανέρχεται σε 39,7 βαθμούς ενώ όσον αφορά τις επιμέρους τεχνολογίες, στα αιολικά η Ελλάδα καταλαμβάνει την 37η θέση με δείκτη 45.6, στα φωτοβολταϊκά την 34η με δείκτη 46,1 και στη βιομάζα την 33η με δείκτη 39,8.