Η οικονομία κατευθύνεται ολοταχώς στη δίνη της ύφεσης. Οι εταιρείες έχουν κατεβάσει ρολά, αν και δειλά δειλά αρκετές χώρες σχεδιάζουν την επιστροφή σε κάποιο είδος μερικής κανονικότητας. Εκατομμύρια εργαζόμενοι έχουν χάσει τις δουλειές τους και οι κοινωνικές δραστηριότητες έχουν παγώσει. Ενας πλανήτης σε καραντίνα, με δισεκατομμύρια ανθρώπους εγκλωβισμένους στα σπίτια τους. Και όλα αυτά λόγω του κορονοϊού. Ή, για να είμαστε απολύτως ακριβείς, λόγω της άγνοιάς μας για τον κορονοϊό.
Αναμφισβήτητα το κόστος των ανθρώπων που έχουν χαθεί λόγω της πανδημίας δεν μπορεί να μπει σε καμιά ζυγαριά. Το κόστος, όμως, των οικονομικών συνεπειών της είναι αποτέλεσμα του ότι δεν γνωρίζουμε ποιος έχει τον SARS-CoV-2 και ποιος όχι. Αυτή ακριβώς η άγνοια είναι που έχει βάλει λουκέτο σε κάθε οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Επειδή οι άνθρωποι μπορούν να μεταδώσουν την ασθένεια ακόμα και όταν δεν έχουν εμφανή συμπτώματα, είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ποιος έχει μολυνθεί και ποιος όχι. Και έτσι όλοι παραμένουμε εν οίκω.
Η λύση που προκρίνεται είναι η ιχνηλάτηση του ιού. Ιχνηλάτηση διαρκής, σε πραγματικό χρόνο, με δυνατότητα επεξεργασίας και διαμοιρασμού των στοιχείων. Και κάπου εδώ μπαίνει στη δύσκολη εξίσωση η τεχνολογία με τις λεγόμενες tracingapps, εφαρμογές που επιτρέπουν την ιχνηλάτηση των επαφών επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Ηδη δεκάδες χώρες έχουν αναπτύξει και χρησιμοποιούν τις δικές τους εφαρμογές ιχνηλάτησης.
Αλλά ο μεγαλύτερος θόρυβος προκλήθηκε από την καινοφανή απόφαση των Apple και Google να συνεργαστούν για να βοηθήσουν την επιστημονική κοινότητα στην ιχνηλάτηση του κορονοϊού. Με δεδομένο ότι τα λειτουργικά συστήματα των δύο εταιρειών καλύπτουν σχεδόν το σύνολο των χρηστών κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως, η προσπάθειά τους φαντάζει ελπιδοφόρα. Ταυτόχρονα, όμως, εγείρει ερωτήματα για την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα. Tι ακριβώς σχεδιάζουν οι δύο εταιρείες;
∆εν είναι εφαρμογή …
Σε αντίθεση με την εδραιωμένη άποψη που λέει ότι Google και Apple φτιάχνουν «κοινή εφαρμογή για να ιχνηλατούν τον κορονοϊό», τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Αυτό που υλοποιούν οι δύο εταιρείες, σε πρώτη φάση, είναι μια τεχνολογία που θα επιτρέπει σε τρίτα μέρη -στη συγκεκριμένη περίπτωση τους δημόσιους φορείς υγείας- να στήσουν πάνω σε αυτή τις δικές τους εφαρμογές ιχνηλάτησης.
Συγκεκριμένα, Google και Apple θα δημιουργήσουν ένα API, δηλαδή Application Programming Interface ή στα ελληνικά Διεπαφή Προγραµµατισµού Εφαρµογών. Πρακτικά, το API είναι ένα ενδιάµεσο λογισµικό -ένας «σερβιτόρος» ή ένας «ταχυδρόµος»- που επιτρέπει την επικοινωνία µεταξύ δύο εφαρµογών, µεταφέροντας αιτήµατα και απαντήσεις.
Σε έναν κόσµο αµείλικτου επιχειρηµατικού ανταγωνισµού, η «συνοµιλία» µεταξύ ΑPI Android και iOS κάθε άλλο παρά δεδοµένη πρέπει να θεωρείται. Επειδή, όµως, «ανάγκα και θεοί πείθονται», οι δύο τεχνολογικοί κολοσσοί συµφώνησαν στην ανάπτυξη ενός API που θα επιτρέπει τη διαλειτουργικότητα µεταξύ των συσκευών τους, ώστε οι εφαρµογές που θα επιλέξουν οι κατά τόπους φορείς υγείας να συνοµιλούν µεταξύ τους, ανεξαρτήτως λειτουργικού συστήµατος.
Το Bluetooth θα κρατάει τα κλειδιά
Το ζήτηµα είναι πώς θα λειτουργούν αυτές οι εφαρµογές. Καταρχήν θα κάνουν χρήση της τεχνολογίας bluetooth. Ας υποθέσουµε τώρα ότι δύο άτοµα (Α και Β) συναντιούνται και συνοµιλούν διά ζώσης για κάποια λεπτά. Σε αυτό το διάστηµα τα κινητά των δύο ατόµων επικοινωνούν µεταξύ τους µέσω Βluetooth και «καταγράφουν» την επαφή, δηλαδή τη συνάντηση. Κάθε τέτοια συνάντηση θα πυροδοτεί τη δηµιουργία ενός µοναδικού «κλειδιού». Ετσι, αφενός θα διαχωρίζονται τα περιστατικά επαφών, αφετέρου θα εξασφαλίζεται η προστασία κάθε καταγραφής.
Επειτα από λίγες ηµέρες ο Α εκδηλώνει τα πρώτα συµπτώµατα του κορονοϊού και µετά τον σχετικό έλεγχο ανιχνεύεται ως θετικό κρούσµα. Αν και εφόσον ενηµερώσει ο ίδιος τη σχετική εφαρµογή, οι «κλειδάριθµοι» που δηµιουργήθηκαν κατά τις φυσικές επαφές που είχε τις τελευταίες 14 µέρες ενεργοποιούνται και στέλνεται ειδοποίηση στα πρόσωπα Β, Γ, ∆ κ.λπ. ότι έχουν έρθει σε επαφή µε κάποιον που φέρει τον νέο κορωνοϊό. Η ειδοποίηση δεν θα αναφέρει τα στοιχεία του προσώπου Α. Απλώς θα ενηµερώνει τους Β, Γ, ∆ κ.λπ. ότι ήρθαν σε επαφή µε επιβεβαιωµένο κρούσµα SARS-CoV-2.
Ας δούµε την παραπάνω διαδικασία µε ένα πρακτικό παράδειγµα. Mετά την εύρεση 151 κρουσµάτων κορωνοϊού σε ξενοδοχείο που λειτουργεί ως δοµή µεταναστών στο Κρανίδι, ακολούθησε ολονύχτια ιχνηλάτηση στην περιοχή, πόρτα πόρτα. Σε περίπτωση που υπήρχε σε λειτουργία ένα tracing app, η ιχνηλάτηση θα είχε γίνει αυτόµατα, από τη στιγµή που το πρώτο επιβεβαιωµένο κρούσµα είχε ενηµερώσει την εφαρµογή για την κατάστασή του.
Ποιος θα έχει τα δεδομένα;
Ακόµα και αν πρόκειται για πρωτοβουλία µε αφορµή τη σωτηρία ζωών, είναι φυσικό να υπάρχουν απορίες σχετικά µε τη χρήση των δεδοµένων που θα διακινούνται µέσω των tracing apps. O αντίλογος, βέβαια, είναι ότι ενώ έχουµε παραδώσει «τόνους» προσωπικών δεδοµένων σε εφαρµογές… οµορφιάς, online gaming και κοινωνικής δικτύωσης, ξαφνικά µας πιάνει ο πόνος για εφαρµογές που θα αποτελέσουν ανάχωµα στην εξάπλωση ενός φονικού ιού.
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη µέση. Οι εφαρµογές αυτές θα µας συνοδεύουν για αρκετό καιρό, αν επαληθευτούν οι προβλέψεις των επιστηµόνων και για άλλα κύµατα της πανδηµίας. Συνεπώς η χρησιµότητά τους για την επαναφορά της κανονικότητας θα είναι σηµαντική. Ακριβώς, όµως, επειδή θα µείνουν στα κινητά µας για καιρό και θα χρησιµοποιηθούν από εκατοµµύρια ανθρώπους, τα πράγµατα θα πρέπει να είναι όσο πιο κρυστάλλινα γίνεται.
Σύµφωνα, λοιπόν, µε την Google και την Apple, η δική τους ψηφιακή υποδοµή, πάνω στην οποία θα πατήσουν οι διάφορες εφαρµογές, δεν θα συλλέγει δεδοµένα τοποθεσίας. Παράλληλα, τα δεδοµένα που θα συλλέγονται δεν θα διατηρούνται τοπικά, αλλά σε αποµακρυσµένους διακοµιστές για διάστηµα 14 ηµερών. Τελευταίο, αλλά πιο σηµαντικό: η όλη διαδικασία θα είναι εφικτή µόνο µε τη συγκατάθεση του χρήστη. Σε διαφορετική περίπτωση, θα είναι απλώς µια απενεργοποιηµένη υπηρεσία στη συσκευή του.
Ποια εφαρμογή θα χρησιμοποιήσουμε;
Αγνωστο. Αρκετές χώρες σε όλο τον κόσµο έχουν τις δικές τους «εθνικές» εφαρµογές ιχνηλάτησης του κορονοϊού. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει η πρωτοβουλία µε το διόλου εύηχο όνοµα PEPP-PT (Pan-European Privacy-Preserving Proximity Tracing - Πανευρωπαϊκή Ανίχνευση Εγγύτητας µε Προστασία Προσωπικών Δεδοµένων), η οποία εκτός από το να βάλει φρένο στη διάδοση του κορωνοϊού, είναι δοµηµένη έτσι ώστε να διασφαλίσει την προστασία των προσωπικών δεδοµένων των χρηστών. Για τον λόγο αυτό θα ενσωµατώνει κρυπτογράφηση δεδοµένων και ανώνυµη προσωπική πληροφόρηση, στην οποία δεν θα έχει -θεωρητικά τουλάχιστονκανείς πρόσβαση, ούτε καν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Πρακτικά θα λειτουργεί σαν προσωπικός συναγερµός για τον κάθε χρήστη, ώστε οι πολίτες είτε να αποµονώνονται εθελοντικά είτε να ειδοποιούν τις αρµόδιες αρχές ότι βρέθηκαν κοντά σε ασθενή µε κορoνοϊό.
Ο εντοπισµός των κρουσµάτων, ή των εν δυνάµει κρουσµάτων, θα είναι ο πιο αποτελεσµατικός τρόπος για να τιθασευτεί το τσουνάµι µετάδοσης του SARS-CoV-2, µέχρι να βρεθεί το εµβόλιο που θα µας εξασφαλίσει ανοσία. Αλλωστε, το πρώτο βήµα για να αναχαιτίσεις έναν εχθρό, είναι να κατανοήσεις τον τρόπο που κινείται. Το ζήτηµα είναι αν θα µπορέσουµε να το κάνουµε, προστατεύοντας ταυτόχρονα το αγαθό της ιδιωτικότητας.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο