Ένα άρθρο της Wall Street Journal την προηγούμενη Πέμπτη τάραξε τα νερά σε δύο μεγάλους τομείς της παγκόσμιας τεχνολογικής βιομηχανίας: αυτόν των μικροεπεξεργαστών και αυτόν της τεχνητής νοημοσύνης. Για να είμαστε πιο σωστοί, αυτό το άρθρο έδειξε πως η ανάπτυξη της βιομηχανίας τεχνητής νοημοσύνης εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη βιομηχανία μικροεπεξεργαστών.
Αυτό τουλάχιστον φαίνεται να πιστεύει ο Sam Altman, ο διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, της πιο εμβληματικής μέχρι τώρα εταιρείας του χώρου της τεχνητής νοημοσύνης. Σύμφωνα με τη μεγάλη αμερικανική εφημερίδα, ο Altman γυρίζει την υφήλιο αναζητώντας επενδυτές προκειμένου να μπορέσει να βάλει μπρος ένα πάρα πολύ φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο. Αν δεν κάνουμε κάποιο σημαντικό λάθος, τέτοια επένδυση δεν πρέπει να έχει ξανασχεδιαστεί από ιδιωτική επιχείρηση.
Το επενδυτικό σχέδιο έχει ως στόχο τη σημαντική αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας των παγκόσμιων εργοστασίων μικροεπεξεργαστών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η παραγωγή των μικροεπεξεργαστών που, κατά την OpenAI και τον Altman, είναι απαραίτητοι προκειμένου να μπορέσουν να υποστηρίξουν τις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης που έχουν αρχίσει να κατακλύζουν τη ζωή μας.
Οι πληροφορίες της Keach Hagey και του Asa Fitch που υπογράφουν αυτό το άρθρο αναφέρουν πως ο Altman προσπαθεί να οργανώσει έναν συνεταιρισμό μεταξύ της εταιρείας του, επενδυτών, βιομηχανιών μικροεπεξεργαστών και παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας.
Η χρηματοδότηση θα προέρχεται και από τα τέσσερα μέρη και τα εργοστάσια που θα κατασκευαστούν θα λειτουργούν κάτω από τη διεύθυνση των βιομηχανιών microchips. Η νέα παραγωγική δυναμικότητα θα κατευθυνθεί κυρίως για την παραγωγή διαφόρων ειδών μικροεπεξεργαστών αλλά κυρίως των GPU (graphics processing units) που είναι απόλυτα απαραίτητα για την «εκπαίδευση» και λειτουργία των large language models πάνω στα οποία βασίζονται οι εφαρμογές σαν το ChatGPT της OpenAI, το Microsoft Copilot, το Google Gemini και άλλες παρόμοιες.
Σύμφωνα με την Hagey και τον Fitch, η OpenAI θα είναι ένας «πολύ σημαντικός» πελάτης των νέων εργοστασίων. Το ύψος των επενδύσεων που εικάζεται πως θα απαιτηθούν για την πραγματοποίηση των σχεδίων που προωθεί πολύ ενεργά ο Altman είναι κάπου ανάμεσα από τα 5 με 7 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Καθώς η OpenAI δεν έκανε κανένα ουσιαστικό σχόλιο πάνω στο θέμα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε κάτι περισσότερο αλλά οι πληροφορίες του διεθνούς Τύπου αναφέρονται εδώ και αρκετούς μήνες στις επαφές του Altman με διάφορους επενδυτές και τις παγκόσμιες βιομηχανίες μικροεπεξεργαστών (το Blackbox μας είχε ενημερώσει σχετικά πολύ πρόσφατα H ώρα της Alpha Bank, τα (μοναδικά) οφέλη της Αμφιλοχίας, τα top picks στο ταμπλό, ο αδικημένος ΑΔΜΗΕ, οι καταλύτες του ράλι, το μπαράζ πλειστηριασμών και η μάχη της Τεχνητής Νοημοσύνης | Liberal.gr).
Οι δημοσιογράφοι της αμερικανικής εφημερίδας αναφέρθηκαν σε επαφές του Altman με τον προϊστάμενο των κρατικών επενδυτικών κεφαλαίων των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, με τον διευθύνοντα σύμβουλο της ιαπωνικής Softbank (9984 TOKYO) Masayoshi Son και με εκπροσώπους της ταϊβανέζικης Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (TSM NYSE).
Εδώ είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε πως η ταϊβανέζικη επιχείρηση κατασκευάζει το μεγαλύτερο ποσοστό των προηγμένων GPUs ανά τον κόσμο και πως η ιαπωνική ελέγχει την Arm Holdings (ARM NASDAQ) στα σχέδια της οποίας βασίζονται πάρα πολλοί από τους μικροεπεξεργαστές που χρησιμοποιούνται στις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης («Bullish» για το ταμπλό, το growth και η αντίδραση της ΔΕΗ, ο τ. διοικητής της ΕΥΠ (και) ο σεΐχης, η ανάσταση της ΕΥΔΑΠ, τα top picks στο ΧΑ, το φάντασμα της ύφεσης και η Arm | Liberal.gr).
Είναι προφανές πως ο Altman και πιθανώς και άλλοι - λιγότερο γνωστοί - παράγοντες της βιομηχανίας τεχνητής νοημοσύνης πιστεύουν πως οι μικροεπεξεργαστές που μπορούν να παραχθούν από τα υφιστάμενα εργοστάσια δεν αρκούν για αυτόν τον ανερχόμενο τομέα της τεχνολογίας. Αυτό φαίνεται και από τα μηνύματα που στέλνουν οι εταιρείες που τα κατασκευάζουν όπως η Nvidia (NVDA NASDAQ) η οποία αναφέρει πως οι παραγγελίες αυξάνονται συνέχεια.
Αυτό ακούγεται λογικό, το θέμα όμως είναι αν είναι λογικό το σχέδιο του Altman και ακόμα περισσότερο, αν είναι εφαρμόσιμο. Ο Robert Cyran του Reuters Breakingviews έχει τις αμφιβολίες του και δεν τον αδικούμε. Όπως παρατηρεί, και δεν είναι ο μόνος που το κάνει, το ποσό που αναφέρεται στο ρεπορτάζ της Wall Street Journal είναι σχεδόν εξωφρενικό. Ακόμα και αν βρεθούν όλα αυτά τα χρήματα, κάτι για το οποίο υπάρχουν πολύ σοβαρές αμφιβολίες, μπορεί κάποιος να πει εύκολα πως «δεν βγαίνουν τα νούμερα».
Ο Cyran επισημαίνει πως το σύνολο των επενδύσεων στο τομέα των μικροεπεξεργαστών ήταν περίπου 150 δισεκατομμύρια δολάρια για το 2023. Η ετήσια επενδυτική δαπάνη στον κλάδο αυξάνεται κατά περίπου 8% ετησίως την τελευταία εικοσαετία καθώς πολλαπλασιάζονται τα microchips ανά τον κόσμο και ακριβαίνει συνεχώς ο απαραίτητος εξοπλισμός.
Ακόμα και αν υποθέσουμε πως ένα σημαντικό μέρος των 7 τρις δολαρίων θα χρησιμοποιηθεί για την εξασφάλιση της απαραίτητης ηλεκτρικής ενέργειας για τη λειτουργία των νέων εργοστασίων, οι επενδύσεις που φέρεται να οραματίζεται ο Altman είναι μεγαλύτερες από το σύνολο των μέχρι τώρα προβλεπόμενων συνολικών παγκόσμιων επενδύσεων στον τομέα της παραγωγής microchips για τα επόμενα δεκαπέντε με είκοσι χρόνια.
Ας μην ξεχνάμε πως το σύνολο των επιδοτήσεων του αμερικανικού δημοσίου στον τομέα των μικροεπεξεργαστών μέσω του CHIPS Act είναι περίπου 280 δισεκατομμύρια δολάρια Ακόμα όμως και αν υποθέσουμε πως τα χρήματα βρίσκονται με τη βοήθεια κρατικών επενδυτικών ταμείων, τραπεζών, εταιρειών private equity, κυβερνητικών οργανισμών και ιδιωτών επενδυτών, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα μπορέσουν να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Όπως μας θυμίζει ο Cyran, η ανέγερση του εργοστασίου της Taiwan Semiconductor στην αμερικανική πολιτεία της Αριζόνα είναι ήδη εκτός χρονοδιαγράμματος λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού παρά τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν ήδη διατεθεί από την εταιρεία, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και το γεγονός πως και ο απαραίτητος εξοπλισμός δεν είναι πάντα άμεσα παραδοτέος.
Εμείς προσθέτουμε πως παρόμοια προβλήματα είναι πολύ πιθανόν να υπάρξουν ανά τον κόσμο, ειδικά στις δυτικές χώρες, όπως και οι αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών λόγω της τεράστιας κατανάλωσης νερού και ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτεί η λειτουργία αυτών των εργοστασίων. Συνοψίζοντας τους προβληματισμούς γύρω από τα πολύ φιλόδοξα και ίσως υπερβολικά σχέδια που φέρεται να οργανώνει ο Sam Altman, το ένα πρόβλημα είναι πως τα ποσά είναι τεράστια και πάρα πολύ μεγαλύτερα από οποιοδήποτε επενδυτικό «κύμα» έχει γνωρίσει η παγκόσμια βιομηχανία μικροεπεξεργαστών.
Το δεύτερο πρόβλημα έχει σχέση με το αν μπορούν πραγματικά να απορροφηθούν όλα αυτά τα χρήματα στο χρονικό διάστημα που θα ήθελαν ο Altman και η βιομηχανία τεχνητής νοημοσύνης και να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα από την πλευρά της αύξησης της παραγωγικής δυναμικότητας.
Ένα άλλο ερώτημα, του οποίου την απάντηση θα αργήσουμε να μάθουμε αν τα σχέδια του Altman αρχίσουν να εφαρμόζονται, είναι το αν ο κόσμος χρειάζεται όντως μία τόσο σημαντική αύξηση της παραγωγής μικροεπεξεργαστών. Και το τελευταίο ερώτημα έχει σχέση με το αν όλες αυτές οι επενδύσεις θα φέρουν τις επιθυμητές αποδόσεις στους χρηματοδότες του.
Ο Robert Cyran του Breakingviews μας φέρνει στο νου το παράδειγμα των τεράστιων επενδύσεων που έγιναν στον τομέα των τηλεπικοινωνιών στο τέλος του προηγούμενου αιώνα και στις αρχές του τρέχοντος και οι οποίες στις πιο πολλές περιπτώσεις αποδείχτηκαν καταστροφικές για τους επενδυτές, παρά το γεγονός πως οι περισσότερες από αυτές αποδείχθηκαν χρήσιμες έστω και με καθυστέρηση.
Αν υποθέσουμε πως ο Altman και πιθανώς και άλλοι ομόλογοί του στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου καταφέρουν να πείσουν αρκετούς επενδυτές και βιομηχανικούς συνεργάτες και ξεκινήσει η εφαρμογή του σχεδίου των 7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων θα περάσει μάλλον αρκετός καιρός μέχρι να μπορέσουμε να κρίνουμε αυτό που ίσως γίνει γνωστό ως «σχέδιο Altman».
Θα είναι αυτό που θα βάλει τις βάσεις για την οριστική μετάβασή μας στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και θα δώσει κέρδη σε όσους συμμετάσχουν; Θα αποδειχθεί ευλογία για την τεχνητή νοημοσύνη και κατάρα για τους χρηματοδότες του; Ή θα μείνει στην ιστορία σαν μία μεγάλη διπλή φούσκα, τεχνολογική και επενδυτική; Είναι μάλλον νωρίς να ξεκινήσουν τα σχετικά «πονταρίσματα» οπότε επιφυλασσόμαστε να ασχοληθούμε με αυτή την πτυχή μία άλλη φορά.