Της Annabel Mempel
Το 2017, η νεανική ανεργία (άνθρωποι ηλικίας 15-24 χωρίς εργασία και χωρίς να είναι εγγεγραμμένοι στην εκπαίδευση) ανήλθε στη ΕΕ συνολικά στο 16,1%. Παρ' όλα αυτά, οι επιδόσεις των μεμονωμένων κρατών μελών ποικίλουν. Το ποσοστό της ανεργίας των νέων στην Ελλάδα είναι 40% ενώ στην Τσεχία μόλις 4,9%.
Η Γερμανία, το πιο πολυπληθές κράτος μέλος, έχει ποσοστό νεανικής ανεργίας μόλις 6,6% ενώ το ποσοστό του Ηνωμένου Βασιλείου είναι 12,2%. Πώς γίνεται μια χώρα όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η έδρα κορυφαίων πανεπιστημίων παγκοσμίως να αντιμετωπίζει ακόμη σοβαρό πρόβλημα με τη νεανική ανεργία;
Ας δούμε το πρόβλημα εξετάζοντας δύο παραδειγματικές περιπτώσεις: την Έμιλυ, μια νέα κοπέλα που μεγάλωσε στο Λονδίνο, και τη συνομήλική της Σάρα που ζει στη Γερμανία.
Η Έμιλυ συναντά ευκαιρίες απασχόλησης μόνο μετά την αποφοίτησή της στα 16 της χρόνια. Οι δάσκαλοί της την βοηθούν να συμπληρώσει αιτήσεις για πανεπιστήμια, αλλά στην ίδια δεν αρέσουν οι σπουδές και της φαίνεται αλλόκοτο να δαπανήσει χιλιάδες λίρες γι' αυτό. Όλοι όμως οι φίλοι της έχουν κάνει τις αιτήσεις του και έτσι κι αυτή αποφασίζει να γραφτεί σε μια σχολή αρχιτεκτονικής, καθώς της αρέσει να σχεδιάζει.
Σύντομα ανακαλύπτει πως η αρχιτεκτονική δεν της ταιριάζει. Έχει πάρα πολλά μαθηματικά και το αντικείμενο δεν την τραβά. Το χρέος που ήδη έχει δημιουργήσει την αποθαρρύνει από το να τα παρατήσει - δεν θέλει να πάει χαμένο (μια πιθανή περίπτωση του “λογικού σφάλματος του χαμένου κόστους” - sunk cost). Η Έμιλυ παίρνει το πτυχίο της με μέτριους βαθμούς.
Παρά το ότι ο κατασκευαστικός κλάδος κάνει πολλές προσλήψεις, η Έμιλυ δυσκολεύεται να βρει δουλειά ως αρχιτέκτονας: έχει υπερβολικά πολλά προσόντα για τις διαθέσιμες θέσεις. Εντάσσεται σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο της στα 22 της χρόνια, αλλά ο εργοδότης της απογοητεύεται από την περιορισμένη εργασιακή της εμπειρία. Μετά από 3 χρόνια, μετακινείται σε μια θέση με καλύτερο μισθό.
Η Σάρα μοιάζει πολύ στην Έμιλυ. Στην 9η τάξη (αντίστοιχη της Γ' Γυμνασίου), το σχολείο της τοποθετεί κάθε μαθητή σε θέση μαθητείας για δύο εβδομάδες ώστε καθένας να αποκτήσει μια πρώτη εμπειρία καθώς και ένα τεστ ανάλυσης δεξιοτήτων. Η Σάρα μαθητεύει σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο για να δει αν αυτή η εργασιακή προοπτική της ταιριάζει. Μετά από δύο εβδομάδες, της άρεσε η δημιουργικότητα εκεί, αλλά την αποθάρρυναν τα πολλά μαθηματικά.
Ακόμη, την τρόμαξαν τα χρόνια των πανεπιστημιακών σπουδών που απαιτούνται γι' αυτή τη θέση. Δεν την ενθουσιάζει η ιδέα να σπουδάσει για πολλά ακόμη χρόνια. Μετά από ένα χρόνο, το σχολείο έχει της δίνει ακόμη μια ευκαιρία μαθητείας. Αυτή τη φορά, η Σάρα μαθητεύει σε ένα γραφείο σχεδιασμού εξωτερικών χώρων. Η θέση αυτή έχει περισσότερη χειρονακτική εργασία, αλλά στη Σάρα αρέσει το να οργανώνει ανθρώπους.
Ο επόπτης της δεν πήγε στο πανεπιστήμιο, ούτε αποφοίτησε με Abitur (τον υψηλότερο σχολικό τίτλο στη Γερμανία). Μετά την 10η τάξη, ξεκίνησε τη μαθητεία του σε ένα ανθοπωλείο. Αυτό δίνει κουράγιο στη Σάρα. Αφού αποφοίτησε με καλούς βαθμούς, χωρίς να χρειάζεται A-levels για τον σχεδιασμό εξωτερικών χώρων έκανε αίτηση για μαθητεία. Κερδίζει περίπου 797€ τον μήνα και δουλεύει με μερικό ωράριο.
Είναι ένας τέλειος συνδυασμός. Οι πρακτικές δεξιότητες που αποκτά την ενθαρρύνουν να σπουδάσει ώστε να μπορεί να τις εφαρμόσει άμεσα. Αφού πήρε το πτυχίο της, βρήκε αμέσως δουλειά. Οι δεξιότητές της έχουν μεγάλη ζήτηση: το 2017 υπήρχαν περίπου 7.000 κενές θέσεις σχεδιασμού εξωτερικών χώρων και δασοκομίας.
Απ' ό,τι φαίνεται, η γερμανική εκπαίδευση δίνει στους μαθητές περισσότερες επιλογές να βρουν την εκπαίδευση που ταιριάζει στις δεξιότητες και τα ενδιαφέροντά τους. Μολονότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει βελτιώσει τη διαθεσιμότητα των εκπαιδευτικών επιλογών πέρα από το πανεπιστήμιο, δίνοντας για παράδειγμα τη δυνατότητα αποφοίτησης με πτυχία GCSE και ευκαιρίες επαγγελματικής κατάρτισης, αυτές δεν θεωρούνται ακόμη επιθυμητές.
Ένας από τους λόγους γι' αυτό είναι πως η αμοιβή για κάθε μαθητευόμενο είναι διαφορετική: η ελάχιστη αμοιβή για έναν μαθητευόμενο στη Βρετανία είναι 3,50 λίρες ενώ ένας Γερμανός μαθητευόμενος κερδίζει περίπου 6-14€ ανά ώρα εργασίας (στοιχεία του gov.uk και του Bundesinstitut fur Berufsbildung). Ενώ αυτό μπορεί μακροπρόθεσμα να οδηγεί σε μεγαλύτερη ζήτηση από Βρετανούς εργοδότες, μπορεί αρχικά να λειτουργήσει ως αντικίνητρο για νέους σπουδαστές.
Υπάρχουν ωστόσο περισσότερες επιλογές πέρα από τη μαθητεία ή το πανεπιστημιακό πτυχίο. Στη Γερμανία, υπάρχουν πολλές επαγγελματικές σχολές που διδάσκουν συγκεκριμένες δεξιότητες, αλλά και εταιρίες που συνεργάζονται με πανεπιστήμια για να προσφέρουν σπουδές επιπέδου Bachelor's με εργασιακή εμπειρία και μεγάλες πιθανότητες μετέπειτα πρόσληψης από κάποια εταιρία.
Αυτή η μορφή ανώτερης εκπαίδευσης εισήχθη τον Απρίλιο του 2017 και στο Ηνωμένο Βασίλειο με το όνομα μαθητεία πτυχίου (degree apprentiship). Οι περισσότεροι όμως δεν γνωρίζουν καν αυτή τη δυνατότητα. Δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα ώστε να αποτιμήσουμε την επιτυχία του προγράμματος, αλλά μπορεί να συμβάλλει στην επίτευξη ενός πιο ποικιλόμορφου τριτοβάθμιου εκπαιδευτικού συστήματος.
Γιατί όμως μια επιχείρηση να αρχίσει να εκπαιδεύει νέους σπουδαστές; Τι θα αποκομίσει; Το γερμανικό ΒΙΒΒ (το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση) υπολόγισε τα κόστη ευκαιρίες των εταιριών σε ό,τι αφορά τους μαθητευόμενούς του.
Ανάμεσα στα προφανή οφέλη συγκατελέγεται η δυνατότητα κατάρτισης ικανών εργαζομένων για το αντικείμενό τους και διασφάλισης της ποιότητας της κατάρτισης αν αποφασίσουν να τους απασχολήσουν και μετά τη μαθητεία, καθώς και της διασφάλισης επιπλέον εργαζομένων ακόμη και με επιπρόσθετο κόστος κατάρτισης. Οι επιχειρήσεις επενδύουν σε μελλοντικούς εργαζομένους. Οι Γερμανικές επιχειρήσεις δαπανούν κατά μέσο όρο 5.398€ ανά μαθητευόμενο (Bundesinstitut fur Berufsbildung).
Ενώ η Γερμανία καταβάλλει έντονες προσπάθειες ώστε να βελτιώσει τη φήμη και την προσβασιμότητα της μαθητείας, το Ηνωμένο Βασίλειο ακόμη εφησυχάζει.
Στη Γερμανία, εφαρμόζονται μέτρα για την εισαγωγή της εργασιακής εμπειρίας στα ασχολεία καθώς και προγράμματα με στόχο να βοηθήσουν τους μαθητές να ανακαλύψουν τις δεξιότητες στις οποίες διακρίνονται και να βρουν την επαγγελματική πορεία που ταιριάζει μ' αυτές.
Άλλες πρωτοβουλίες στηρίζουν τις επιχειρήσεις ώστε να αρχίσουν να προσφέρουν θέσεις μαθητείας. Πολλές δεν έχουν έμπειρο προσωπικό και τα μέσα ώστε να απευθυνθούν σε νέους ανθρώπους. Ακόμη, σημαντικός στόχος είναι να γίνουν γνωστές οι θέσεις μαθητείας, να βελτιωθεί η φήμη τους και να δοθούν ευκαιρίες σε πρόσφυγες.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση έχει μια διαφορετική προσέγγιση. Πρόσφατα συζητήθηκε η εισαγωγή διετών πανεπιστημιακών πτυχίων. Αυτά δεν θα είναι λιγότερο ποιοτικά από τα κανονικά τριετή πτυχία, ούτε λιγότερο δαπανηρά, αλλά θα επιτρέψουν στους φοιτητές να αποφοιτήσουν νωρίτερα και έτσι να εξοικονομήσουν χρήματα ως προς τα κόστη διαβίωσης.
Ενώ αυτό μπορεί να φαίνεται ελκυστικό, το ερώτημα είναι αν μια συντομότερη περίοδος μάθησης του ίδιου όγκου γνώσεων είναι περισσότερο ωφέλιμη από τη χρηματοδότηση θέσεων μαθητείας για κλάδους που χρειάζονται κατηρτισμένους εργαζόμενους.
Προφανώς υπάρχουν κονδύλια για την υποστήριξη των θέσεων εργασίας, αλλά οι ισχύουσες ρυθμίσεις περιορίζουν τους εργοδότες ως προς το πώς και πότε μπορούν να προσφέρουν θέσεις μαθητείας. Αποδείχθηκε δύσκολο να εντοπιστεί ο ακριβής τρόπος χρηματοδότησης της κατάρτισης: από τους καταρτιζόμενους, τους εργοδότες ή το κράτος; Πολλές εταιρίες, ενώ διαμαρτύρονται για την έλλειψη κατηρτισμένων εργαζόμενων δεν προσφέρουν οι ίδιες θέσεις μαθητείας.
Εν κατακλείδι, θα πρέπει να υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες ώστε οι μαθητές να συνειδητοποιήσουν ότι δεν χρειάζονται κάποιον πανεπιστημιακό τίτλο προκειμένου να πετύχουν. Πρέπει να βελτιωθεί η φήμη της μαθητείας ώστε να μεταδοθεί το ότι ο θεωρητικές σπουδές δεν είναι για όλους, ούτε είναι αναγκαστικά ο καλύτερος τρόπος για τη διασφάλιση μιας θέσης εργασίας.
Η αγορά εργασίας θα ωφεληθεί σημαντικά από περισσότερους κατηρτισμένους εργαζόμενους και μικρότερη νεανική ανεργία. Η στήριξη της μαθητείας σημαίνει λιγότερους πανεπιστημιακούς φοιτητές, των οποίων η αξία των πτυχίων πιθανότατα θα αυξηθεί, και λιγότερους ανθρώπους σε θέσεις εργασίας χαμηλής ποιότητας με υπερβολικά πολλά τυπικά προσόντα.
--
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 28 Φεβρουαρίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Epicenter Network και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ «Μάρκος Δραγούμης».